Η δημιουργός του «TACK» Βάνια Τέρνερ μίλησε στο cinemagazine για το ντοκιμαντέρ της, στο οποίο ακολούθησε από κοντά την πρώτη #MeToo δίκη στη χώρα μας, καταθέτοντας τις προσωπικές της εμπειρίες από τον αγώνα της Σοφίας Μπεκατώρου και της Αμαλίας Προβελεγγίου, ενάντια σε ένα διεφθαρμένο και κακοποιητικό σύστημα που εξακολουθεί να αντιμετωπίζει τις γυναίκες ως αντικείμενα κτήσης.
Σοκαριστικό, συχνά αποκαρδιωτικό αλλά και με μια ακτίνα φωτός να το διαπερνά ήσυχα και διακριτικά ανά στιγμές, το «TACK» είναι μια ταινία που μας αφορά όλους, όχι μονάχα τις γυναίκες, τις Σοφίες και τις Αμαλίες αυτού του κόσμου, αλλά όλους μας, γιατί μονάχα έτσι μπορούμε να ελπίζουμε πως ίσως, κάποια στιγμή στο μέλλον, η κακοποίηση θα αποτελεί μονάχα μια λέξη με κούφιο περιεχόμενο.
Διαβάστε ακόμη:
«TACK» της Βάνιας Τέρνερ: Ένα ντοκιμαντέρ για το ελληνικό #MeToo που θα ενοχλήσει και καλά θα κάνει
Βάνια Τέρνερ (credit: Wikus de Wet)
Πώς έγινε η πρώτη προσέγγιση της Σοφίας και της Αμαλίας προκειμένου να αποτελέσουν τα σημεία «κλειδιά» του ντοκιμαντέρ σου; Δέχτηκαν από την αρχή την πρότασή σου;
Συνάντησα τη Σοφία για πρώτη φορά μαζί με τη συνεργάτιδά μου, Μαρία Σιδηροπούλου, μία μέρα πριν καταθέσει στον εισαγγελέα. Είχαμε διαβάσει τη συνέντευξή της στο MarieClaire, που είχε δημοσιευτεί τον Δεκέμβριο του 2020, όπου αποκάλυπτε για πρώτη φορά τον βιασμό της. Την προσεγγίσαμε μέσω messenger για να την ρωτήσουμε για τον σεξισμό στον αθλητισμό. Στα μέσα Ιανουαρίου, συμμετείχε σε μια διαδικτυακή ημερίδα του Υφυπουργείου Αθλητισμού, με τίτλο «Μίλησε, Μην Ανέχεσαι», και εκεί αναφέρθηκε και πάλι στον βιασμό της. Τότε ξέσπασε ουσιαστικά το #MeToo στην Ελλάδα. Λίγες μέρες αργότερα της προτείναμε να τη συναντήσουμε από κοντά. Ήπιαμε καφέ και μας είπε ότι την επόμενη μέρα θα πήγαινε στον εισαγγελέα. Της πρότεινα να την ακολουθήσουμε και εκείνη δέχτηκε. Την επόμενη ημέρα, στο αυτοκίνητο πηγαίνοντας στην Ευελπίδων, μου ανέφερε ότι είχε λάβει ένα μήνυμα από μια αθλήτρια, που την ευχαριστούσε για το θάρρος της να μιλήσει δημόσια. Δεν ζητούσε τίποτα, απλώς την ευχαριστούσε. Λίγες μέρες αργότερα, συναντήθηκα με την Αμαλία και συμφωνήσαμε να αρχίσουμε να περνάμε χρόνο μαζί και να την κινηματογραφώ. Και κάπως έτσι ξεκίνησαν τα γυρίσματα του Tack.
