Λένα Ουζουνίδου: «Προσπαθώ να μελετώ τους χαρακτήρες σε βάθος ψυχής» - αφιερωματα , θεματα || cinemagazine.gr
10:19
20/1

Λένα Ουζουνίδου: «Προσπαθώ να μελετώ τους χαρακτήρες σε βάθος ψυχής»

Η Λένα Ουζουνίδου της μεγάλης θεατρικής πείρας και των επιλεκτικών κινηματογραφικών εμφανίσεων, μιλά στο ΣΙΝΕΜΑ cinemagazine.gr για τον ρόλο της Μαρίας στο εξαιρετικό ντεμπούτο της Ασημίνας Προέδρου «Πίσω από τις Θημωνιές».

Συνέντευξη στον Πάνο Γκένα

Βραβευμένη από τις Νύχτες Πρεμιέρας ως Πρωτοεμφανιζόμενη Ηθοποιός για τις ταινίες «Γυναίκες που περάσατε από δω» του Σταύρου Τσιώλη και «Two Much Info Clouding Over My Head» του Βασίλη Χριστοφιλάκη, η Λένα Ουζουνίδου είναι ένας από τους πιο καλοπροαίρετους και γνήσια καλοσυνάτους ανθρώπους του χώρου, κάτι που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον χαρακτήρα της Μαρίας που υποδύεται στο «Πίσω από τις Θημωνιές» της Ασημίνας Προέδρου (διαβάστε τη γνώμη μας για την ταινία εδώ).

Γι' αυτό και μία συνέντευξη μαζί της αποκαλύπτει τον επαγγελματισμό, αλλά και την μεγάλη αγάπη που τρέφει τόσο για τους συνεργάτες της, όσο και για την τέχνη του κινηματογράφου. Αναζητήστε, λοιπόν, την ταινία της Ασημίνας Προέδρου στις αίθουσες και ευχηθείτε να βλέπουμε την Λένα Ουζουνίδου πιο συχνά στην μεγάλη οθόνη.

όσο με γοητεύει ο Κισλόφσκι και οι αδερφοί Ταβιάνι, άλλα τόσο ευχαριστιέμαι Marvel και σουπερήρωες

Οφείλω να ξεκινήσω με ένα γεγονός που μας χαροποιεί πολύ ως Νύχτες Πρεμιέρας, αλλά δεν παύει να είναι κάπως ιδιαίτερο. Πριν λίγα χρόνια είχες κερδίσει το βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενης ηθοποιού για τις ταινίες «Γυναίκες που περάσατε από δω» και «Two Much Info Clouding Over My Head», παρότι είχες ήδη περισσότερα από 20 χρόνια στο χώρο.

(γελάει) Ναι, αλλά στο θεατρικό χώρο. Εκείνη την χρονιά προέκυψε η πρώτη μου εμφάνιση σε κινηματογράφο και τηλεόραση.

Το παραπάνω, βέβαια, επισημαίνει πως το σινεμά ήρθε στην επαγγελματική ζωή σου αρκετά χρόνια μετά το θέατρο. Γιατί αυτό το χρονικό κενό;

Η αλήθεια είναι πως με απασχολούσε περισσότερο το θέατρο όλο αυτό το διάστημα, παρότι το σινεμά μου άρεσε πολύ και παρά τις χαρές και τις συγκινήσεις που μου έχουν χαρίσει πλέον και οι τηλεοπτικές συνεργασίες.

Οπότε μετά τις ταινίες των Τσιώλη, Χριστοφιλάκη και Γαβρά…

Σωστά, έκανα την Κωνσταντοπούλου στο «Ενήλικοι στην Αίθουσα»!

Ήρθε η πρώτη μεγάλου μήκους της Ασημίνας Προέδρου, 10 χρόνια μετά την επιτυχημένη και πολυβραβευμένη μικρού μήκους της «Red Hulk». Τι σε παρακίνησε στην συνεργασία μαζί της, έχεις δει την μικρού μήκους της;

Την έχω δει και είναι ένα αριστούργημα. Η Ασημίνα, όπως μου εκμυστηρεύτηκε, με παρακολουθούσε στο θεατρο και πριν χρόνια μου τηλεφώνησε για την ταινια και μου πρότεινε τον ρόλο της Μαρίας. Μου φάνηκε τόσο γλυκιά, ευαίσθητη και παθιασμένη που πριν διαβάσω το σενάριο ήμουν 99,9% σίγουρη πως θα πω ναι. Έπειτα μου άρεσε πολύ και αυτό που διάβασα και της απάντησα αμέσως θετικά. Εκείνο το διάστημα δυσκολευόμουν πολύ, γιατι οι επαγγελματικές υποχρεώσεις μου ήταν πολλές. Είχε μόλις ξεκινήσει η καριέρα μου στην τηλεόραση και φυσικά υπήρχε το θέατρο. Είχα αρκετές επιφυλάξεις, αλλά ήθελα πολύ να το κάνω.

