«Η αγαπημένη μου ταινία»: Οι υποψήφιοι δημιουργοί για ΙΡΙΣ ταινίας ντοκιμαντέρ γράφουν στο ΣΙΝΕΜΑ - αφιερωματα , θεματα || cinemagazine.gr
14:39
4/6

«Η αγαπημένη μου ταινία»: Οι υποψήφιοι δημιουργοί για ΙΡΙΣ ταινίας ντοκιμαντέρ γράφουν στο ΣΙΝΕΜΑ

Τα βραβεία ΙΡΙΣ πλησιάζουν και το cinemagazine.gr παρουσιάζει τους δημιουργούς που έχουν υποψήφια ταινία μέσα από τις αγαπημένες τους κινηματογραφικές ταινίες και σκηνές.

Από τον Πάνο Γκένα

Μέσα στην πρωτόγνωρη συνθήκη της πανδημίας, το ελληνικό σινεμά αντιστάθηκε και δήλωσε παρών σε διεθνή φεστιβάλ, online πρεμιέρες κι εγχώριες προβολές, διεκδικώντας μεγάλες βραβεύσεις και θερμές κριτικές. Η Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου με σύνθημα «Κάθε ταινία είναι μία εξέγερση» γιορτάζει τον πλουραλισμό της ελληνικής κινηματογραφίας ως καλλιτεχνικό «αντίδοτο» στην δυσθυμία των καιρών και προετοιμάζει την Τελετή Απονομής των βραβείων ΙΡΙΣ σε φυσικό χώρο στα μέσα Ιουνίου.

Το ΣΙΝΕΜΑ cinemagazine.gr τιμώντας τους δημιουργούς των ελληνικών ταινιών που είναι υποψήφιες στα φετινά βραβεία, απευθύνθηκε σε όλους τους/τις σκηνοθέτες/-τιδες ζητώντας τους να γράψουν την αγαπημένη τους ταινία ή σκηνή. Μοναδικός όρος να εμπνευστούν από την κατηγορία για την οποία είναι υποψήφιοι/-ες. Έτσι, οι υποψήφιοι δημιουργοί ταινιών μικρού μήκους μας έστειλαν κείμενα για άλλες μικρομηκάδικες απολαύσεις, όσοι/-ες είναι υποψήφιοι/-ες στην κατηγορία ντοκιμαντέρ για ταινίες τεκμηρίωσης κ.ο.κ.

Σήμερα δημοσιεύουμε το τρίτο μέρος του αφιερώματος με τις προτάσεις των δημιουργών που διεκδικούν ΙΡΙΣ Ταινίας Ντοκιμαντέρ (Μικρού και Μεγάλου Μήκους).

Ευχαριστώ όλους/-ες τους/τις δημιουργούς που ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα, την Ελίνα Ψύκου και την Μέη Καραμανίδη από την Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου για την βοήθεια.

Μην χάσετε τις προβολές των ταινιών στο Cine Άνεσις από Πέμπτη 3 έως και την Τετάρτη 9 Ιουνίου. Πρόκειται για μία μοναδική ευκαιρία για να απολαύσετε τις περισσότερες από τις υποψήφιες ταινίες στον φυσικό τους χώρο και σε άψογη, ποιοτική προβολή από 4Κ λέιζερ προτζέκτορα (τον μοναδικό σε θερινό σινεμά της Αθήνας).

Διαβάστε περισσότερα:
«Η αγαπημένη μου ταινία»: Οι υποψήφιοι δημιουργοί για ΙΡΙΣ ταινίας μικρού μήκους γράφουν στο ΣΙΝΕΜΑ

«Η αγαπημένη μου ταινία»: Οι υποψήφιοι δημιουργοί για ΙΡΙΣ ταινίας animation γράφουν στο ΣΙΝΕΜΑ
ΙΡΙΣ 2021: Οι υποψηφιότητες των βραβείων της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου
ΙΡΙΣ 2021: Δείτε τις υποψήφιες ταινίες στο Cine Άνεσις

Αγγελική Αντωνίου

Υποψήφια για Βραβείο Μεγάλου Μήκους Ταινίας Ντοκιμαντέρ για την ταινία «Οι Άγνωστοι Αθηναίοι». Προβολή στο Cine Άνεσις: Παρασκευή 4 Ιουνίου, 20:40.