Η κάμερά σου είναι πανταχού παρούσα, ακόμα και σε πολύ ευαίσθητες στιγμές, όπως αυτές της Σοφίας με τον πατέρα της και της Αμαλίας με τους γονείς της. Πώς ήταν η κινηματογράφηση των σκηνών αυτών; Υπήρχε ανάγκη βοηθητικής καθοδήγησης ή κατέγραφες το συναίσθημα και τις αντιδράσεις τους εν τη γενέσει τους;
Χρειάστηκε αρκετός χρόνος για να αναπτυχθεί οικειότητα μεταξύ μας. Υπήρξαν πολλές φορές που δεν άνοιγα την κάμερα και απλώς περνούσαμε χρόνο μαζί. Οι πρώτοι μήνες ήταν έντονοι, ήμασταν σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης – ή τουλάχιστον έτσι νιώθαμε. Το γεγονός ότι περάσαμε πολλές δυσκολίες μαζί, μας έδεσε ακόμη περισσότερο. Κάναμε ένα άνοιγμα η μία στην άλλη με ειλικρίνεια και σεβασμό, και έτσι χτίστηκε η εμπιστοσύνη μεταξύ μας. Από την αρχή τους είχα πει ότι εκείνες θα είχαν τον τελευταίο λόγο στο ντοκιμαντέρ. Νομίζω ότι αυτό τις έκανε να νιώθουν προστατευμένες και ασφαλείς.
Το περιεχόμενο του ντοκιμαντέρ είναι εξοργιστικά αποκαρδιωτικό, ιδιαίτερα στον τρόπο που αντιμετωπίστηκε η Αμαλία από το κοντινό, αθλητικό της περιβάλλον και πιο συγκεκριμένα από άλλες γυναίκες, μητέρες συναθλητριών της. Πώς εισέπραξες εσύ, από κοντά, όλες τις εξελίξεις και όσα διαδραματίζονταν στην υπόθεση της Αμαλίας και της Σοφίας;
Είναι σίγουρα εξοργιστικό και αδιανόητο και πραγματικά απελπίζεσαι όταν βλέπεις να αντιμετωπίζεται με τέτοιον τρόπο το θύμα. Αυτή είναι η Ελλαδίτσα μας δυστυχώς. Και δεν είναι μόνο εδώ, έτσι είναι και αλλού. Θυμίζω την υπόθεση της Ζιζέλ Πελικό, την οποία νάρκωνε και βίαζε με δεκάδες άνδρες ο σύζυγός της για τουλάχιστον μία δεκαετία. Ναι, λοιπόν σε πιάνει φρίκη όταν βλέπεις μητέρες να υπερασπίζονται έναν ομολογημένο παιδεραστή.
Αλλά, εγώ δεν θέλω να μείνω στο σκοτάδι. Θέλω να μιλήσω για τους ανθρώπους που στάθηκαν δίπλα της, που διάλεξαν να αντισταθούν και να πολεμήσουν το κακό. Για τους γονείς της που δεν έλειψαν λεπτό από το πλευρό της. Για τις γυναικείες οργανώσεις που έδειχναν έμπρακτα την αλληλεγγύη τους σε κάθε δικάσιμο. Για τη γυναίκα που προσέφερε τα χρήματα για να καλυφθούν τα δικηγορικά έξοδα της Αμαλίας – γιατί το οικονομικό, όπως γνωρίζουμε όλοι, είναι ένας από τους βασικούς λόγους που τα θύματα δεν καταγγέλλουν. Για τις Σοφίες του κόσμου.
Η Αμαλία, μπορεί να μην δικαιώθηκε πλήρως, αλλά κατάφερε να σταθεί με αξιοπρέπεια και να πάρει πίσω τον έλεγχο της ζωής της και της ιστορίας της. Δέχτηκε να γίνει μέρος αυτής της καταγραφής γιατί ίσως και η ίδια, όταν ήταν μικρή, να είχε ανάγκη να υπάρχει κάτι τέτοιο, για να νιώσει λιγότερο μόνη, όπως ένιωσε όταν είδε τη Σοφία να μιλάει στην τηλεόραση τον Γενάρη του 2021.
