Σιλβέστερ Σταλόνε: Μια ζωή που έγινε σινεμά - αφιερωματα , θεματα || cinemagazine.gr
9:28
6/7

Σιλβέστερ Σταλόνε: Μια ζωή που έγινε σινεμά

78 ετών σήμερα ο Σιλβέστερ Σταλόνε, δημιουργός του «Ρόκι», τριών κινηματογραφικών franchises και κάτοχος του αμφίβολου προνομίου να είναι ένας από τους μεγαλύτερους αλλά και πιο κυνηγημένους από την κριτική σταρ της ιστορίας του Χόλιγουντ.

Από τον Ηλία Δημόπουλο

Πίσω στα μέσα της δεκαετίας του '80 με θυμάμαι σε διαρκή ένταση με το περιβάλλον καθώς οι δύο ηθοποιοί που μου άρεσαν σε παθολογικό βαθμό, ο Κλιντ Ίστγουντ και ο Σιλβέστερ Σταλόνε ήταν, για τους κριτικούς, από φασιστοειδή μέχρι άναρθροι ηλίθιοι.

Κοντά 40 χρόνια μετά, ο πρώτος έχει αναθεωρηθεί πλήρως, βγάζοντάς κάποιους κριτικούς ελαφρώς επιπόλαιους και ο δεύτερος έχει αντέξει αρκετά ώστε οι περισσότεροι επικριτές να έχουν κουραστεί, άλλοι να έχουν δει την κακώς εννοούμενη εμπάθεια των λόγων τους και η νεότερη κριτική γενιά, πού πήρε ένα μέρος της κριτικής σκυτάλης, να βλέπει τον Σταλόνε κοντύτερα σε αυτό που είναι: Ένας χαρισματικός σταρ, ένας ενίοτε πολύ καλός, γενναίος ηθοποιός και, περισσότερο, ένας auteur - μυθοπλάστης της ιστορίας της ζωής του.

Η οποία ιστορία είναι γνωστή φαντάζομαι στους περισσότερους, μια πραγματική αφήγηση αμερικανικού ονείρου, ένας underdog με πενταροδεκάρες στην άκρη που τρώει το φαγητό του σκύλου του, γράφει το σενάριο του «Ρόκι» σε τρεις μέρες, το πάει στα στούντιο, ενθουσιάζονται αλλά στο πρώτο ρόλο θα είναι ο Ράιαν Ο' Νιλ. Ή ο Μπαρτ Ρέινολντς. «Δεν γίνονται αυτά τα πράγματα» απαντά ο άσημος 29χρονος, αρνείται όλο και μεγαλύτερα ποσά, το στοίχημα μοιάζει εξωπραγματικό, «ή εγώ ή τίποτα» λέει στην United Artists και για κάποιο παράξενο λόγο το ένστικτο κερδίζει τον καπιταλισμό και δέχονται. Δεν ήταν λάθος τους. Ο πρώτος «Ρόκι» μάζεψε δέκα υποψηφιότητες και τρία βραβεία, μεταξύ των οποίων και το Καλύτερης Ταινίας του 1976. Αρκετοί έχουν ακόμα πρόβλημα μ' αυτό, λάθος κάνουν, δεν πειράζει, η καλύτερη ταινία για την Ακαδημία ήταν και παραμένει το «Ρόκι». 

Το κεφάλι του Σταλόνε ξεβίδωσε ελαφρώς με την τεράστια επιτυχία του έργου και πως να μην, θα ρωτήσει κάποιος, αφού κάνεις ντεμπούτο και παίρνεις υποψηφιότητα ερμηνείας και σεναρίου (άδικη ήττα απ' το προφητικό μα και αφόρητα δημαγωγικό, για τον υπογράφοντα, «Δίκτυο») . Ο «Ρόκι» ήταν ένα τέλειο έργο με ίσες δόσεις χιούμορ, δράματος και underdog υπαρξισμού, στα χνάρια της χαρακτηρολογίας ενός «Λιμανιού της Αγωνίας», παρά ενός success story, που φυσικά αρνείται πανέξυπνα τις ατραπούς του αμερικανικού ονείρου - ο Ρόκι θα χάσει τον αγώνα, θα κερδίσει την αξιοπρέπειά του.

Στα 30 του ο Σταλόνε γίνεται παιδί του αμερικάνικου θαύματος και το αρνείται το ίδιο βράδυ; Στο «Ρόκι» ναι. Στην πράξη ο Sly θα αποδειχθεί για αρκετά χρόνια ένας γεννημένος σταρ, ένα μαγικό αποκύημα μιας εποχής που την αντιλαμβάνεται καλύτερα από κάθε άλλον - προς όφελος της καριέρας του - αλλά και κάποιος που, όπως λέει κι ο ίδιος, ήθελε όταν μεγαλώσει να μοιάσει περισσότερο στο δημιούργημά του, τον αξιαγάπητο αλήτη από την Φιλαδέλφια.