Είναι πολλά τα ντοκιμαντέρ που θαυμάζω, ανάμεσά τους το «Sacro Gra» του Gianfranco Rosi, ένα αινιγματικό ντοκιμαντέρ παρατήρησης, ποιητικό essay που γυρίσθηκε στο GRA τον περιφερειακό δακτύλιο που περικυκλώνει τη Ρώμη.

Η κάμερα του Gianfranco Rosi παρακολουθεί επί δυόμισυ χρόνια διαφορετικούς χαρακτήρες σε αυτόν το δακτύλιο. ΄Ενας τραυματιοφορέας, ένας ιδιόρυθμος «αριστοκράτης», δυο πόρνες, ένας αλιευτής χελιών, ένας εκκεντρικός γεωπόνος κολλημένος με τους φοίνικες , γυναίκες που χορεύουν σε τραπέζια σε φθηνά ξενυχτάδικα καi oι αλλόκοτοι ένοικοι ενός τεράστιου, απρόσωπου, πολυόρωφου κτιρίου αποτελούν την ανθρώπινη ψυχή του GRA.

Με διεισδυτική ματιά, εναλλαγή από ενδιαφέρουσες καθημερινές καταστάσεις με υπέροχα πλάνα, ευφυές μονταζ, συχνά κοντινές ληψεις σε εσωτερικούς χώρους που συνδιάζονται ξαφνικά με πολύ γενικά πλάνα τοπίου, ο θεατής αφοπλίζεται συναισθηματικά από τους περίεργους σχεδόν απροσδιόριστους χαρακτήρες και την παράξενη μεταφυσική ατμόσφαιρα της ταινίας.

Η καθημερινότητα των συμμετεχόντων και το αφοπλιστικό τους άνοιγμα στο φακό του G. Rosi – νιώθεις ότι σχεδόν έχουν ξεχάσει την παρουσία του- δημιουργεί συχνά έναν σουρεαλιστικό και ταυτόχρονα ευαίσθητο μικρόκοσμο.

Συγκλονιστική η πρώτη σκηνή του ντοκιμαντέρ. Στο εσωτερικό ενός ασθενοφόρου η κάμερα είναι εστιασμένη σε μεταφερόμενο άστεγο άνδρα ενώ δίπλα του ενα μέλος του ασθενοφόρου προσπαθεί αγωνιωδώς να τον ζεστάνει. Ξαφνικά το επόμενο γενικό πλάνο αποκαλύπτει μία ήρεμη σχεδόν βουκολική σκηνή, ένα λόφο γεμάτο προβατα.

Σκωτσέζικο ντους που όμως λειτουργεί αποτελεσματικά επειδή ο Gianfranco Rosi xρησιμοποιεί με μαεστρία την κινηματογραφική γλώσσα για να μεταμορφώσει την πραγματικότητα σε κάτι άλλο. H ταινία αναζητά διαρκώς την ομορφιά και την βρίσκει επιτυχώς στο απλό, στο ασήμαντο, στο φευγαλέο και στη σύλληψη των μικρών αλλά σημαντικών στιγμών της ζωής πραγματικών ανθρώπων.

Ψάχνω μάταια να βρω συνέπεια , συνοχή και δραματουργία. Αντιλαμβάνομαι και δέχομαι ότι ο Rosi δεν έχει τη διάθεση να αναλύσει, να καταδείξει ή να καταγγείλει. Τελικά το SACRΟ GRA, το μη κλασικά ταξινομημένο ντοκιμαντέρ του καταφέρνει να με κερδίσει και να με ενθουσιάσει. Είναι αναμφισβήτητα η προσωπική του κατάθεση αγάπης για τον αθέατο κόσμο της παραμελημένης περιφέρειας της Ρώμης.

