[Κριτική]: Η άβυσσος του τραύματος και μια λύτρωση στην «Λάρα» του Γιαν-Όλε Γκέρστερ - νεα , ειδησεις || cinemagazine.gr
9:38
17/12

[Κριτική]: Η άβυσσος του τραύματος και μια λύτρωση στην «Λάρα» του Γιαν-Όλε Γκέρστερ

Γερμανικό ψυχόδραμα βραδείας - αλλά και τελείας - καύσεως, αποχρώσεων ανάμεσα στον Μπέργκμαν και τον Χάνεκε, με μια δυνατή κεντρική ερμηνεία και μια αίσθηση ψυχολογικού ψηφιδωτού που πρέπει να προσέξεις τις λεπτομέρειές του από την αρχή.

Από τον Ηλία Δημόπουλο

Η Λάρα είναι μια συνταξιούχος που την ημέρα των 60ών γενεθλίων της είναι έτοιμη να πηδήξει από το παράθυρο του διαμερίσματός της. Δεν το κάνει, για τραγικωμικούς λόγους, κι έτσι αναγκάζεται να ζήσει την ημέρα της γιορτής που περιέχει, μεταξύ άλλων, το κονσέρτο προς τιμήν της του γιου της και την επικερδή ειρωνεία της ζωής χάρη στην συνάντησή της με ένα σημαίνον πρόσωπο του παρελθόντος της.

Η «Λάρα» είναι ένας μικρός σεναριακός θρίαμβος, που εξυπηρετείται προσεκτικά από μια σκηνοθεσία που σέβεται και αναδεικνύει διακριτικά τα μυστικά του. Μυστικά άλλοτε προσεκτικά απαντημένα (ο χαρακτήρας του γέροντα στην τρίτη πράξη), άλλοτε επεξηγηματικά ανακοινωμένα (η σκηνή με τη μάνα της) κι άλλοτε θαυμαστά σιβυλλικά.

Στο γενικό της θεματικό πλαίσιο η ιστορία ξεκινά από την θρυμματισμένη προσωπικότητα του ανθρώπου, καλλιτέχνη ή μη, που δεν έμαθε -και δεν τόλμησε- να εκφράσει τον εαυτό του. Συνεχίζει στην έρευνα της εγωιστικής προσωπικότητας και φθάνει, ιδιαίτερα φιλόδοξα, σε νύξεις πάνω στην ψυχολογία του θεατή και την διαδικασία της ταύτισης.

Θεωρώντας αυτονόητο το πρώτο - αν και συναισθηματικά είναι το κεφαλαιώδες εδώ - η ιστορία μελετά την σαρωτικά εγωιστική προσωπικότητα, που υπερβαίνει το ότι δεν θέλει να πει καλή κουβέντα για κανέναν με το ότι αδυνατεί να βρει καλή κουβέντα για οποιονδήποτε. Η διαφορά φαίνεται λεπτή, αλλά εσωκλείει βασικό μέρος της τραγωδίας της Λάρα. Μιας γυναίκας-φόβητρο, στρυφνής, αγέλαστης, που έχει απομείνει θορυβωδώς μόνη από όλους, εξαιτίας μιας τελειοθηρίας καταδικαστικής και καταδικασμένης. Μιας γυναίκας που είναι κι η ίδια τραγικό θύμα της αδυναμίας της να αποδεχθεί το ανθρώπινο πεπερασμένο.

Κάπου εκεί ανακύπτει το ερώτημα γιατί να ενδιαφερθείς για έναν φαινομενικά τόσο αντιπαθή χαρακτήρα. Ο Γιαν-Όλε Γκέρστερ παίρνει το ερευνητικό σενάριο του Μπλαζ Κούτιν, στέκει ανάμεσα στην κλινική, ενίοτε οριακά σαδιστική, ματιά του Χάνεκε και την σε απόσταση αναπνοής εγγύτητα του Μπέργκμαν και σε ρωτά ως θεατή πόσο διατεθειμένος είσαι να ξεπεράσεις την βροντερή αντιπάθεια φτάνοντας στην, έστω μακρόθεν, κατανόηση. Οι ψυχολογικά ακρωτηριασμένοι άνθρωποι, εδώ τουλάχιστον, έχουν ακόμα το προνόμιο της αυτοκριτικής. Με την συνδρομή της τύχης, που κακά τα ψέματα δίχως αυτήν δεν βγαίνεις ούτε μέχρι την είσοδο του σπιτιού σου, Κούτιν και Γκέρστερ αρθρώνουν ένα αίσιο «ποτέ δεν είναι αργά», έστω και αν η μελαγχολία του χαμένου χρόνου (έξοχα τονισμένη εξαρχής με την μουσική του Βενετσιάνου Αλεσάντρο Μαρτσέλο) καραδοκεί.

Βραβεία σε διάφορα φεστιβάλ (Κάρλοβι Βάρι, Μονάχου), αισθητική όμως που υπερβαίνει το στεγνά φεστιβαλικό, και μια σθεναρή, περήφανη ερμηνεία από την βετεράνο Κορίνα Χάρφουκ.

Βαθμολογία: ★★★

Η ταινία προβάλλεται από τις 17/12 στην πλατφόρμα της Strada.