Ο Μπομπ Ντίλαν είναι ακόμα, είναι πάντα εδώ - αφιερωματα , θεματα || cinemagazine.gr
11:54
27/3

Ο Μπομπ Ντίλαν είναι ακόμα, είναι πάντα εδώ

8 χρόνια μετά το τελευταίο δείγμα πρωτότυπου υλικού, o 79χρονος νομπελίστας μας επισκέπτεται διακριτικά, συντροφικά -και μέγιστα- με ένα 17λεπτο τραγούδι για την δολοφονία του JFK, το '60, τον 20ό αιώνα, το παρόν, το μέλλον.

Από τον Ηλία Δημόπουλο

Θα ρωτήσει κάποιος, «τι σχέση έχει αυτό με τον κινηματογράφο;». Θα του απαντήσουμε ότι τώρα, περισσότερο από ποτέ, όλες οι καλλιτεχνικές εκφράσεις είναι ένα, όλοι δίνουμε αυτό που μπορούμε (κι ίσως και κάτι παραπάνω) οβολό στη κοινή προσπάθεια αντοχής και υπέρβασης της δυσκολίας. Ο Ντίλαν δεν θα μπορούσε να σιωπήσει.

Και δεν είναι ότι ο άνθρωπος πάσχισε ποτέ για την εύκολη δημοσιότητα. Δεν ακολούθησε ποτέ δρόμους που θα του χάριζαν την «αθανασία» μια ιδεολογίας, ενός πεζοδρομιακού κινήματος, μια στενής κίνησης που τελικά δεν θα υποστήριζε και πολλά περισσότερα από τον εαυτό της. Με ένα 17λεπτο τραγούδι δεν μοιάζει να ενδιαφέρεται και τόσο ούτε για τον ραδιοφωνικό αέρα. Ο Ντίλαν πάντα ακολούθησε τον μοναχικό δρόμο του βάρδου του παραμυθιού. Πήγαινε μόνος μπροστά, έγραφε και τραγουδούσε αυτό που καταλάβαινε. Μόνο αργότερα, όσοι εξ ημών μπορέσαμε ή θελήσαμε, βρήκαμε στο δρόμο και τη γραφή του εκείνο που χρειαζόταν. 

Έτσι και τώρα. Μ' ένα στιχούργημα αυτόχρημα μεγαλειώδους πλοκής, σύνθεσης και δομής, ο Ντίλαν διηγείται μια ιστορία που ξεκινά με την ηλιόλουστη μέρα στο Ντάλας εκείνου του Νοεμβρίου του 1963. «Μια καλή μερά να ζήσεις, μια καλή μέρα να πεθάνεις». Κι από κει, ψιθυριστά, αφηγηματικά, σαν παραμύθι που ακούγεται γαλήνια στη τρικυμία της εποχής, μ' ένα πιάνο, ένα βιολί και σχολιαστικά, χαϊδευτικά τύμπανα, ξεκινά μια δαιδαλώδη διαδρομή στη πολιτική, την ιστορία, το σινεμά, τη μουσική (πολλή μουσική) μιας εποχής, την ατμόσφαιρα ενός αιώνα στην, ίσως, καθοριστικότερη δεκαετία του. Το Murder Most Foul ψάχνει την ακρωτηριασμένη ψυχή της Αμερικής, τον απόηχο της ποπ κουλτούρας, την ελευθερία μιας φαντασίας κουλτούρας γενικώς.

Δανειζόμενοι τη γραφή ενός άλλου σημαίνοντος, που είναι κοντύτερα σε μας τους κινηματογραφικούς, του Γούντι Άλεν, από τις «Μέρες Ραδιοφώνου» του, του έργου του πάνω στη βοή της μνήμης στο πέρασμα του χρόνου, ακούμε τον Ντίλαν να θυμάται πρόσωπα, λόγια, επεισόδια, να αναμοχλεύει τα δύσκολα, προτού όλα αυτά γίνουν στη σκόνη του χρόνου όλο και λιγότερο ευκρινή, όλο και πιο θαμπά.

Η τραχιά φωνή, η σοφή «φωνή», μας είχε λείψει πολύ. Thanks Bob.