Demeter: Η Αφύπνιση του Κακού
Aντλώντας έμπνευση από το κεφάλαιο του «Ημερολογίου του Καπετάνιου» στον «Δράκουλα» του Μπραμ Στόκερ και τα παθήματα του πληρώματος της σκούνας που μετέφερε το τέρας των Καρπαθίων από τη Βάρνα της Βουλγαρίας στις ακτές του Γιόρκσαϊρ, το φιλμ αποζημιώνει κάπως τους φαν του παλιομοδίτικου τρόμου με κάποια επιμέρους στοιχεία του, αλλά μάλλον θα δυσκολευτεί να γοητεύσει το κοινό των multiplex.
Μέλη του marketing τμήματος του στούντιο δεν είμαστε, αλλά θα μπορούσε να κρατηθεί μυστικό στο promo υλικό τι είναι αυτό που κυνηγά τα μέλη του Demeter – λιγοστεύουν τα μέλη του κύριου ηλικιακού target group του μουλτιπλεξάδικου τρόμου που έχουν διαβάσει τον ιδιάζουσας φόρμας «Δράκουλα» του Μπραμ Στόκερ, άλλωστε. Το αναφέρουμε λιγότερο επειδή η αντίδραση πολλών δεν θα ήταν «α, ακόμα μια ταινία με Δράκουλα», που σε τελική ανάλυση αφορά ελάχιστα ένα κείμενο κριτικής αποτίμησης, και περισσότερο γιατί αποτελεί ένδειξη ενός βασικού προβλήματος στην ταινία του Αντρέ Έβρενταλ, που είναι εκείνο της διαρκούς κατάδειξης της απειλής. Για ποιο λόγο προσλαμβάνεις τον Τομ Στερν, ο οποίος στο πλευρό του Κλιντ Ίστγουντ γνωρίζει όσο λίγοι τη δραματική λειτουργία της σκιάς, την ενίσχυση της φιλμικής εμπειρίας μέσω αυτής και δεν αξιοποιείς αυτή του την ικανότητα; Μα, δείτε πόσο αποτελεσματική είναι η ομιχλώδης σκηνή στο κατάρτι, όπου το τέρας χτυπά και φεύγει σε κλάσματα του δευτερολέπτου, η οποία για κάποιον ανεξήγητο λόγο έρχεται βαθιά στη τρίτη πράξη του έργου.
Έπειτα, όταν η δυναμική ανάμεσα στα μέλη του πληρώματος είναι νευραλγικής σημασίας για το έργο, χρειάζεσαι ένα καλύτερο σενάριο, πάνω από όλα χρειάζεσαι να έχεις και κάτι να πεις. Για παράδειγμα, στην ατάκα «έφαγε ότι υπήρχε στην πατρίδα μου και γι’ αυτό πηγαίνει στο Λονδίνο» ενός λαθρεπιβάτη, υπάρχει μια ανεκμετάλλευτη ευκαιρία για μια όντως ασυνήθιστη προσέγγιση του τέρατος: η ιδέα ενός Δράκουλα - εκπροσώπου της άρχουσας τάξης, που αφαιμάζει τους φτωχούς κατοίκους της Ρουμανίας και, αφού καταναλώσει τα πάντα, μετακομίζει στη χώρα του laissez- faire, laissez –passer είναι μια πρώτης τάξεως αφορμή για μια παραβολή για τη μετάβαση από τη φεουδαρχία στην ελεύθερη οικονομία, αλλά, δεδομένου του μέχρι τώρα βιογραφικού του, μάλλον πολλά ζητάμε πολλά από τον Έβρενταλ. Ακόμα και η τελική επιβίωση των εκπροσώπων δυο ιστορικά κατατρεγμένων κοινωνικών ομάδων –δεν κάνει να γράψουμε πιο πολλά προς το παρόν- περισσότερο μια αντανάκλαση των καιρών είναι, μια στήριξη της εκπροσώπησης, αν θέλετε, που εξαντλείται στο εξωκινηματογραφικό, ενδοβιομηχανικό της σκέλος.
Τι μένει; Η λεπτοδουλεμένη σκηνογραφία που, για τους φαν του παλιομοδίτικου τρόμου αρκεί για να νιώσουν λίγο σαν στο σπίτι τους εντός των ξυλένιων τοιχωμάτων του «Demeter», η παιδική χαρά της παρακολούθησης ενός horror εποχής, που σπάνια προτιμάται από τα στούντιο λόγω κόστους, και κάποιες συνθέσεις του Τομ Στερν, που είπαμε, δεν αξιοποιούνται από τον Έβρενταλ στις επαναλαμβανόμενες βινιέτες τρόμου που στήνει, οι οποίες περιορίζουν τις αρετές τους στη γλαφυρή απεικόνιση του πλάσματος και των αιματηρών αποτελεσμάτων των επιθέσεών του. Κρίμα.