Πότε γυρίσατε την ταινία και πόσο χρόνο κράτησαν τα γυρίσματα;

Την γυρίσαμε δυο χρόνια πριν, μέσα στο γενικό lockdown. Είχαμε ξεκινήσει βέβαια νωρίτερα συναντησεις και προβες, οπότε όταν άρχισαν τα γυρίσματα γνωρίζαμε πολύ καλά τι θα κάνουμε, κάτι που θεωρώ πολύ σημαντικό και αισιόδοξο για το σινεμά. Εννοώ πως δεν «πετάμε» πράγματα, αλλά υπάρχει προσχέδιο και αφιερώνεται χρόνος. Η προεργασία αυτή λέει πολλά και για την προσωπικότητα της Ασημίνας, που είναι λεπτολόγος, αυστηρή με τον εαυτό της και με τους άλλους όσο πρεπει, ενώ παραμένει ένα γλυκό πλάσμα που αντιμετωπίζει με θάρρος όλες τις δυσκολίες και τα εμπόδια.

Είναι πολύ ωραίος ο τρόπος που μιλάς για την συνεργασία σου με την Ασημίνα. Είναι πολύ γενναιόδωρο αυτό.

Δεν είναι γενναιόδωρο, είναι η πραγματικότητα. Είχαμε μια πολύ καλή και βαθιά επικοινωνία από την αρχή. Το ψάχνει πολύ και καθοδηγεί άριστα τους ηθοποιούς της, παρότι είναι νέα. Θέλω να πω πως τελειώνοντας την σχολή κινηματογράφου, η καθοδήγηση των ηθοποιών είναι κάτι που οι περισσότεροι σκηνοθέτες το μαθαίνουν εμπειρικά.

Και είναι κάτι που επαφίεται πολύ στην συναισθηματική νοημοσύνη των εμπλεκόμενων.

Πολύ. Η Ασημίνα ακούει τις προτάσεις σου και αν είσαι «εκτός» σε μαζεύει με τον πιο ευγενικό τρόπο.

Μιας και όπως μου είπες ξεκινήσατε γύρισμα στην διάρκεια του πρώτου lockdown, ήσασταν επιπλέον επιβαρυμένοι ή και φοβισμένοι;

Κάναμε πολύ συχνά τεστ, οπότε δεν ήμασταν φοβισμένοι. Ανεβαίναμε στο βανάκι, πηγαίναμε στα Δερβενοχώρια ή στο Κιλκίς, ανάλογα με το πρόγραμμα των γυρισμάτων, και μας εξέταζαν. Η παραγωγή μας πρόσεχε πολύ. Κυκλοφορούσαμε όλοι με τα χαρτιά μας για να αποδείξουμε πως εργαζόμασταν, λόγω της απαγόρευσης κυκλοφορίας. Ασφαλώς και υπήρχαν έξτρα δυσκολίες γι’ αυτό τον λόγο. Για παράδειγμα η Κική Μήλιου, που είχε αναλάβει τα κοστούμια, είχε δυσκολευτεί πολύ με τα κλειστά μαγαζιά ή οι τεχνικοί που είχαν αναλάβει σκηνικά και κατασκευές. Υπήρχε αγωνία, αλλά στο γύρισμα ένιωθα πως βρισκόμουν μαζί με τη οικογένειά μου, στο σπίτι μου.

Θυμάμαι χαρακτηριστικά πως η Ασημίνα μας είχε αφήσει να κυκλοφορήσουμε ελεύθερα στους χώρους του σπιτιού που κάναμε το γύρισμα, για να το αισθανθούμε δικό μας. Για να βγει αυθεντικά στην κάμερα αυτή η συνθήκη. Εδώ να σημειώσω πως με τα άλλα παιδιά, τον Στάθη (Σταμουλακάτο) και την Ευγενία (Λάβδα) δέσαμε κι αγαπηθήκαμε. Βγήκε χημεία και ελευθερία μεταξύ μας στα πρώτα λεπτά και τους θεωρώ σπουδαίους και τους δυο.