Το Sacra Gra μου έδωσε κουράγιο να συνεχίσω τα γυρίσματα του δικού μου ντοκιμαντέρ την εποχή που ήμουν έτοιμη να τα παρατήσω επειδή δεν έβγαζα άκρη από τις δυσκολίες που συναντούσα. Με όπλισε με δύναμη στην προσπάθειά μου να αποκαλύψω με το δικό μου τρόπο τον αθέατο κόσμο του κέντρου της Αθήνας μέσα από τα αδέσποτα και τις ζωές τους.

Αποφασίζω -όπως ο Rosi- να μην αναλύσω, να μην καταδείξω, να μην καταγγείλω. Οι «Άγνωστοι Αθηναίοι» γίνεται η δική μου κατάθεση αγάπης προς την τραυματισμένη ελληνική πρωτεύουσα στη διάρκεια της οικονομικής κρίσης.

Γεύη Δημητρακοπούλου

Υποψήφια για Βραβείο Ταινίας Μικρού Μήκους Ντοκιμαντέρ για την ταινία «This is Right; Zak Life and After».

Στο ντοκιμαντέρ «Stories we tell», η δημιουργός Sarah Polley αποδομεί και επανοικοδομεί την ιστορία της οικογένειας της, έχοντας ως φάρο τη προσωπικότητα της μητέρας της, την οποία πρόλαβε να γνωρίσει για μία μόλις δεκαετία. Στην αρχή της ταινίας, βλέπουμε την αδερφή της να ρωτάει «Μα ποιος νοιάζεται για την οικογένεια μας, για να κάνεις μια ταινία με αυτό το θέμα». Και κάπως έτσι για τις επόμενες δύο ώρες παρακολουθείς αυτήν την ιστορία  για μια εντελώς άγνωστη σε εσένα οικογένεια στον Καναδά με αμέριστο ενδιαφέρον.

Γράφοντας αυτό το κείμενο έπεσα σε κάποιες κριτικές που μιλούσαν για την ταινία και τη μνήμη και το πως η δημιουργός μέσα από την ταινία παίζει με τα θραύσματα αναμνήσεων που είτε υπάρχουν είτε δεν υπάρχουν. Και μου άρεσε, γιατί και εγώ δεν θυμόμουν πολλά από την ταινία, πέρα από κάποια κομβικά σημεία και το συναίσθημα ότι υπάρχει μία αγάπη μέσα μου για αυτή. Και παρακολουθώντας τη, θυμήθηκα την πρώτη φορά που την είδα, και πόσο μου άρεσε αυτή η συλλογική αφήγηση που δημιουργείται μέσα από τις διάφορες συνεντεύξεις, και κάπως χρόνια μετά έχει μείνει μέσα μου ένα κομμάτι της .

Αυτό το συλλογικό αφήγημα καταφέρνει με διάφορους τρόπους να γίνει το πιο προσωπικό, τόσο για τη δημιουργό του έργου, όσο και για τη θεάτρια. Παρατηρώντας αυτήν την οικογένεια και την δική της ενδοσκόπηση, μοιραία έρχεσαι αντιμέτωπη με τις δικές σου οικογένειες, τα φανερά ,τα μυστικά, τα γέλια, τα ψιθυρίσματα την αμοιβαιότητα της αλήθεια και του ψέματος, και όλων των κλισέ που κάποια άτομα λατρεύουμε να μισούμε.

Και κλείνοντας, υπάρχει ένα αισιόδοξο μήνυμα:  δεν υπάρχουν αδιάφορες, μέτριες ή κακές ιστορίες που δεν αξίζουν να ειπωθούν. Οτιδήποτε μπορεί να γίνει μία ιστορία και ένα γεγονός είναι συγχρόνως πολλές ιστορίες.

Χρήστος Καρτέρης

Υποψήφια για Βραβείο Ταινίας Μικρού Μήκους Ντοκιμαντέρ για την ταινία «Τεό, ο Γείτονας μου». Προβολή στο Cine Άνεσις: Δευτέρα 7 Ιουνίου, 20:40.

