Όπως ο Πολ Μέσκαλ λίγο πριν από αυτόν, έτσι και ο μαγνητικός πρωταγωνιστής στη «Χίμαιρα» της Αλίτσε Ρορβάχερ βρίσκεται ένα βήμα πριν τη μαζική αναγνώριση και τον προβιβασμό του σε έναν από τους πιο περιζήτητους νεαρούς ηθοποιούς στον κόσμο. Κι αν δεν είχατε την τύχη να γνωρίσετε τον Τζος Ο' Κόνορ ως τώρα, ευχαρίστως να αναλάβουμε εμείς τις συστάσεις στην παρακάτω συνέντευξη.
Αν και έχει σημειώσει αρκετές αξιοσημείωτες συμμετοχές σε ταινίες, οι περισσότεροι θεατές γνώρισαν τον Τζος Ο' Κόνορ μέσα από τον πρωταγωνιστικό του ρόλο στο γκέι δράμα «God's Own Country», το 2017. Όμως η ευρύτερη αναγνώριση για τον Βρετανό ηθοποιό προέκυψε ουσιαστικά όταν υποδύθηκε τον νεαρό Βασιλιά Κάρολο στη δημοφιλή τηλεοπτική σειρά «The Crown», κερδίζοντας για την ερμηνεία του Χρυσή Σφαίρα και βραβείο Έμμυ. Αυτή την αναγνώριση ο Τζος Ο' Κόνορ αναμένεται να την εξαργυρώσει και με το παραπάνω όταν σε λίγες εβδομάδες θα προβληθεί στις αίθουσες το «Challengers» του Λούκα Γκουαντανίνο, η αθλητική ρομαντική ταινία στην οποία πρωταγωνιστεί πλάι στη Ζεντέγια.
Είναι ευτύχημα, ωστόσο, που ο Βρετανός ηθοποιός πρόλαβε να συνεργαστεί στη «Χίμαιρα» με μια από τις πιο αξιοσέβαστες δημιουργούς του ευρωπαϊκού σινεμά αυτή τη στιγμή, δοκιμάζοντας για τις ανάγκες του ρόλου να μιλήσει εξ ολοκλήρου στα ιταλικά και φανερώνοντας έτσι τη διάθεσή του να εμπλέκεται στα πιο αναπάντεχα φιλμικά σχέδια.
Μπροστά στον γεμάτο συμπάθεια φακό της Αλίτσε Ρορβάχερ, ο νεαρός ηθοποιός μεταμορφώνεται σε έναν ρομαντικό ήρωα που ηγείται μιας ομάδας γραφικών αρχαιοκάπηλων στα χωριά και τα εδάφη της Τοσκάνης, αναζητώντας παράλληλα τους δικούς του απόκρυφους δεσμούς με το παρελθόν και με έναν κόσμο που ανήκει όχι τόσο σε εκείνο των ζωντανών όσο των φαντασμάτων.
Θυμίζει φυσιογνωμικά τον Ζαν Πολ Μπελμοντό στα ξεκινήματά του, περιφέροντας μια εύθραυστη και αντισυμβατική αρσενική ομορφιά που μάλλον δεν απέχει πολύ από το πώς είναι ο ίδιος ο Τζος ως άνθρωπος. Άλλωστε, στη διάρκεια της κουβέντας μας, αναφέρεται στο πόσο ευσυγκίνητος είναι, χρησιμοποιώντας ως παράδειγμα μια σκηνή της ταινίας. «Όταν ο χαρακτήρας μου καλείται στο τέλος να μπει στον μεγάλο τάφο με το αποκεφαλισμένο άγαλμα, έκλαιγα που επρόκειτο να αντικρίσω αυτό το θέαμα και ζήτησα στην Αλίτσε να μην βρεθώ στον χώρο νωρίτερα από τη στιγμή που θα χρειαζόταν να γυρίσουμε τη σκηνή. Νομίζω ότι οποιοσδήποτε άνθρωπος έμπαινε σε αυτόν τον τάφο και έβλεπε αυτό τα άγαλμα, θα έκλαιγε».