Όφειλα να βρω την αλήθεια της Μαρίας σε συνάρτηση με τον κόσμο της. Να βγει πραγματικό το βλέμμα, να πάρω μαζί μου τον θεατή, να μπορεί να με «μυρίσει»

Η Μαρία στην ταινία είναι μία γυναίκα συνεσταλμένη, μία νοικοκυρά που ζει σύμφωνα με τον Λόγο του Θεού. Πώς προσέγγισες τον ρόλο και κατά πόσο οι μνήμες της ζωής σου στην Κομοτηνή, όπου μεγάλωσες, βοήθησαν στην διαμόρφωση της ερμηνείας;

Όντως είμαι μεγαλωμένη στην επαρχία, αλλά σε πόλη. Γνωρίζω αυτές τις γυναίκες, αλλά τις βλέπω από μακριά. Προσπάθησα, λοιπόν, με το ένστικτό μου να κάνω τη Μαρία αυθεντική, να βγει μία γυναίκα μεγαλωμένη στο χωριό που ξεπουπουλιάζει με άνεση μία κότα, όσο ξένο κι αν φαίνεται σε ‘μένα. 

Προσπαθώ να μελετώ τους χαρακτήρες σε βάθος ψυχής ώστε να οδηγηθεί και το σώμα σε σε μία αλήθεια που αποτυπώνεται κινησιολογικά, στην εξωτερική εμφάνιση ή στο βλέμμα. Παραμένω φορτισμένη με τον ρόλο, ειδικά σε μία περίπτωση όπως οι «Θημωνιές», όπου οι πράξεις μας περιείχαν ρεαλισμό. Όφειλα να βρω την αλήθεια της Μαρίας σε συνάρτηση με τον κόσμο της. Να βγει πραγματικό το βλέμμα, να πάρω μαζί μου τον θεατή, να μπορεί να με «μυρίσει». Αυτή είναι η προσπάθεια, τώρα τι βγαίνει τελικά….

Βγαίνει, και μάλιστα περνά άμεσα στον θεατή γιατί βοηθά πολύ και ο τρόπος με τον οποίο χειρίζεται σκηνοθετικά η Ασημίνα την Μαρία.

Αυτό που λες το ξαναθυμήθηκα τώρα που είδα την ταινία στην πρεμιέρα. Πολλές φορές βλέπουμε τον χώρο ή την πλάτη της Μαρίας, πριν δούμε εκείνη. Και στην πλάτη μου, είχα αγκαλιά τον Σίμο Σαρκετζή, αυτόν τον σπουδαίο Διευθυντή Φωτογραφίας, έναν εξαιρετικό άνθρωπο που στις περισσότερες σκηνές ήμασταν μαζί σαν να «ήταν» η Μαρία.

Ο τρόπος του ήταν απίθανος. Το πως μου έδινε οδηγίες όταν ήθελε να αυξήσω την ταχύτητα του περπατήματος. Ήταν από τις πιο ωραίες εμπειρίες μου η συνεργασία μου μαζί του. Δεν θα ξεχάσω πως κάποια στιγμή που έδωσε την κάμερα στο χέρι για να μου εξηγήσει κάτι. Ήταν σημαντικό μάθημα για ‘μένα αυτό, έμαθα πάρα πολλά από τον Σίμο. Παρακολούθησα την ταινία τις προάλλες και τον θυμήθηκα δίπλα με την κάμερα, την αγάπη που μου έδειχνε μέσα από την διαδικασία των γυρισμάτων.

Και η εμπειρία του αναδεικνύει την ταινία, μιας και η γεωγραφία του τόπου, της λίμνης, του χωριού, είναι πολύ έντονα στοιχεία στις «Θημωνιές».

Ειναι σπουδαίος, το λέω με όλη μου την ψυχή. Τόσο ζεστός άνθρωπος.

Επιστρέφοντας στον ρόλο, στην ταινία ο «σύζυγός» σου, ο  Στέργιος, είναι πνιγμένος στα οικονομικά χρέη και «εσύ» στο χρέος που νιώθεις απέναντι στην εκκλησία. 

Και τελικά, έτσι όπως διαμορφώθηκε η ταινία, είναι πολύ καθαρό αυτό το χρέος στον Θεό και στην τοπική κοινωνία. Ουσιαστικά αυτό που ενδιαφέρει την Μαρία είναι το πως ακούγεται το όνομα της οικογενειας και της ίδιας στο χωριό. Την ενδιαφέρει περισσότερο απο τον ίδιο της τον άντρα και το ίδιο της το παιδί. Επιφανειακά είναι μία γλυκιά γυναίκα, μία καλή σύζυγος και μαμά, αλλά πρόκειται για τον πιο σκληρό χαρακτήρα απ’ όλους. Οι άλλοι δυο ήρωες σπαράζουν απέναντι στα τραγικά γεγονότα. Η Μαρία αντιδρά με ένα κλάμα που δεν βλέπουμε καν. Στο αίμα της κυλάει το DNA της δικής της οικογένειας, είναι πιο κοντά στον αδερφό της τελικά και η πιο επικίνδυνη απ’ όλους.