Ένα από τα αγαπημένα μου ντοκιμαντέρ, είναι το «Αθήναι» της Εύα Στεφανή. Ένα ντοκιμαντέρ που γυρίστηκε στον σταθμό Λαρίσης το 1995. Θέμα της ταινίας είναι οι άνθρωποι που συχνάζουν στον σταθμό τα βράδια: Άστεγοι, φαντάροι, ποιητές, φίλαθλοι, μετανάστες, περαστικοί και ονειροπόλοι. Η ταινία καταγράφει την ατμόσφαιρα και τις σχέσεις που δημιουργούνται μέσα από αυτήν την συνύπαρξη αυτών των ανθρώπων. Ο σιδηροδρομικός σταθμός της Αθήνας (σταθμός Λαρίσης) γίνεται ένας τόπος συνάντησης ανάμεσα στην άφιξη και την αναχώρηση. Η συγκεκριμένη ταινία μου φανέρωσε μια άλλη όψη για αυτό που είχα στο μυαλό μου ως ντοκιμαντέρ και συγκεκριμένα το ντοκιμαντέρ παρατήρησης. Με μια απλή, λιτή και γεμάτη βάθος συναισθημάτων κινηματογράφηση, η ταινία αντανακλά την κοινωνία μέσα από τον ίδιο τον άνθρωπο. Η κάμερα στο χέρι, ακολουθεί τα πρόσωπα αυτών των ανθρώπων, παρακολουθεί τις ιστορίες τους, ακούει τις επιθυμίες τους, σκιαγραφεί τις σκέψεις του και φωτίζει τον μικρόκοσμο των αόρατων ανθρώπων της νύχτας. Η ταινία πλάθει ένα ψυχογράφημα του τόπου και των ανθρώπων.

Παρακολουθώντας την ταινία νιώθεις ότι είσαι μέρος αυτής της συναισθηματικής παρατήρησης, σα να είσαι δίπλα τους και συμμετέχεις σε αυτό. Και αυτό είναι το γοητευτικό που σε κερδίζει. Οι φυσικοί ήχοι του χώρου και παράλληλα η σιωπή της νύχτας, συμβάλλουν στη δημιουργία της ατμόσφαιρας του ντοκιμαντέρ. Η διαχείριση των μονοπλάνων και το μοντάζ της ταινίας, σου δίνουν αυτή την αίσθηση της συντροφιάς. Νιώθεις ότι είσαι εσύ ο ίδιος σε αυτή την παρατήρηση. Τα μάτια σου είναι εκεί και παρακολουθούν.

Θεωρώ πολύ σημαντικό στην ταινία αυτή, ότι η συγκεκριμένη παρατήρηση δεν είναι αποστασιοποιημένη από την πραγματικότητα. Η έμφαση δίνεται στον τρόπο που κινηματογραφείται και όχι στο θέμα. Η οπτική που επιλέγει η δημιουργός του είναι αποκαλυπτική. Όποτε βλέπω το συγκεκριμένο ντοκιμαντέρ, μου δίνει μια δημιουργική ώθηση - δύναμη.

Δημήτρης Καφίδας, Λίνο Καφίδας

Υποψήφιοι για  Βραβείο Ταινίας Μικρού Μήκους Ντοκιμαντέρ με το «Ο Σπύρος και ο Γύρος του Θανάτου». Προβολή στο Cine Άνεσις: Δευτέρα 7 Ιουνίου, 20:40.

Όταν μας ζητήθηκε να γράψουμε κάτι για ένα αγαπημένο μας ντοκιμαντέρ αυτόματα στο μυαλό και των δύο μας ήρθε το ίδιο (πράγμα περίεργο μιας και είμαστε πατέρας και γιος): Searching for Sugar Man.

