Ξαναβλέπουμε το διαχρονικό και αξεπεραστο «The Truman Show» του Πίτερ Γουίαρ.
Για περισσότερες από 10.000 μέρες και για 30 χρόνια περίπου, 5.000 κάμερες μετατρέπουν τη ζωή του σε θέαμα σ' ένα κοινό εκατομμυρίων στον κόσμο, δίχως αυτός να έχει την παραμικρή ιδέα. Ένα κοινό που τον παρακολουθεί από τη μέρα που γεννήθηκε, τον είδε να κάνει τα πρώτα του βήματα μπροστά στη κάμερα, να βγάζει το πρώτο δόντι, να περνά την πρώτη του μέρα στο σχολείο. Ζώντας στο μεγαλύτερο σκηνικό στον κόσμο, μονίμως κάτω από το άγρυπνο μάτι ενός δημιουργού που βλέπει τα πάντα κρυμμένος πίσω από το ψεύτικο φεγγάρι του σκηνικού, ο Τρούμαν γεννήθηκε μπροστά σε live κοινό και, πιθανόν, έτσι θα πεθάνει.
Ως μια πρώτη ανάγνωση, το ιδιοφυές αυτό φιλμ είναι μια πεσιμιστική ματιά πάνω στον κόσμο που άγγιζε το τέλος της χιλιετίας. Η εικόνα μιας κοινωνίας αποξενωμένης και ηδονοβλεπτικής, όπου το πιο δημοφιλές τηλεοπτικό σόου επιτρέπει στα μέλη της να κατασκοπεύουν 24 ώρες τη ζωή όχι ενός χαρακτήρα, αλλά ενός αληθινού ανθρώπου. Ενός κόσμου σε παρακμή, ο οποίος είναι τόσο κενός και αλλοτριωμένος, ώστε να αναδεικνύει σε θέαμα την καταδίκη ενός ανθρώπου που βρίσκεται φυλακισμένος, εν πλήρη άγνοια και παρά τη θέλησή του, σε ένα παραδεισένιο νησάκι που στην ουσία είναι ένα καρτ-ποσταλικό ισόβιο κάτεργο, για να ξεχνά ότι η μοναδική ζωή που έχει είναι αυτή που του προσφέρει η μικρή οθόνη. Με το τηλεκοντρόλ να παίζει τον ρόλο του ρυθμιστή.
Το «Truman Show» δεν εξαντλεί, εντούτοις, το στοχασμό του εκεί. Για να μπορέσει κανείς να εισδύσει καλύτερα στο σύνθετο σύμπαν του, θα πρέπει ν' αντιμετωπίσει την ταινία ως έναν πίνακα ζωγραφικής και να την κοιτάξει από διαφορετική οπτική γωνία. Από κοντά, το μόνο που βλέπουμε είναι η ιστορία αυτού του αγαθού ήρωα. Αν, όμως, απομακρυνθούμε λίγο και κοιτάξουμε ξανά, όλα αλλάζουν: ξεπροβάλει ο ίδιος άνθρωπος, μόνο που τώρα η ιστορία του γίνεται μια υπαρξιακή περιπέτεια και μαζί μια θρησκευτική παραβολή πάνω στην πτώση από την Εδέμ και τη ρήξη με τον θεϊκό πατέρα, όπου ο Τρούμαν έχει το ρόλο του πρωτόπλαστου και ο Κριστόφ αυτόν του Θεού.
Κι άλλες φορές ο Γουίαρ έχει χρησιμοποιήσει ως σταθερό μοτίβο των ταινιών του την εμπειρία ενός ανθρώπου που απομονώνεται από τον πολιτισμό και μπαίνει σε κίνδυνο προκειμένου να εξερευνήσει μια άγνωστη γι' αυτόν χώρα, μια διαφορετική πραγματικότητα. Εδώ το μοτίβο αυτό παίρνει μεταφυσικές διαστάσεις και το «Truman Show» μετουσιώνεται σταδιακά σε μια γνήσια αιρετική ταινία. Αναδεικνύει σε ήρωά της έναν απλό άνθρωπο που έρχεται σε αντιπαράθεση με τη μοίρα του, διαλέγει ν' αλλάξει το κοσμικό σχέδιο και γίνεται αυτός «Κύριος και Θεός του». Γυρίζει την πλάτη στη θεία πρόνοια και ξεκινά μια νέα πραγματικότητα, όπου ο κόσμος δεν ορίζεται πλέον από αθέατες οντότητες, αλλά από τον ίδιο τον άνθρωπο.
Αμέσως μόλις συνειδητοποιήσει την πλάνη που καλύπτει την ύπαρξή του, ο Τρούμαν επιχειρεί να σπάσει οριστικά τα δεσμά του με τον (άδικο) Δημιουργό του και να τραπεί σε φυγή μακριά από την εξουσία του. Μέσα σε λίγα μόλις λεπτά (που γι' αυτόν ισοδυναμούν με μια ολόκληρη χαμένη ζωή) μαθαίνει όσα δεν μπορούσε ποτέ να φανταστεί για τον αληθινό κόσμο – ότι, εκτός απ' το να χαμογελά καθημερινά στους γείτονες, μπορεί τώρα να θυμώνει και ν' απελπίζεται. Η φωνή του θεού του μοιάζει να πηγάζει, καθησυχαστική και μαζί αποτρεπτική, από έναν φωτεινό ουρανό, ο Τρούμαν, όμως, είναι αποφασισμένος να μην την ακούσει. Φτάνει ίσαμε το πέρας του δικού του σύμπαντος. Και σε μια σκηνή ξεκάθαρου συμβολισμού, πραγματοποιεί τη δική του ανάληψη μέσω μιας σκάλας που τον οδηγεί στον (ψεύτικο) ουρανό και πλησιέστερα στον Κύριό του. Ανοίγοντας μια πόρτα, περνά οριστικά προς έναν νέο κόσμο. Το σκοτάδι, καθησυχαστικό, τον αγκαλιάζει και τον υποδέχεται, καθώς αφήνει πίσω του το υποκριτικό άπλετο φως.
Με αίσιο ή αμφίβολο τέλος, η αυλαία στο δράμα της ανθρώπινης ύπαρξης πέφτει. Σαν γνήσιος θεατρίνος στην παράσταση της ζωής του, ο Τρούμαν υποκλίνεται και μετά χάνεται από τα μάτια των θεατών. Τίποτα, όμως, δεν έχε τελειώσει... Αν δεχτούμε ότι ολόκληρος ο κόσμος μας είναι μια σκηνή (υπονοεί στη σοφή κατακλείδα της ταινίας του ο Γουίαρ), τότε να είστε σίγουροι ότι πάντα, κάπου αλλού, θα παίζεται ταυτόχρονα ένα άλλο έργο!