Το 1981, μετά από φιλότιμες αποτυχίες (εγώ τις αγαπώ, μην μπερδευτούμε) κι ένα ακόμα, περίπου άψογα μιμητικό sequel που σκηνοθέτησε ο ίδιος, έρχεται το «Πρώτο Αίμα» του Τεντ Κότσεφ, με ήρωα έναν βετεράνο του Βιετνάμ που αντιδρά (κάπως βίαια..) στην πολιτεία που δεν τον δέχεται. Η ταινία χτυπάει φλέβα, είναι ένα άριστο action προεκτάσεων και ο Σταλόνε για πρώτη φορά δείχνει να πείθει σαν ένα σκοτεινό flip side του προηγούμενου ήρωά του. Ο Τζον Ράμπο είναι απότοκο μιας πολιτικής/πολεμικής πραγματικότητας, διαζευγμένος απ' τον κατεστημένο πολιτισμό, παιδί του συστήματος και de facto αναρχικός συνάμα, οριστικά δοσμένος στο δικό του, στρατιωτικό και όχι μόνο, σύστημα αξιών. Το μαγικό '80 για τον Σταλόνε έχει αρχίσει.

Το 1985 θα είναι η χρονιά της απόλυτης ακμής, της κριτικής κατεδάφισης και της αρχής ενός τέλους. Το «Ρόκι 4» και το δεύτερο «Ράμπο» εισπράττουν αστρονομικά ποσά, ο αρσενικός νεαρόκοσμος ζει στην υστερική νιρβάνα του, οι κριτική λυσσομανάει, ο Ρίγκαν ανοίγει συγκεντρώσεις με Σπρίνγκστιν και «Born in the USA» δηλώνοντας πως θα στείλει τον Ράμπο να λύσει την εξωτερική πολιτική της χώρας του. Ω, μα ήταν μια τέτοια εποχή το '80, τόσο γραφική, τόσο παράξενη και τόσο λάθος. Για το τραγούδι του Μπρους είναι δεδομένο πως κανείς δεν διάβασε τους στίχους του. Όπως και για το δεύτερο Ράμπο, κανείς δεν κατάλαβε τι έβαζαν οι Σταλόνε και Κάμερον πίσω από την μιλιταριστική ιστορία. Σήμερα, με τους καπνούς κατακαθισμένους είναι σαφέστερο πως πίσω από τον Ράμπο ο Σταλόνε δομούσε και πάλι την δική του ιστορία, του αμερικανού loner, του αναρχικού που ξέρει από μέσα όμως πως λειτουργεί ένα σύστημα, του macho που κοιτάζεται στον καθρέφτη και παρατηρεί τον μηχανισμό ευνουχισμού του και, τελικά, ενός «ανυπόληπτου» auteur που βλέπει την κατάσταση της Αμερικής μέσα από την ιστορία μιας φαντασιωτικής επούλωσης των τραυμάτων της.

Μετά το '85 ο Σταλόνε καταλαβαίνει πως ο χρόνος σταρ ημιζωής του βαίνει προς λήξη και προσπαθεί με ελάσσονες δημιουργίες (που εγώ αγαπώ είπαμε) να τροποποιήσει την περσόνα του. Αποτυγχάνει κι ανατρέχει στον πέμπτο Ρόκι - ένα run for cover που θα έλεγε κι ο Χίτσκοκ προς επανεύρεση μιας αρχικής αξίας. Όμως και ο Ρόκι, δείχνει την κόπωσή του στον κόσμο, τα εισιτήρια στην δεκαετία του '90 που ανοίγεται δεν (μπορεί να) είναι ίδια.

Νέα αναθεώρηση του macho ήρωα με εγχειρήματα στην κωμωδία («Oscar» του Τζον Λάντις) ατυχεί, έρχεται σαν διάλειμμα το «Cliffhanger» του '93, πετυχαίνει διάνα και αποδεικνύει πως αν στην Αμερική ασθμαίνει, στον κόσμο είναι από τους πιο αναγνωρίσιμους πρωταγωνιστές.