Υπάρχει ευθύνη της Μαρίας στις καταστροφικές επιλογές του συζύγου της;

Την ενδιαφέρει μόνο η γνώμη του παπά και των φιλενάδων της στην ενορία. Υποτίθεται πως κάνει πολλά για την οικογένεια, αλλά είναι ψέμα. Όλα τα υπολογίζει με γνώμονα τον εαυτό της γιατί είναι εγκληματική και σκληρή. Μέσα στην καθημερινή της ρουτίνα, μέσα στο κλισέ της ζωής της, αντιδρά εγωιστικά και χαίρομαι που το υπογραμμίζει η ταινία, γιατί τελικά αφαιρέθηκαν στο μοντάζ κάποια κομμάτια που ίσως την έκαναν πιο συμπαθητική. Πάρε για παράδειγμα τις εικόνες που έχει ο κάθε ήρωας, αυτές τις σκηνές ονείρου…

Μιλάς για τις σκηνές στη λίμνη που συνοδεύουν τις κάρτες των ξεχωριστών κεφαλαίων της ταινίας.

Σωστά. Είχαμε γυρίσει σκηνές και το όνειρο (ουσιαστικά έναν εφιάλτη) της Μαρίας, αλλά στο τελικό μοντάζ δεν μπήκε τίποτα απ’ όσα γυρίσαμε, υπάρχουν μόνο η λίμνη και τα πουλιά. Το κενό. Στην αντίστοιχη σκηνή του Στέργιου, υπάρχει ο ίδιος και το «βάσανό» του, στην σκηνή της Αναστασίας, βλέπουμε την ίδια. Στην Μαρία, η Ασημίνα επέλεξε να μην υπάρχει τίποτα για να τονίσει τον καταστροφικό χαρακτήρα της. Πρόκειται για μία γενναία επιλογή και ένα σωστό ερώτημα που απευθύνει η ταινία σχετικά με τις γυναίκες της «διπλανής πόρτας».

Υπάρχουν κάποια πράγματα που σε κάνουν να μην σκέφτεσαι, λειτουργείς με τα σωθικά

Σημαντικό κομμάτι της ταινίας είναι και το προσφυγικό ζήτημα, και η επισήμανση της συνενοχής. Πώς ήταν τα γυρίσματα στις σκηνές του καταυλισμού γνωρίζοντας πως πρόκειται για αναπαράσταση μιας εξαιρετικά δυσάρεστης, απαξιωτικής και δύσκολης συνθήκης;

Κλονίστηκα γιατί ήταν σαν να κυκλοφορούσα σε πραγματικό καταυλισμό. Αυτό οφείλεται στην εξαιρετική δουλειά που έκανε ο Εδουάρδος Γεωργίου στην σκηνογραφία. Εκείνη την ημέρα είχαμε βοηθητικούς ηθοποιούς, αλλά και ανθρώπους που είναι πρόσφυγες, ανθρώπους που πλέον έχουν καλύτερη ποιότητα ζωής αλλά έζησαν τα ρημαγμένα αντίσκηνα και ήρθαν εθελοντικά για να μοιραστούν την εμπειρία τους. Μας μίλησαν για την αδιαφορία και τον πόνο, μας διηγήθηκαν τις ιστορίες τους. Γι’ αυτό σου λέω κλονίστηκα, γνώρισα πολύ κόσμο, μίλησα με πάρα πολύ κόσμο.

Φαντάζομαι πως το περιβάλλον και οι δύσκολες καιρικές συνθήκες επηρέασαν επιπλέον τις ερμηνείες σας.

Ήταν δυνατή εμπειρία. Υπάρχουν κάποια πράγματα που σε κάνουν να μην σκέφτεσαι, λειτουργείς με τα σωθικά και αναγκαστικά κάνεις κάποια πράγματα βιωματικά ή λόγω χρόνου. Όταν οι βαθμοί έξω είναι υπό το μηδέν, τα χέρια θα μπουν στις τσέπες.

