Κλέφτης Αλόγων
Out Stealing Horses
Η ιστορία μας είναι μία αλληλουχία προσωπικών επιλογών ή μία σειρά τυχαίων συμβάντων; Ο Χανς Πέτερ Μόλαντ διασκευάζει με επιτυχία το ομώνυμο μυθιστόρημα του Περ Πέτερσον «Κλέφτης Αλόγων» και διεκδικεί ως επίσημη υποβολή της Νορβηγίας μία θέση στην Κατηγορία Καλύτερης Διεθνούς Ταινίας στα επόμενα Όσκαρ.
Τα φαντάσματα του παρελθόντος στοιχειώνουν συχνά τις επιλογές του μέλλοντος. Σκοπός είναι να τα αποδεχτείς ή καλύτερα να επιλέξεις πόσο «ζωντανά» είναι. Ο Χανς Πέτερ Μόλαντ, του θαυμάσιου «Με Σειρά Εξαφάνισης» (φέτος σκηνοθέτησε και την «Ψυχρή Καταδίωξη» με τον Λίαμ Νίσον), διασκευάζει το παγκόσμιο best-seller «Κλέφτης Αλόγων» του Νορβηγού Περ Πέτερσον και καταθέτει έναν ελεγειακό στοχασμό για όσα μας διαμορφώνουν στην παιδική ηλικία και τελικά ορίζουν αναπόφευκτα το υπόλοιπο της ζωής.
Η ταινία ξεκινά με ένα ταξίδι επιστροφής. Ο 67χρονος Τροντ (Στέλαν Σκάρσγκαρντ) επιλέγει να περάσει μονάχος την Πρωτοχρονιά του 2000 σε έναν απομονωμένο οικισμό της νορβηγικής ενδοχώρας που είχε επισκεφθεί με τον πατέρα του πριν από 50 χρόνια. Μόνο που το καλοκαίρι του 1948, στο συγκεκριμένο μέρος, είχε συντελεστεί μία ανείπωτη τραγωδία που καθόρισε τις ζωές δυο οικογενειών. Μία τυχαία συνάντηση με έναν παιδικό φίλο θα ανακαλέσει αυτόματα τη μνήμη των γεγονότων.
Ο Μόλαντ αναπτύσσει την ταινία μέσα από μία ταιριαστή, ιμπρεσιονιστική σχεδόν, αφήγηση που παρουσιάζει αντιστικτικά τον παγωμένο χειμώνα των ύστερων χρόνων με τη θέρμη του καλοκαιριού μιας εφηβείας που αφυπνίζεται. Μεγάλος του σύμμαχος, η βραβευμένη στο Φεστιβάλ Βερολίνου διεύθυνση φωτογραφίας του Ράσμους Βίντεμπεκ («Ο Έρωτας της Βασίλισσας») που εκμεταλλεύεται στο έπακρο το φυσικό τοπίο και υπογραμμίζει την ένταση, αλλά και την τρυφερότητα, των στιγμών.
Ένα ώριμο, συγκινητικό δράμα για τις στιγμές της ζωής μας που δεν επιλέγουμε, αλλά πολύ απλά συμβαίνουν
Ο βασικός χαρακτήρας του Τροντ βρίσκεται εν αγνοία του σε ένα μεταίχμιο αλλαγών. Το κυνήγι των αλόγων στην ύπαιθρο παρέα με έναν φίλο του, σκηνή που εμπνέει τον ειρωνικό τίτλο του βιβλίου και της ταινίας, είναι το σύμβολο μιας ορμητικής, παιχνιδιάρικης εφηβείας που θα μετουσιωθεί βίαια σε αναπόδραστη ενηλικίωση. Οι ήρωες της ταινίας θα αντιληφθούν πως η τυχαιότητα είναι αρκετές φορές ο καταλύτης των αλλαγών και εκείνοι πρέπει να αξιολογήσουν άμεσα αν οι επιπτώσεις είναι θετικές ή αρνητικές. Ένας περίλυπος θάνατος, ένας απαγορευμένος έρωτας, μία επερχόμενη εξαφάνιση θα αναγκάσουν τον Τροντ να ωριμάσει απότομα και η άγουρη νεότητα θα υποχρεωθεί να φορέσει ένα νέο «κοστούμι» ευθυνών.
Διόλου τυχαία το αγαπημένο μυθιστόρημα του Τροντ είναι ο «Ντέιβιντ Κόπερφιλντ» του Ντίκενς, και σε πλήρη αντιστοιχία προσπαθεί κι αυτός να αντιληφθεί αν είναι ο πρωταγωνιστής της δικής του ζωής. Ο Μόλαντ αναδεικνύει τη λογοτεχνική ατμόσφαιρα και την αγωνία του ήρωά του, εντάσσοντας τον πλήρως στο φυσικό περιβάλλον, το οποίο διαταράζεται όμως συχνά από τις διαθέσεις των καιρικών (και κατ’ επέκταση κοινωνικών) φαινομένων. Το φως και οι εναλλαγές με το σκοτάδι συνάδουν με τις παλινδρομήσεις των χαρακτήρων της ταινίας και της Ιστορίας, οι ήχοι της φύσης θα ενταχθούν οργανικά στο εξαιρετικό score του συνθέτη Κασπάρ Καέ, μία ξαφνική βροχή θα ξεπλύνει την ένταση της σχέσης του πατέρα - γιου και η εικόνα των αποφλοιωμένων κορμών των δέντρων που παρασύρονται στο ποτάμι, είναι μία ευθεία αναλογία των ηρώων που «επιπλέουν», αλλά καθοδηγούνται από έτερη δύναμη. Η παρουσία του Στέλαν Σκάρσγκαρντ, αν και ελάχιστη στην ταινία, επιβάλλει το ειδικό της βάρος και αιχμαλωτίζει άμεσα το ενδιαφέρον του θεατή, την ώρα που ο πρωτοεμφανιζόμενος Γιον Ράνες κλέβει τις εντυπώσεις ως 17χρονος Τροντ με διαυγή σωματική έκφραση.
Με αφετηρία τους οικογενειακούς δεσμούς που μας αιχμαλωτίζουν, το «Κλέφτης Αλόγων» είναι ένα ώριμο, συγκινητικό δράμα για τις στιγμές της ζωής μας που δεν επιλέγουμε, αλλά πολύ απλά συμβαίνουν. Προάγοντας το μοιραίο, χωρίς όμως να είναι μοιρολατρικό, εντοπίζει κάτι ουσιώδες για την ανθρώπινη φύση: στο τέλος όλοι είναι υπεύθυνοι για το τι επιλέγουν να θυμούνται.