Φωτογραφημένος στο βανάκι του από το GQ
«Πηγαίνεις στο Βρετανικό Μουσείο και βλέπεις να εκτίθενται έργα τέχνης από ολόκληρο τον κόσμο. Σε ποιον ανήκουν; Σίγουρα όχι στην Αγγλία»
Αληθεύει ότι όλη τη διάρκεια των καλοκαιρινών γυρισμάτων της «Χίμαιρας» στην Ιταλία την περάσατε ζώντας σε ένα βανάκι;
Ναι. 'Ηταν καλοκαίρι, είχε ζέστη στην Ιταλία, ήταν πολύ ωραία. Το βαν βέβαια είναι δικό μου. Ουσιαστικά πρόκειται για ένα παλιό φορτηγό παράδοσης dhl το οποίο μετέτρεψα κάποια στιγμή σε τροχόσπιτο με μια μικρή κουζίνα. Το λατρεύω και θα μπορούσα να ζω μέσα σε αυτό όλη την ώρα. Εδώ που τα λέμε όχι, δεν θα μπορούσα, αλλά πέρασα ομολογουμένως πολύ χρόνο εκεί και αυτό δούλεψε ευεργετικά σε ό,τι αφορούσε τον ρόλο μου στην ταινία.
Αρκετά χρόνια πριν καταλήξετε να συνεργαστείτε με την Αλίτσε Ρορβάχερ, της είχατε στείλει κάποιο γράμμα με αφορμή μια προηγούμενη ταινία της. Θυμάστε τί της είχατε γράψει;
Ήταν για τον «Ευτυχισμένο Λάζαρο», μια ταινία που λάτρεψα. Βασικά, ο μικρότερος μου αδερφός συνήθιζε να πηγαίνει στον κινηματογράφο και να με παίρνει τηλέφωνο, λέγοντάς μου «μόλις είδα μια ταινία, “Spider-Man” τη λένε» κι έλεγα «σιγά το νέο, όλοι έχουν δει αυτήν την ταινία». Κάποια στιγμή όμως, για πρώτη φορά, με πήρε και μου είπε «Τζος, μόλις είδα μια ιταλική ταινία και είναι απίθανη! Λέγεται ¨Ευτυχισμένος Λάζαρος" και είναι φοβερή». Την ίδια εκείνη μέρα πήγα στον κινηματογράφο και την παρακολούθησα για πρώτη φορά. Έκλαψα και μου άρεσε πάρα πολύ. Και μετά που πήγα σπίτι, έψαξα και είδα τα «Θαύματα» και το «Ουράνιο Σώμα», τις προηγούμενες ταινίες της Αλίτσε. Έπειτα πήρα τηλέφωνο τον ατζέντη μου και του είπα ότι αυτή τη σκηνοθέτιδα πρέπει να την γνωρίσω. Η απάντηση που έλαβα ήταν «μπες στην σειρά, όλοι θέλουν να την γνωρίσουν». Οπότε της έγραψα ένα γράμμα, της μετέφερα ότι ήμουν πρόθυμος να δουλέψω μαζί της σε οτιδήποτε κι αρχίσαμε να μιλάμε. Τον καιρό που είχε ακόμη τη «Χίμαιρα» στο μυαλό της, μου είχε πει ότι την προόριζε για κάποιο μεγαλύτερο σε ηλικία ηθοποιό. Έπειτα το άλλαξε αυτό για μένα. Τα υπόλοιπα ανήκουν στην ιστορία.
Έτσι λειτουργείτε συνήθως; Δηλαδή εντυπωσιάζεστε από τη δουλειά κάποιου σκηνοθέτη και αμέσως μετά σπεύδετε να του γράψετε;
Ναι, έτσι νομίζω, κάποιες φορές. Η αλήθεια είναι ότι γράφω γενικά. Μου αρέσει η διαδικασία της γραφής και της αλληλογραφίας. Έχω γράψει σε πολλούς ανθρώπους στο παρελθόν. Οι περισσότεροι δε λαμβάνουν ποτέ τα γράμματά μου ή μου λένε ότι δεν τα έλαβαν ποτέ. Αλλά έχω γράψει σε όλους τους αγαπημένους μου σκηνοθέτες. Η Αλίτσε πάντως ήταν ξεχωριστή περίπτωση γιατί πότε δεν έχω δει ξανά ταινία που να με κάνει να πω ευθύς ότι πρέπει να δουλέψω με τον άνθρωπο που την έκανε. Με τον «Ευτυχισμένο Λάζαρο» και με τα «Θαύματα» συνέβη ακριβώς αυτό.