Η ταινία κέρδισε 6 σημαντικά βραβεία στο πρόσφατο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενης σκηνοθέτη στο Φεστιβάλ της Ινδίας, καθώς και εξαιρετικές κριτικές σε διεθνή έντυπα. Πώς αξιολογείς το ενδιαφέρον της διεθνούς κοινότητας στο ελληνικό σινεμά;

Το γεγονός πως στα φεστιβάλ του εξωτερικού υπάρχει σχεδόν πάντα μία ελληνική συμμετοχή είναι τεράστια επιτυχία. Κι αυτό συμβαίνει παρά τις πολλές δυσκολίες, τα λίγα χρήματα ή το λίγο χρόνο με τον οποίο γίνονται οι ελληνικές ταινίες. Σε κάνει όμως να χαίρεσαι αυθεντικά γιατί η ευαισθησία των νέων δημιουργών, όπως η Ασημίνα, εμένα με ενεργοποιεί. Δεν μπορώ να μένω αδιάφορη μπροστά στο πάθος τους. 

Με την Ασημίνα Προέδρου στην επίσημη πρεμιέρα της ταινίας «Πίσω από τις Θημωνιές»

Μετά από 20+ χρόνια στο θέατρο, την τελευταία πενταετία η τηλεόραση και το σινεμά καταλαμβάνουνι αρκετό χρόνο σου. Έχοντας υπόψιν τις διακριτές διαφορές που έχουν τα τρία μέσα, υπάρχει κάποιο που απολαμβάνεις περισσότερο ως ηθοποιός;

Από τα τρια θα σου πω τον κινηματογράφο.

Ω, ανατροπή!

Ναι, είναι γεγονός. Μου αρέσει πολύ το σινεμά και η εμπειρία των γυρισμάτων. Εδώ και αρκετούς μήνες, σχεδόν ένα χρόνο, δεν παίζω στο θέατρο ή δεν κάνω πρόβες και δεν μου λείπει τρομερά. Αυτό που μου λείπει είναι η άμεση επαφή με το κοινό, κάτι που είχα συνηθίσει να μου συμβαίνει για πολλά χρόνια καλώς ή κακώς. Τώρα υπάρχει η αναγνωρισιμότητα και η επαφή με τον κόσμο στον δρόμο, αλλά η ανεπανάληπτη στιγμή που συνδέεσαι με το κοινό στο θέατρο είναι μοναδική. Αυτή είναι και η μαγεία του θεάτρου.

Μία ενεργειακή ανταλλαγή.

Όπως το είπες, και αυτό πλέον το βάζω στην ίδια μοίρα με την κάμερα. Έχει πολύ μεγάλη γοητεία η κάμερα, κακά τα ψέματα.

Προλαβαίνεις να πηγαίνεις σινεμά, ποιες είναι οι ταινίες που προτιμάς; Η πανδημία κόστισε πολύ ακριβά στην κινηματογραφική αίθουσα…

Όπως είπα πριν για την μαγεία του θεάτρου, αντίστοιχα το γεγονός πως μοιράζεσαι μία ταινία με τους υπόλοιπους θεατές είναι κάτι εξίσου δυνατό. Το σινεμά έχει την τελετουργία του. Γι’ αυτό μας αρέσει να πηγαίνουμε στον κινηματογράφο. Δεν είναι μόνο η μεγάλη οθόνη και οι μεγεθυμένοι πρωταγωνιστές, αλλά και οι άλλοι άνθρωποι. Καλό είναι να μην το ξεχνάμε αυτό.

Τώρα ως προς τις προσωπικές μου προτιμήσεις… Απολαμβάνω το ίδιο σινεφίλ ταινίες και εμπορικές. Όταν είχα περάσει Θεσσαλονίκη, πριν μπω στο ΚΘΒΕ, είχα γραφτεί σε κινηματογραφικά σεμινάρια της ΧΑΝΘ. Είχα δει περισσότερες από 50 ταινίες εκείνη την χρονιά, μεταμεσονύκτιες προβολές, αφιερώματα σε κλασικές, νέες ταινίες… παραλήρημα! Τώρα βλέπω αστυνομικά, τρελαίνομαι για επιστημονική φαντασία και όσο με γοητεύει ο Κισλόφσκι και οι αδερφοί Ταβιάνι, άλλα τόσο ευχαριστιέμαι Marvel και σουπερήρωες. Αυτό το διάστημα, πάντως, θέλω να προλάβω την «Φάλαινα» του Αρονόφσκι, είναι από τους σκηνοθέτες που μου αρέσουν πολύ.

INFO
Η ταινία «Πίσω από τις Θημωνιές» κυκλοφορεί ήδη στις αίθουσες από την Tanweer