Το '97 ο Σταλόνε θυμάται τις method acting ρίζες του κι επιχειρεί το «Copland», την ταινία στην οποία χαλά το σώμα κατατεθέν του για χάρη της καλλιτεχνικής ακεραιότητας. Ριμέικ του «Το Τραίνο Θα Σφυρίξει Τρεις Φορές», Nτε Νίρο, Καϊτέλ από δίπλα για τα μπόσικα, το πρωτοκλασάτο Χόλιγουντ μια φορά δεν έμοιαζε να συμμερίζεται ανησυχίες κριτικών, μεγάλη, υποτιμημένη ερμηνεία κι ωραίο έργο, όμως το τηλέφωνο μετά από δω «ποιος είστε κύριε;», παύει να χτυπά. Η σκοτεινή εποχή μέτριων παραγωγών με ατού τους μόνο την παρουσία του και η ρετσινιά του straight to video έχει αρχίσει.

Όμως ο Sly δεν έχει τυχαίο κόκκαλο πάνω του. Αντέχει, συμμορφώνεται, προσγειώνεται, συντάσσεται με την ηλικία του και περιμένει. Σχεδόν δέκα χρόνια μετά, το 2006, έρχεται ένας «Rocky Balboa» - με σκηνοθέτη, φυσικά, τον ίδιο. Κανείς δεν τον περίμενε, κλασσικά οι κριτικοί διερωτήθηκαν τι κάνει αυτός εδώ ακόμα, όμως ο Sly είχε ακόμα stuff in the basement και παραδίδει το έργο της όσμωσης μιας ζωής πραγματικής (η δική του ζωή) και μιας ζωής αληθινής (της αφήγησης του ήρωά του) που συγκλονίζει τους λάτρεις και κάνει τους περισσότερους κριτικούς να κρύβουν τα χαρτομάντηλα με τρεμάμενο χέρι. Η τέχνη μιμείται τη ζωή που μιμείται την τέχνη που...δεν έχει τελειωμό.

Δυο χρόνια μετά έρχεται νέο αριστοτεχνικό sequel 20ετίας. Το «Τζον Ράμπο», πάλι σε σκηνοθεσία/σενάριο δικά του, είναι η επιτομή της άλλης πλευράς, ένα γκροτέσκ, αιματοβαμμένο (σαν) graphic novel, η περιοχή που το χάρτινο φαντάζει αληθινό, η πραγματική χώρα του σκοτεινού ήρωα του Ντέιβιντ Μορέλ. Ο Σταλόνε είναι και πάλι εδώ, δυο δεκαετίες ύστερα από την μεγάλη δόξα, όμως τώρα τα πράγματα αρχίζουν να περιέχουν αληθινή φήμη κι ο ίδιος δεν θυμίζει σε τίποτα τον αυτάρεσκο κι εγωπαθή megastar της πρώτης του νεότητας.

Το 2010 έρχονται οι «Αναλώσιμοι», κάνουν πλάκα με τους εαυτούς τους και με μια εποχή filmmaking, κάθε επεισόδιο είναι και καλύτερο κι ο Σταλόνε στο κέντρο και στην άκρη, εμπνευστής, πρωταγωνιστής και γενναιόδωρος με τους πάντες, ζει μια όψη stardom που δεν θυμίζει σε τίποτα κανέναν άλλον στη θέση του (αλλά και ποιος είναι στη θέση του, θα πεις...).

Το 2015, ένας νεαρός μαύρος σκηνοθέτης, ο Ράιαν Κούγκλερ, θέλει να αφυπνίσει τον Rock απ' την γαλήνη του και  ο Σταλόνε με τα χίλια ζόρια λέει το ναι για μια ιστορία «παράλληλου σύμπαντος». 'Ολη η σοφία των χρόνων, όλη η γλυκύτητα της ηλικίας κι όλα τα κότσια ενός ωραίου τύπου, ωραίων παλαιών, «ανδρικών» αρχών, συγκεντρώνεται εδώ και στην πυρηνική ισχύ μιας σκηνής στα lockers του πρώτου Ρόκι, ο Σταλόνε εκρήγνυται ερμηνευτικά και συγκινεί σύσσωμα εμάς, εσάς ακόμα και την κριτική (φαντάσου). Η τρίτη υποψηφιότητα για Όσκαρ (οι πρώτες δύο ήταν 39 χρόνια πριν...) δεν θα γίνει βραβείο, ντροπή ελαφρώς, αλλά η ολική επαναφορά, το κλείσιμο ενός μυθιστορηματικού κύκλου, θα έχει συντελεστεί.

Την τελευταία πενταετία, ενεργός, αγέρωχος και με μια συμπάθεια πια να έχει εντελώς αναποδογυρίσει την παλιά εποχή, ο Sly είναι σε «Guardians of the Galaxy», έκανε ένα απογοητευτικό κλείσιμο (;) του Ράμπο με το «Last Blood», πρωταγωνίστησε σε τηλεοπτική σειρά (το «Tulsa King», παραγωγής Τέιλορ Σέρινταν) και το «Sly» έκανε πρεμιέρα στο Netflix.  

Γερός πάντα, αρκεί.