Η οσκαρική αυτή ταινία αφηγείται την απίστευτη ιστορία του Μεξικανο-Αμερικάνου μουσικού Sixto Rodriguez o οποίος στα 70s έκανε στην Αμερική 2 εξαιρετικά άλμπουμ χωρίς όμως εμπορική επιτυχία, και εξαφανίστηκε. Πολλά χρόνια αργότερα κάποιος ταξίδεψε στην Ν. Αφρική έχοντας μαζί του αυτά τα 2 άλμπουμ. Αυτοί που τα άκουσαν τους άρεσαν και έτσι παράνομες κόπιες/ηχογραφήσεις άρχισαν να κυκλοφορούν από χέρι σε χέρι και σύντομα τα τραγούδια του Rodriguez έγιναν πολύ δημοφιλή, ειδικά στους αντί–απαρτχάιντ κύκλους. Όταν ένας indie παραγωγός τα κυκλοφόρησε επίσημα οι πωλήσεις εκτοξεύθηκαν. Ο Rodriguez είχε γίνει ήδη θρύλος στην Ν. Αφρική, ο ίδιος όμως δεν είχε ιδέα γι αυτή την επιτυχία... και ακόμα περισσότερο κανένας δεν ήξερε που βρίσκεται ο Rodriguez. Φήμες έλεγαν ότι είναι νεκρός, ότι είχε αυτοκτονήσει on stage στην διάρκεια μιας συναυλίας του αλλά μιας και δεν υπήρχαν στοιχεία το μυστήριο γύρω από τον άνθρωπο που ήταν γνωστός μόνο από την μουσική του (ούτε ευκρινής φωτογραφία του δεν υπήρχε) μεγάλωνε.

O σκηνοθέτης Malik Bendjelloul παρακολουθεί την προσπάθεια και τις έρευνες του indie παραγωγού να βρει τον Rodriguez. Δεν θα αναφερθούμε στην εξέλιξη της έρευνας και το πώς ολοκληρώνεται γιατί μπορεί να μην έχετε δει ακόμη την ταινία, αυτό όμως που μπορούμε να πούμε είναι ότι ο Malik Bendjelloul δεν έκανε απλά μια γλυκιά και μυστηριώδη ταινία αλλά μας δείχνει με μεγάλη δεξιοτεχνία την σχέση μουσικής και πολιτικής. Η τεράστια ειρωνεία του Searching for Sugar Man είναι ότι ένας άνθρωπος ο οποίος υποφέρει από τις τρομακτικές οικονομικές ανισότητες στην Αμερική, δημιουργεί μουσική που εμπνέει ανθρώπους στην άλλη άκρη του κόσμου και τους βοηθάει να μείνουν δυνατοί ενώ αντιμετωπίζουν τις δικές τους καταπιεστικές, φυλετικές και μη, ανισότητες. ΔΕΙΤΕ ΤΟ!

Και μιας και υπάρχουν ακόμα καμιά 100αριά λέξεις για το όριο του κειμένου να πούμε ότι δεύτερο στις προτιμήσεις μας, με βραχεία κεφαλή, ήταν το The Act of killing. Είναι η ιστορία 2 ανδρών που μετά από ένα πραξικόπημα το 1965 στην Ινδονησία ηγούνταν των ταγμάτων-θανάτου που σκότωσαν χιλιάδες ανθρώπων με την κατηγορία ότι ήταν κομμουνιστές. Την αφηγούνται κομπαστικά οι ίδιοι αλλά επειδή ο σκηνοθέτης (Joshua Oppenheimer) δεν ήθελε απλά talking heads τους πρότεινε να αναπαραστήσουν την ιστορία τους με όποιο κινηματογραφικό στιλ τους αρέσει. Τους άρεσαν οι γκανγκστερικές ταινίες και τα μιούζικαλς! Αυτό στην ουσία κάνει την ταινία να μοιάζει σαν 2 ταινίες με δύο σκηνοθέτες: από την μια η αναπαράσταση με τις ανατριχιαστικές και σαδιστικές αφηγήσεις των 2 πρωταγωνιστών και από την άλλη η προσέγγιση του Oppenheimer με τις συνεντεύξεις θυμάτων κλπ. Η ένταση ανάμεσα σ’ αυτές τις δύο διαφορετικές προσεγγίσεις είναι η κινητήρια δύναμη της ταινίας. Επίσης δείτε το!

Γιάννης Κολόζης

Υποψήφιος για Βραβείο Μεγάλου Μήκους Ταινίας Ντοκιμαντέρ με το «Ο Γιώργος του Κέδρου». Προβολή στο Cine Άνεσις: Κυριακή 6 Ιουνίου, 20:40.