Μπορείτε παρ' όλα αυτά, να περιγράψετε τί είναι αυτό που σας άγγιξε τόσο στη δουλειά της;
Για μένα ήταν ο παραμυθένιος χαρακτήρας των ταινιών της. Αλλά το να τις αποκαλέσω «παραμύθια» είναι κάπως υποτιμητικό γιατί κρύβουν και έντονο πολιτικό χαρακτήρα μέσα τους. Η Ιταλία προφανώς έχει μια πλούσια ιστορία υπέροχων σκηνοθετών όπως ο Παζολίνι, ο Ροσελίνι, ο Μπελόκιο, ο Φελίνι. Δεν γυρίζονται πια ταινίες σαν τις δικές τους και ένιωθα μονίμως δέος γι' αυτές. Η Αλίτσε πιστεύω πως κάνει ταινίες όπως έκαναν κι εκείνοι κάποτε. Μοιάζει σαν να προέρχεται από άλλη εποχή κι αυτό το αγαπώ πολύ.
Θα θεωρούσατε τον εαυτό σας μια παλιά ψυχή, κάποιον που δεν ταιριάζει πραγματικά με το σήμερα, με αυτά που ζούμε στις μέρες μας;
Α, ναι. Ελπίζω να μπορούσα να το παραθέσω καλύτερα, αλλά ένα από τα πράγματα που μου είπε η Αλίτσε ότι την απασχολούσαν, τον καιρό που συζητούσαμε βαθύτερα για την ταινία, ήταν το τί αφήνουμε πίσω. Ξέρετε, οι Ετρούσκοι, ο πολιτισμός τους, πολλές από τις κατασκευές τους, τα σπίτια τους ήταν απ' όσο γνωρίζουμε πολύ λιτά, πολύ απλοϊκά, σε αντίθεση με τους τάφους τους οι οποίοι ήταν αρχιτεκτονικά συναρπαστικοί, δομικά λαμπροί και άρτιοι. Οπότε αυτό μας δίνει να καταλάβουμε ότι πίστευαν σε κάτι πέρα από τη ζωή που ζούμε, σε μια ευρύτερη πνευματική αλήθεια, και η Αλίτσε το έχει αγγίξει αυτό σε πολλές ταινίες της. Αισθάνομαι ότι έχουμε χάσει την έννοια αυτής της πνευματικότητας στο πώς ζούμε τη ζωή μας.
Ποζάροντας για τον φακό του cinemagazine
«Έχω στείλει γράμματα σε όλους τους αγαπημένους μου σκηνοθέτες. Οι περισσότεροι δεν τα λαμβάνουν ποτέ»
Δυσκολευτήκατε να ενσαρκώσετε και να «προσγειώσετε» σε πιο ρεαλιστικό πλαίσιο έναν τόσο αλαφροΐσκιωτο χαρακτήρα όπως είναι ο Άρθουρ τον οποίο υποδύεστε στην ταινία;
Η Αλίτσε μου έστειλε πολλές ταινίες να δω, όμως μία από αυτές μου έκανε την μεγαλύτερη εντύπωση. Είναι λίγο ντροπιαστικό να ομολογήσω ότι δεν το είχα δει παλιότερα, όμως ήταν το «Ακατόνε» του Παζολίνι και ο χαρακτήρας της ταινίας υπήρξε μεγάλη επιρροή για μένα αναφορικά με τον Άρθουρ. Αυτό που μου άρεσε τόσο πολύ στον Ακατόνε ήταν το πόσο αυθόρμητος παρέμενε διαρκώς. Μπορούσε να είναι τόσο θυμωμένος και μετά τόσο χαρούμενος. Και νομίζω ότι ο Άρθουρ έχει αυτήν την ικανότητα. Οδηγείται από το ένστικτο, οπότε ένα από τα πρώτα πράγματα που προσπαθούσα να εξερευνήσω ήταν ο τόπος με τον οποίο βαδίζει, σαν να καθοδηγείται από το κενό και το αόρατο, το πώς κινείται ορμώμενος από έναν συνδυασμό αφέλειας και παιδικού αυθορμητισμού. Υπάρχει επίσης και κάτι πνευματικό πάνω του, κάτι λιγότερο αναγνωρίσιμο ως είδος ανθρώπινης μορφής.
Αναφέρατε τον Φελίνι και τον Παζολίνι ως αγαπημένους σας Ιταλούς δημιουργούς, ωστόσο θα έπρεπε επίσης να αναφέρουμε και τους αδερφούς Ταβιάνι γιατί νομίζω ότι το σινεμά της Ρορβάχερ μοιράζεται πολλές ομοιότητες και συγγένειες με τις ταινίες τους. Αναρωτιόμουν αν έχετε δει ταινίες των αδερφών Ταβιάνι.