Δεδομένου ότι η εκδίκαση της υπόθεσης καθυστέρησε, καταλήγοντας από αναβολή σε αναβολή επί σειρά μηνών, πώς οργάνωσες τα γυρίσματά σου; Ήταν μια δύσκολη διαδικασία;
Ήταν αρκετά ψυχοφθόρο αλλά κάναμε υπομονή. Περιμέναμε κι εμείς όπως η Αμαλία -όπως κάθε άνθρωπος που μπαίνει σε αυτή τη διαδικασία. Ήμασταν δίπλα της και στους γονείς της σε κάθε δικάσιμο. Υπήρξαν πολλές φορές που δεν τράβηξα καθόλου. Απλώς βρισκόμασταν εκεί για να τους στηρίξουμε. Από τη στιγμή που ξεκίνησε ο δικαστικός αγώνας της Αμαλίας, τον Ιανουάριο του 2021, ήξερα ότι θα έμενα μέχρι το τέλος. Με όποιο κόστος. Γνωρίζαμε ότι η υπόθεση έπρεπε να εκδικαστεί εντός του 18μήνου, γιατί διαφορετικά ο κατηγορούμενος θα αφηνόταν ελεύθερος. Έτσι τουλάχιστον υπήρχε ένας ορίζοντας. Με το που τελείωνε η δίκη, θα τελείωνε και το ντοκιμαντέρ.
Είναι συγκλονιστικό να βλέπεις τόσο την Αμαλία, όσο και τη Σοφία να βιώνουν ξανά και ξανά τα προσωπικά τους τραύματα, σε μια προσπάθεια να προστατέψουν τις τωρινές και τις μελλοντικές γενιές γυναικών, αλλά και να τις κάνουν να βγουν μπροστά και να μιλήσουν για ό,τι τους έχει συμβεί. Υπάρχει μια σκηνή όπου η Αμαλία αναφέρεται στην μικρότερη αδελφή της και στο ότι παλεύει και για εκείνη, για να μη της συμβεί κάτι ανάλογο, να μη βιώσει ποτέ το κακό. Είναι μια στιγμή που, προσωπικά, με συγκίνησε πολύ γιατί έχω και εγώ μια μικρότερη αδελφή. Υπάρχει κάποια στιγμή από την ταινία σου που σε έχει σημαδέψει με τον δικό της τρόπο;
Δεν θα ξεχάσω ένα πρωινό έξω από το Πρωτοδικείο, όταν οι γονείς της Αμαλίας συνάντησαν τυχαία τη μητέρα της Ελένης Τοπαλούδη, η οποία βρισκόταν επίσης εκεί για το Εφετείο της υπόθεσης της κόρης της, που δολοφονήθηκε και βιάστηκε στη Ρόδο. Η Αμαλία δεν είχε έρθει εκείνη την ημέρα. Ή θα δούλευε ή θα ήταν στο πανεπιστήμιο. Η μητέρα της Ελένης ήταν ντυμένη στα μαύρα. Φαινόταν εξαντλημένη. Θυμάμαι μια φράση της και τα αναφιλητά της: «Τι βάσανα περνάμε… γονείς και παιδιά μαζί.» Αγκαλιαστήκαν με την μητέρα της Αμαλίας για ώρα χωρίς να μιλάνε και μετά χώρισαν. Έχω πολλές τέτοιες ιστορίες.
Είναι τελικά η κοινωνία μας βαθιά άρρωστη; Υπάρχει ελπίδα για μια ριζική, κοινωνική αλλαγή;
Ναι, ένα κομμάτι της είναι σίγουρα βαθιά άρρωστο. Υπάρχει ελπίδα όμως όσο υπάρχουν άνθρωποι που αγωνίζονται.
Κρατάω μια ατάκα της Σοφίας, από την ταινία: «Δεν έχω ελπίδες, έχω στόχο». Εσύ τι κρατάς από το «TACK»;
Κρατάω την Σοφία, την Αμαλία, τον Γεράσιμο, την Ιωάννα, τον Σπύρο, την Μαργαρίτα, την Βιργινία, την Κλειώ, την Νικολέτα, τον Νίκο, την Μαρία, την Γεωργία, τον Φωκίωνα, τον Δημήτρη, τον Βασίλη, τον Γιώργο, την Βάσω, την Ειρήνη, την Έλενα, την Σύλβια, την Κατερίνα, την Αφροδίτη. Και πολλούς ανθρώπους ακόμα που στάθηκαν στο πλευρό μας όλα αυτά τα χρόνια.
INFO
Μέσα από το δίκτυο του CineDoc, η ταινία θα προβληθεί το επόμενο διάστημα σε Βόλο, Ρέθυμνο, Θεσσαλονίκη και άλλες πόλεις της Ελλάδας. Ενημερωθείτε για το αναλυτικό πρόγραμμα προβολών εδώ.