Bombay Beach (2011) της Alma Har'el

Η Bombay Beach, ένα τουριστικό θέρετρο της δεκαετίας του '50 στην έρημο Σονόρα της Καλιφόρνια, 68 μέτρα κάτω από το επίπεδο της θάλασσας που πλέον έχει καταλήξει να μοιάζει με πόλη-φάντασμα, είναι το σκηνικό για το ντοκιμαντέρ της Alma Har'el. Η κοινότητα των φτωχών, περιθωριακών κατοίκων της είναι οι πρωταγωνιστές του. Χαρακτήρες που θα ζήλευε κάθε δημιουργός του ανεξάρτητου Αμερικάνικου κινηματογράφου, εμπιστεύονται τις ιστορίες τους στην Alma Har'el σαν να είναι μία από αυτούς. Είναι από την αρχή ξεκάθαρο ότι η σχέση που έχει αποκτήσει μαζί τους είναι ουσιαστική και πραγματική, κάτι που αποτελεί τη βάση για κάθε καλό ντοκιμαντέρ. Γι'αυτό τον λόγο όλοι οι πρωταγωνιστές της εμφανίζονται πολυδιάστατοι, δεν είναι απλώς καλοί οι κακοί και ο θεατής δεν χρειάζεται ή να τους αγαπήσει ή να τους μισήσει. Μπορούν να συμβούν και τα δύο, όπως συμβαίνει και στη ζωή. Έτσι, όσο κι αν στην αρχή συμπαθήσεις τον 80χρονο Red που πουλάει λαθραία τσιγάρα για να επιβιώσει, τόσο θα σε θυμώσει όταν πει ότι λευκοί και μαύροι δεν πρέπει να κάνουν παιδιά μαζί. Σαν κάποιο μακρινό συγγενή που είχες να δεις πολλά χρόνια και θα προτιμούσες να μη μάθαινες όλες του τις σκέψεις.

Το ντοκιμαντέρ ως είδος προσφέρει ιδιαίτερη ελευθερία στους δημιουργούς, γεγονός που γνωρίζει και χρησιμοποιεί με πολύ όμορφο τρόπο η Alma Har'el. Κι ενώ το Bombay Beach θα μπορούσε να είναι απλώς ένα ενδιαφέρον ντοκιμαντέρ παρατήρησης, μια ακτινογραφία του ξεχασμένου σκελετού των ΗΠΑ, τελικά απογειώνεται σαν μια ποιητική δημιουργία. Η ταινία εξελίσσεται σαν όνειρο καθώς η δημιουργός θέλει να αναδείξει την παράξενη γοητεία αυτού του μέρους και των ανθρώπων του. Σκηνές της καθημερινότητας εναλλάσσονται με σκηνές χορευτικών και άλλων αυτοσχεδιασμών των κατοίκων με τέτοια φυσικότητα που γίνεται σαφές ότι η όποια αλήθεια του ντοκιμαντέρ δεν είναι η αλήθεια μόνο των πρωταγωνιστών του, αλλά η αλήθεια της αλληλεπίδρασης των πρωταγωνιστών με τη δημιουργό του ντοκιμαντέρ.

“Ήμουν στη φυλακή για 100 χρόνια” λέει κάποια στιγμή ο 7χρονος Benny. Αλλά δεν έχει σημασία ούτε αν ήταν ποτέ στη φυλακή, ούτε αν ήταν για 100 χρόνια. Γιατί αυτό είναι πραγματικά ντοκιμαντέρ, μια δημιουργία που δεν βασίζεται στην πληροφορία, αλλά στην ιστορία και το συναίσθημα.

Μπάμπης Μακρίδης

Υποψήφιος για  Βραβείο Ταινίας Μεγάλου Μήκους Ντοκιμαντέρ με το «Όρνιθες (ή πώς να γίνεις πουλί)». Προβολή στο Cine Άνεσις: Σάββατο 5 Ιουνίου, 20:40.

