Αξιαγάπητη - ταινιες || cinemagazine.gr

Αξιαγάπητη

Loveable/Elskling

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

2024
    ΠΑΡΑΓΩΓΗ: Νορβηγία
    ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Λίλια Ινγκολφσντότιρ
    ΣΕΝΑΡΙΟ: Λίλια Ινγκολφσντότιρ
    ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Χέλγκα Γκούρεν, Όντγκερ Τούνε
    ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Ούστιν Μάμεν
    ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 103'
    ΔΙΑΝΟΜΗ: One From The Heart
    Αξιαγάπητη

Η ιστορία ενός οδυνηρού χωρισμού μέσα από το βλέμμα μιας γυναίκας η οποία θα χρειαστεί να αντιμετωπίσει τον ανεξερεύνητο χαρακτήρα της, τις ευθύνες αλλά και όσα τελικά την λυτρώνουν. Νορβηγική παραγωγή και ντεμπούτο μιας σκηνοθέτιδας που έχει τις «αρμόδιες» σκανδιναβικές καταβολές αλλά και μια μοντέρνα ροπή αυθεντικής ενδυνάμωσης. Προβληματικό εν μέρει, απαραίτητο εν συνόλω.

Από τον Ηλία Δημόπουλο

Η προσέγγιση φύλου στην ιστορία μιας νεαρής διαζευγμένης με δύο παιδιά γυναίκας, που ερωτεύεται κεραυνοβόλα έναν τύπο «που βάζει στο μάτι» και τελικά παντρεύεται για να αντιμετωπίσει 7 χρόνια μετά ένα ακόμα οδυνηρότατο τη φορά αυτή διαζύγιο, μοιάζει πειστική αφετηρία. Είναι και πόνημα, οριζοντίως και καθέτως, μιας γυναίκας δημιουργού, διαλέγει και την οπτική γωνία της πρωταγωνίστριας, ασκεί και την εκ των έσω κριτική, τι πιο εύλογο;

Η αλήθεια είναι όμως ότι μια τέτοια επιλογή, ιδίως από άνδρα κριτικό, κάποιας ηλικίας και εμπειρίας στην θεματολογία της ταινίας υπολογιζόμενης, είναι ναρκοπέδιο. Να είμαστε ειλικρινείς, η θεωρητική κριτική φιλολογία δεν είναι ποτέ ελεύθερη ατζέντας. Είτε υπαγορευόμενης από ένα «αντικειμενικό» αναλυτικό σύστημα, ή επηρεασμένης από μια προσωπική σταυροφορία, είτε ακόμα και από μια φυσική επιρροή που ασκεί υποσυνείδητα η de facto κατάσταση του γράφοντος. Ας ιδωθεί λοιπόν η ταινία ως μη άρρηκτα σχετιζόμενη με το φύλο της ηρωίδας. Ας δοθεί όμως και το εύσημο στην δημιουργό: Έφτιαξε μια ταινία από αυτές που ίσως σταδιακά θα χρειαστεί να ονομάσουμε «κριτικό σινεμά φεμινιστικής ωριμότητας» στην εποχή που έφερε και επέβαλε τον φεμινισμό στην ανάγνωση (και) του Κινηματογράφου.

Ξέρει πολύ καλά για τι πράγμα μιλάει, ξέρει  ότι πατά σε πολλές βάρκες ταυτόχρονα και επιζητά μια ταινία να μπορεί να ιδωθεί, που να ξέρει ακριβώς πώς θέλει να πει όσα έχει να πει

