Black Stone
Black Stone
Δυο νεαροί κινηματογραφιστές οι οποίοι καταγράφουν με την κάμερά τους το θέμα των δημοσίων υπαλλήλων «φαντασμάτων» στις ελληνικές, δημόσιες, υπηρεσίες, θα πέσουν κατά λάθος πάνω σε μια μάνα η οποία αναζητάει τον εξαφανισμένο γιο της.
Μεγάλου μήκους ντεμπούτο για τον, μέχρι πρότινος, μικρομηκά Σπύρο Ιακωβίδη, το «Black Stone» αποτελεί μια μικρογραφία της ελληνικής κοινωνίας, μπλέκοντας με τρόπο γλυκόπικρο τα παράδοξα και τις αντιθέσεις της καθημερινότητας στην Ελλάδα του σήμερα, φέρνοντας στο προσκήνιο τον «στυλοβάτη» της εγχώριας πραγματικότητας, την Ελληνίδα μάνα, αποσπώντας παράλληλα εξαιρετικές ερμηνείες από όλους τους ηθοποιούς του, και ιδιαίτερα από την σαρωτική Ελένη Κοκκίδου στον πρωταγωνιστικό ρόλο.
Η κυρία Χαρούλα (Κοκκίδου) ψάχνει εναγωνίως τον γιο της Πάνο (Αχιλλέας Χαρίσκος) ο οποίος δεν έχει δώσει σημεία ζωής εδώ και μέρες. Όταν εντελώς τυχαία ένα κινηματογραφικό συνεργείο βρεθεί στην πόρτα της, η Χαρούλα, πιστεύοντας ότι είναι από τις ειδήσεις, θα ζητήσει την βοήθειά τους προκειμένου να τον εντοπίσει. Οι δυο νεαροί οι οποίοι γυρίζουν μια ταινία για τους μόνιμα «εξαφανισμένους» δημόσιους υπαλλήλους της χώρας, θα μπλεχτούν άθελά τους σε μια οικογενειακή περιπέτεια, στην οποία η Χαρούλα, μαζί με τον άλλο της γιο, τον Λευτέρη (Julio Γιώργος Κατσής), αλλά και έναν Ελληνό- Αφρικανό ταξιτζή, τον Μιχάλη (Kevin Zans Ansong), θα προσπαθήσουν να βρουν και να φέρουν τον Πάνο πίσω στο σπίτι.
Κωμικοτραγική ιστορία καθημερινής τρέλας, αποδοσμένη σκηνοθετικά υπό την μορφή ψευδοντοκιμαντέρ, το «Black Stone» αποτελεί συνολικά ένα κερδισμένο στοίχημα για τον Σπύρο Ιακωβίδη και τους συνεργάτες του, οι οποίοι με χαμηλότατο budget και δύσκολες συνθήκες γυρισμάτων (τα γυρίσματα πραγματοποιήθηκαν κατά την «σκληροπυρηνική» περίοδο της πανδημίας), κατάφεραν να δημιουργήσουν ένα άρτιο, αισθητικά φιλμ, στον πυρήνα του οποίου βρίσκονται μερικές θαυμάσιες ερμηνείες, αλλά και ένας καθόλα εύστοχος (και αρκούντως καυστικός) σχολιασμός της σύγχρονης, κοινωνικής/ταξικής κατάστασης στην Ελλάδα.
Θεματικά, στο προσκήνιο βρίσκεται η υπερπροστατευτική μάνα της Κοκκίδου, που σηκώνει όλη την ταινία στις πλάτες της, μια φιγούρα γνώριμη και καθολικά «ελληνική», άμεσα συνυφασμένη με το εγχώριο μεγάλωμα του καθενός και της καθεμιάς από εμάς. Η απουσία του πρωτότοκου από το σπίτι έχει σημάνει συναγερμό και αυτό σημαίνει πως η Χαρούλα θα κινήσει γη και ουρανό προκειμένου να βρει το παιδί της, ακόμα και αν το εν λόγω παιδί πλησιάζει τα σαράντα και στην τελική μπορεί να κάνει με την ζωή του ό,τι θέλει, ακόμα και να ρίξει «μαύρη πέτρα» πίσω του. Τα πράγματα όμως δεν είναι τόσο απλά. Οι λογαριασμοί τρέχουν, η μάνα δεν δουλεύει, ο Λευτέρης βρίσκεται σε αναπηρικό αμαξίδιο και η καθημερινότητα είναι σκληρή και επίπονη. Τα πάντα εξαρτώνται από την επιστροφή του «ασώτου υιού».
Αν και πράγματι οι δυσκολίες του να ζει κανείς στην Ελλάδα είναι κάτι παραπάνω από χειροπιαστές στην ταινία (αλλά και γενικά στην πραγματική ζωή θα πούμε εμείς), το σενάριο των Ιακωβίδη-Ζίαντ Σεμάν, δεν καταλήγει ποτέ υπερβολικά βαρύ ή δραματικό, αφήνοντας στην άκρη την όποια υπόνοια διδακτισμού, για χάρη του σωτήριου χιούμορ. Εδώ οι χαρακτήρες μοχθούν και αγωνίζονται, αλλά ταυτόχρονα δεν υπάρχει τίποτα το μοιρολατρικό αναφορικά με την κατάστασή τους, αντιθέτως, ο αυτοσαρκασμός, το μαύρο χιούμορ και το ανάλαφρο, κωμικό στοιχείο που είναι διάχυτο σε όλο το φιλμ αποτελούν μονόδρομο απέναντι στην ξενοφοβία και την ανέχεια του ελληνικού συστήματος.
Στο «Black Stone» η Αγία Ελληνίδα Μάνα έχει την τιμητική της και βρίσκει τον ιδανικότερο εκπρόσωπό της στο πρόσωπο της Κοκκίδου, σε μια ειλικρινή tour de force. Στο πλευρό της ο Kevin Zans Ansong, γνωστός και από την καριέρα του στο ελληνικό ραπ ως Νέγρος του Μοριά, είναι αποκάλυψη στον ρόλο του Μιχάλη, ενώ και ο Julio Γιώργος Κατσής, ως Λευτέρης δίνει μια ειλικρινέστατη ερμηνεία βάλσαμο για τα μάτια μας.
Μια αναπάντεχα feelgood ταινία, το «Black Stone» συγκεντρώνει σεναριακά, όλα εκείνα που μας κάνουν να μισούμε και να αγαπάμε ταυτόχρονα, με το ίδιο πάθος, τούτον τον τόπο. Must κινηματογραφική εμπειρία που δεν θες να χάσεις.