Σκοτώστε τον Βενσάν
Vincent must Die
Yποσχόμενο ντεμπούτο, όχι πλήρως ανεπτυγμένο, μα εύστοχο στην κριτική του προς τη σοσιομιντιακή πρακτική και τη χολερικότητα των τρόπων της.
Το concept του «Σκοτώστε τον Βενσάν» παραπέμπει σε επεισόδιο της «Ζώνης του Λυκόφωτος». Eν έτει 2024, βέβαια, οι περισσότεροι θα έλεγαν ότι θυμίζει επεισόδιο του «Black Mirror», ειδικά αν ήταν πιο άμεσα συνδεδεμένο με την τεχνολογία. Είναι, αλλά όχι άμεσα - θα έρθουμε και σ’ αυτό. Στην ταινία, λοιπόν, ένας υπάλληλος, ο Βενσάν, γίνεται αναίτια στόχος επιθέσεων από συναδέλφους, γείτονες και άγνωστους στον δρόμο. Οι άνθρωποι μετατρέπονται κυριολεκτικά σε ζόμπι επιθετικότητας και το ερέθισμα είναι κάτι απροσδιόριστο στα φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά του ήρωα.
Καταρχάς, ο Στεφάν Καστάν φέρνει μια παραλλαγή σε ένα γνώριμο μοτίβο του σινεμά του φανταστικό, φέρνει όμως και κάτι ακόμα. Iδιοφυώς στην εισαγωγή βάζει τον Βενσάν να κάνει ένα ας πούμε απρεπές αστείο σε βάρος πρακτικάριου που εργάζεται στην ίδια επιχείρηση. Ο πρακτικάριος θα είναι ο πρώτος που θα του επιτεθεί λίγο αργότερα. Δίνεται έτσι η εντύπωση ότι η επίθεση έχει το έρεισμά της εκεί, ενώ στην πραγματικότητα δεν υπάρχει αιτία κι αφορμή. Ακριβώς, δηλαδή όπως στον θαυμαστό σοσιομιντιακό κόσμο αφορμές ανάλογης σημασίας μοιάζουν να στέκονται λόγος ώστε οι χρήστες να εκτονώσουν τα επιθετικά τους ένστικτα, τα αίτια όμως πηγάζουν από την ίδια την ανάγκη εκτόνωσης, που βρίσκει ένα συνήθως φαιδρό επιχείρημα – όταν βρίσκει- προκειμένου να δικαιολογήσει την ύπαρξή της. Κι επειδή ο όχλος, ή πιο σωστά, ο εναρμονισμός μαζί του αίρει τον καταλογισμό στη συνείδηση του δράστη, συνήθως η επίθεση στρέφεται σε πρόσωπο που δέχεται τα πυρά πολλών ακόμα την ίδια περίοδο.
Παρατηρούμε ότι για ακόμα μια φορά το κοινωνικό σχόλιο έρχεται να φωλιάσει στο σινεμά είδους. Επειδή, όμως, για σινεμά πρόκειται και όχι για επεισόδιο «Ζώνης του Λυκόφωτος», απαιτείται και μια δραματουργική ανάπτυξη - εκτός κι αν πρόκειται για σινεμά ιδεών, εκεί η ανάπτυξη εννοείται αλλιώς - η απουσία της οποίας μπορεί να καλυφθεί από σκηνές που υπηρετούν το είδος, όταν πρόκεται για ταινία είδους. Τίποτε, από τα δύο δεν συμβαίνει εδώ. Μετά την πρώτη πράξη, συστήνεται ένας νέος χαρακτήρας και φέρνει μαζί του μια άλλη ταινία, όχι συντρέχουσα την πρώτη, αφήνοντας την αίσθηση ροκανίσματος του χρόνου. Όσο για το είδος, παραμερίζεται εντελώς μέχρι να έρθει μια ομολογουμένως καλοστημένη, αποκαλυπτική σεκάνς καρπεντερικής μουσικής υπόκρουσης και καλά οργανωμένου ...χάους.
Έτσι το φινάλε, που θέλει να καταλήξει σε ένα νέου τύπου κοινωνικό συμβόλαιο, αποδεχόμενο την σύμφυτη επιθετικότητα του ατόμου και την εγγενή αδυναμία του κόσμου να προσαρμοστεί στην πλατωνική ιδέα της πολιτικά ορθής εκδοχής του, μένει ανυποστήρικτο. Μολαταύτα, πρόκειται για υποσχόμενο ντεμπούτο. Αναμένουμε με προσμονή τη συνέχεια, πάντα υπό την προϋπόθεση ότι η βιομηχανία δεν θα σκοτώσει τον Καστάν.