Οι Τζετς εναντίον των Σαρκς, oι ατέλειωτες ιστορίες, οι απολύσεις, ο Έλβις, η ανανέωση ενός είδους, η λατρεία του κόσμου, η τυπωμένη στο σελιλόιντ ιστορία.
Τεράστια επιτυχία στο Μπρόντγουεϊ των τελών του ’50, το «West Side Story» έγινε το βασικό σχέδιο της United Artists για το ξεκίνημα της νέας δεκαετίας, όντας σχεδόν δύο χρόνια στην προετοιμασία. Στην ουσία σαιξπηρική διασκευή του «Ρωμαίος και Ιουλιέτα», με κάποιες αλλαγές βέβαια, το «West Side» θέλησε και κατάφερε, εν μία νυκτί, να αλλάξει το μιούζικαλ. Ένα είδος που ήταν από τα πιο κοσμαγάπητα ήδη από την έναρξη του ομιλούντος, είχε φτάσει όμως στα εμπορικά του όρια, παρότι καλλιτεχνικά πιο σύγχρονες χορογραφίες (του Μάικλ Κιντ στο «Μάγκες και Κούκλες» ή το «Band Wagon», του Τζιν Κέλι στην τελειοποίηση του είδους στα ‘50ς) επιχειρούσαν να βρουν το κοινό της επαναστατημένης γενιάς του ροκ εν ρολ.
Οι παραγωγοί έβαλαν τον πολύπειρο (αλλά πρωτάρη στο μιούζικαλ) Ρόμπερτ Γουάιζ, έναν στυλίστα ειδών που λίγα χρόνια μετά θα σφράγιζε ανεξίτηλα το είδος με την «Μελωδία της Ευτυχίας» και για τις χορευτικές σεκάνς έφεραν τον μεγάλο Τζερόμ Ρόμπινς από την θεατρική παραγωγή. Ο Ρόμπινς, που είχε γλιτώσει τον πέλεκυ της Επιτροπής Αντιαμερικανικών Ενεργειών λίγα χρόνια νωρίτερα (είχε ονομάσει συναδέλφους του φοβούμενος για την δουλειά του αλλά και τις διαδόσεις για την ομοφυλοφιλία του), ωστόσο είχε το τελειοθηρικό ελάττωμα να γυρίζει πλάνα ξανά και ξανά, όχι μόνο καθυστερώντας την παραγωγή αλλά και ανεβάζοντας επικίνδυνα τον προϋπολογισμό σ’ ένα έργο που γυριζόταν με το πανάκριβο 65mm φίλμ. Με συνοπτικές διαδικασίες ο Ρόμπινς απολύθηκε (κι έπαθε νευρικό κλονισμό), την δουλειά του ανέλαβαν συνεργάτες από το θέατρο, ωστόσο, στην επικείμενη απονομή αναγνωρίστηκε εντελώς η συνεισφορά του αφού κέρδισε μαζί με τον Γουάιζ το Όσκαρ σκηνοθεσίας.
Στο κάστινγκ οι ιστορίες είναι περισσότερες κι από την ποταμιαία ιστορία του έργου. Aκόμα κι ο Έλβις είχε προταθεί για Τόνυ, ο ατζέντης του τον αποθάρρυνε όμως (γνωστό πόσο βοηθητικοί υπήρξαν οι ατζέντηδες και οι παραγωγοί στην κινηματογραφική καριέρα του Έλβις, που είχε αρχίσει να πέφτει σε κατάθλιψη με τις ταινίες που τον έβαζαν να παίζει – τελικά έκανε το ωραίο «Blue Hawaii» που δεν πήγε κι άσχημα, αλλά ποιος το θυμάται), πλειάδα άλλων γνωστών επίσης, ο Μπαρτ Ρέινολντς, ο Τρόι Ντόναχιου, ο Γουώρεν Μπίτι (που ήταν ο τρίτος άνθρωπος στην σχέση της Νάταλι Γουντ με τον Ρόμπερτ Βάγκνερ εκείνο τον καιρό – το στούντιο λάτρεψε την ιδέα), ο Ντένις Χόπερ, ο Άντονι Πέρκινς, ο Ρίτσαρντ Τσάμπερλεν, ο Μπόμπι Ντάριν, τελικά ο ρόλος πήγε στον Ρίτσαρντ Μπέιμερ, έναν άχρωμο ηθοποιό που η τελειότητα του έργου άνετα απορρόφησε οργανικά αν και ο ίδιος δεν έκανε ποτέ καριέρα μεγέθους.
Στο γυναικείο καστ επίσης υπήρξε ένας θίασος υποψηφίων, ακόμα και η Όντρεϊ Χέμπορν έφτασε πολύ κοντά στον ρόλο της Μαρία, έμεινε όμως έγκυος και προσπεράστηκε, άλλες εποχές, απίστευτο σήμερα ακούγεται μια γυναίκα να βάλει την οικογένεια πάνω από την καριέρα, μόλις η Νάταλι Γουντ ήταν διαθέσιμη πήρε αμέσως τον ρόλο.
Όταν το «West Side Story» είδε το σκοτεινό φως της αίθουσας η επιτυχία ήταν μεμιάς τεράστια, οι κάμερες στον δρόμο έφεραν άλλον αέρα, το άλμπουμ έγινε το best-seller της ως τότε ιστορίας, το φιλμ υπήρξε η δεύτερη εμπορικότερη ταινία της χρονιάς (πίσω από τα «101 Σκυλιά της Δαλματίας»), η μουσική του Λέοναρντ Μπερνστάιν (που δεν του άρεσε καθόλου η ενορχήστρωση για το φιλμ, πάντως) είναι πλέον κλασσική του αμερικανικού ρεπερτορίου, 10/11 Όσκαρ (έχασε μόνο αυτό του σεναρίου ο Έρνεστ Λίμαν), ενώ είχε και μια ανήκουστη -για τα σημερινά φαστφουντάδικα δεδομένα- παραμονή στις αίθουσες λόγω της αγάπης του κόσμου. Χαρακτηριστικά, στο Παρίσι, η ταινία έμεινε στις αίθουσες αδιάλειπτα για σχεδόν πέντε συνεχόμενα χρόνια!
Και για τον επίλογο, δείγμα της διαχρονικότητας του έργου και της μουσικής του στην σύγχρονη κουλτούρα, ας σημειώσουμε πως ο Στίβεν Σπίλμπεργκ, τον Δεκέμβριο του 2021 θα μας φέρει ξανά πίσω στις γειτονιές του. Για μια φορά, ελπίζει κανείς, δεν θα χρειαστούμε την ασφάλεια ενός κλισέ όπως το «δεν γυρίζονται πια τέτοια». Για μια φορά, γυρίζονται.