Μόνο λόγω της Αλίτσε. Νομίζω πως είναι στη λίστα μου. Ακόμα προσπαθώ να καλύψω όλες τις ταινίες από τη λίστα εκείνη. Και είναι καλό αυτό γιατί έτσι μπορώ να μπω λίγο στο μυαλό της Αλίτσε. Να καταλάβω τί την επηρέασε και ποιος είναι οι τις ταινίες που την έκαναν αυτή που είναι. Ειδάλλως ουδέποτε η ίδια προσπάθησε να με σπρώξει προς μια συγκεκριμένη ερμηνευτική κατεύθυνση. Δεν μου πρότεινε, ας πούμε, να δω το «Ακατόνε» ώστε να παίξω μετά όπως ο ηθοποιός στην ταινία αυτή.
Μέσα από το παράδειγμα των παιχνιδιάρικων απατεώνων που έχει ως ήρωες, η ταινία πιστεύω ότι θίγει ένα πολύ σημαντικό ζήτημα που είναι η διαχείριση των αρχαιοτήτων και η προστασία τους από οποιαδήποτε μορφή καπηλείας και εκμετάλλευσής τους. Είτε η εκμετάλλευση προέρχεται από κάποιον άνθρωπο, είτε από ένα ολόκληρο μουσείο.
Αυτή είναι μια πραγματικά πολύ ενδιαφέρουσα ερώτηση για την οποία δεν έχω την απάντηση: Σε ποιόν ανήκει η Ιστορία και ποιος αξίζει να γίνει μάρτυρας της Ιστορίας; Πηγαίνεις στο Βρετανικό Μουσείο και βλέπεις να υπάρχουν έργα τέχνης από ολόκληρο τον κόσμο. Σε ποιον ανήκουν αυτά τα έργα τέχνης; Σίγουρα όχι στην Αγγλία. Πολλά από τα σπουδαία έργα που κλάπηκαν από τους αρχαιοκάπηλους στις δεκαετίες του '70 και του '80 τα απολαμβάνουμε τώρα στο Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης της Νέας Υόρκης ή στο Λούβρο ή οπουδήποτε βρίσκονται. Ποιος επωφελείται πραγματικά από αυτό; Τέτοιες πολύπλοκες ερωτήσεις θέτει και η Αλίτσε με την ταινία της, είναι όμως υπέροχη στο να αντικρίζει την ανθρώπινη φύση υπεράνω απλών χαρακτηρισμών περί Καλού και Κακού, μετατρέποντας στο μεταξύ τους τυμβωρύχους ήρωές της σε πανέμορφες ψυχές τις οποίες προσωπικά αγάπησα πολύ.
Σκηνή από την ταινία «Η Χίμαιρα»
Πολύ συχνά βλέπουμε μη αγγλόφωνους ηθοποιούς να πασχίζουν να νικήσουν τον περιορισμό της ξένης γλώσσας προκειμένου να δουλέψουν στο Χόλιγουντ ή να κάνουν ταινίες στο Ηνωμένο Βασίλειο. Τί έπεισε εσάς να στραφείτε κάπως προς την αντίθετη κατεύθυνση;
Δεν με ενδιαφέρει καθόλου να ακολουθήσω ένα συγκεκριμένο μονοπάτι. Ήθελα να δουλέψω με την Αλίτσε και το ότι χρειάστηκε να μάθω Ιταλικά για να το καταφέρω αυτό ήταν κάτι που έκανα με μεγάλη χαρά. Ήταν τιμή μου, μια τέλεια αφορμή να μιλήσω σε άλλη γλώσσα και παρά το γεγονός ότι μου πήρε πολύ χρόνο για να το πετύχω, αισθάνομαι ότι έχω αγγίξει μόλις την επιφάνεια της γλώσσας. Υπάρχουν τόσα ακόμη συναρπαστικά πράγματα που θα πρέπει να μάθω.
Σας έχει πάρει ο αδερφός σας τηλέφωνο προκειμένου να σας πει τη γνώμη του για τη «Χίμαιρα»;
Όχι, δεν την έχει δει. Θα την λατρέψει.
Ποιος είναι ο σκηνοθέτης στον οποίο θα γράψετε στη συνέχεια;
Δεν ξέρω. Δεν έχω γράψει γράμμα εδώ και πολύ καιρό.
INFO
Η «Χίμαιρα» της Αλίτσε Ρορβάχερ προβάλλεται από σήμερα στις ελληνικές αίθουσες από το CINOBO.
Στην κεντρική φωτογραφία ο Τζος Ο' Κόνορ ποζάρει στον φακό του Άντον Κόρπιν για λογαριασμό του περιοδικού Vogue.