Η Μαρία της ταινίας λοιπόν, όπως τόσοι και τόσοι, είναι ένας άνθρωπος με βαθιά ριζωμένη παθολογία. Είναι στερημένη και καλομαθημένη ταυτόχρονα, είναι ενεργητικά και παθητικά επιθετική, είναι οργισμένη και δεν το υπολογίζει, είναι υπόλογη και έρμαιο σειράς λάθος -σοβαρών- επιλογών. Είναι «αντιπαθητική» επίσης, και σε αυτό υπάρχει μεγαλουργία σκηνοθεσίας και κάστινγκ. Η Χέλγκα Γκούρεν έχει μεμιάς την φυσιογνωμία της ομορφιάς, της εγωπαθούς επιμονής, της στρυφνότητας και της θλίψης και η σκηνοθεσία της ξέρει να αντλήσει και να παίξει κατά βούληση. Η ερμηνεία και η παρουσία της είναι σαρωτική. Και είναι ακόμα σαρωτικότερη όταν πάψει να θέλει να είναι όπως μέχρι τότε σαρωτική, όταν από τις στάχτες της, δειλά κι αποφασισμένα μαζί, αναγεννιέται. Όπως θα καταλάβατε η ταινία θα παρακολουθήσει την πτώση, την συνειδητοποίηση και την αφετηρία μιας ανάδυσης.

Οι σκανδιναβικές καταβολές γραφής, ερμηνείας και έντασης ξεκινούν σχεδόν ακαριαία έναν χορό φαντασμάτων και αυτό είναι αλήθεια δεν είναι εύκολος αντίπαλος. Υπάρχουν φορές στο έργο που το μπεργκμανικό φάσμα ανοίγεται και διάπλατα εκθέτει την ταινία. Στο στιλ, στην απόσταση κινηματογράφησης του προσώπου, στον ρυθμό, στην ατρόμητη στάση έναντι περιπλοκών που κάποιοι θα χαρακτήριζαν «ανυπέρβλητες». Σε αυτά η Ινγκολφσντότιρ αντιπαρατάσσει κυμαινόμενους ρυθμούς, αξιόλογο μα δεδομένα ελαττωματικό έλεγχο του τόνου (δεν είναι εύκολη αυτή η διελκυστίνδα από τον κρότο του τάχιστου μοντάζ στη νηνεμία του μονοπλάνου), γερό παίξιμο και σεναριακή πληρότητα στις διηγήσεις των επεισοδίων. Ξέρει πολύ καλά για τι πράγμα μιλάει, ξέρει πολύ καλά ότι πατά σε πολλές βάρκες ταυτόχρονα και επιζητά μια ταινία να μπορεί να ιδωθεί, που να ξέρει ακριβώς πώς θέλει να πει όσα έχει να πει. (Στην σκηνή του καθρέφτη βέβαια παίρνει μια ενσυνείδητα αυθάδικη, για τα δεδομένα της, ελευθερία και όσο καθαρτήρια και συγκινητική θα είναι για κάποιους, άλλο τόσο ατμοσφαιρικά ολέθρια θα είναι για άλλους. Θα την υπερασπιστώ, πρωτάρα είναι έστω στα 48 της, όμως η αλήθεια είναι ότι το σενάριο κουβαλά την σπλαχνική ένταση της σκηνής, όχι η σκηνοθεσία του.)

Μένει ένα φινάλε, σε συζήτηση με την ευφυέστατη σκηνή στα μισά του έργου που αλλάζει την σκοπιά, που εισάγει την αυτοπαρατήρηση και θεμελιώνει μια ταινία θεραπευτικής, αν όχι ισχύος σίγουρα φιλοδοξίας. Δεν είναι μικρό πράγμα. Ακόμα κι αν η κυνική ματιά θα έβλεπε μια υπέρμετρη αγκίστρωση στην life coaching διαδικασία (στο 2ο μισό της η ταινία μοιάζει γεννημένη για συνεδρίες), η αφήγηση καταφέρνει να σταθεί όρθια και να μην εγκαταλειφθεί ούτε σε μακρηγορία, ούτε σε απεραντολογία θεραπευτικού καναπέ (αντίθετα, έχει την εξαιρετική σκηνή σε αυτόν), μα ούτε και σε ανεδαφικές ροδοχρωμίες. Όπως συνήθως συμβαίνει, είναι καλό να μάθεις όσο πιο έγκαιρα γίνεται ότι αρμενίζεις λοξά, προτού αφιχθείς σε μέρη τρομακτικά διαφορετικότερα του αρχικού προορισμού σου.

ΟΛΕΣ ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
  • Αξιαγάπητη
  • Αξιαγάπητη