«Aenigma est» (1990) του Δημήτρη Μαυρίκιου

Όταν σπούδαζα κινηματογράφο, δούλευα παράλληλα σε ένα γραφείο παράγωγης ταινιών. Στο υπόγειο εκείνου του γραφείου και συγκεκριμένα στην αίθουσα του μοντάζ, για κάποιους μήνες ο Δημήτρης Μαυρίκιος μόνταρε τότε ένα ντοκιμαντέρ που είχε σκηνοθετήσει για τον Τζόρτζιο ντε Κίρικο. Ήταν ο ίδιος και μοντέρ της ταινίας. Μέρα νύχτα ο κύριος Μαυρίκιος ήταν εκεί μόνος του. Εγώ του πήγαινα κάνα καφεδάκι και μιλούσαμε λίγο. Οι εικόνες που έτρεχαν στις δυο οθόνες της μουβιόλας ήταν πίνακες του Ντε Κίρικο, πλάνα του Βόλου και του Πηλίου, συνεντεύξεις μελετητών του Ντε Κίρικο, πλάνα του ίδιου του σκηνοθέτη , πλάνα του συνεργείου που κινηματογραφούσε κάτι ή κάποιον και διάφορα άλλα κάπως τυπικά για ένα ντοκιμαντέρ . Κάποια στιγμή ο σκηνοθέτης και μοντέρ άρχισε να κινηματογραφεί την ίδια την μουβιόλα, την ίδια την διαδικασία του μοντάζ. Παρατήρησα την προσπάθεια του σκηνοθέτη να εισχωρήσει στην ίδια την αφήγηση που συναρμολογούσε στο υπόγειο . Η περιέργεια μου ήταν μεγάλη . Όταν είδα το τελικό αποτέλεσμα , είδα μια ταινία που δεν ήταν ακριβώς ντοκιμαντέρ . Είδα

κάτι υβριδικό , τόσο προσωπικό και πνευματικό . Μια μοντέρνα κατασκευή που προσπαθούσε να σπάσει κάποιους φραγμούς χωρίς όμως να γίνεται εγκεφαλική. Η ταινία πέρα από την περιγραφή της ζωής του Τζόρτζιο ντε Κίρικο προσπαθεί αλλά δεν μπορεί να ξεδιαλύνει το αίνιγμα του ζωγράφου, και κατά κάποιο τρόπο υποτάσσετε σε αυτόν. Ο ζωγράφος κινεί σχεδόν σαν μαριονέτα τον σκηνοθέτη. Τα επιτακτικά voice over του ζωγράφου ανάγκαζαν μέχρι και τα καρούλια στην μουβιόλα να σταματήσουν και την εικόνα να γυρίσει προς τα πίσω και να αρχίσει ξανά. Η προτροπή του ζωγράφου ΟΧΙ ΜΟΥΣΙΚΗ σταματούσαν την μουσική της ταινίας. Ο σκηνοθέτης μιλώντας και αυτός off πάνω στην ταινία υπακούει τον ζωγράφο . Του μιλά με σεβασμό και υπακούει σαν να ξέρει ότι η ζωγραφική είναι πιο ουσιαστική τέχνη από τον κινηματογράφο. Δεν την έχω ξαναδεί από τότε την ταινία. Δεν έχω καταφέρει να την βρω. Θυμάμαι την κάμερα να τρέχει στα δάση του Πηλίου και μια παιδική φωνή να ψάχνει τον Κένταυρο. Θυμάμαι αυτήν την φωνή να τραγούδα στα ιταλικά πάνω σε μουσική του Νίκου Κηπουργου. Θυμάμαι πλάνα σκιών σε τοίχους ,τις άσπρες μολυβιές πάνω στο θετικό 16mm φιλμ στην μουβιόλα άλλα και στην ίδια την ταινία.

Μια σπουδαία ταινία για την σχέση του κατασκευαστή σκηνοθέτη με τον ήρωα της ταινίας του.

Το «Aenigma est» απέσπασε το βραβείο καλύτερης ταινίας – ντοκιμαντέρ στο 31ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης

Ελευθέριος Φυλακτός

Υποψήφιος για  Βραβείο Ταινίας Μικρού Μήκους Ντοκιμαντέρ με το «Μόνος στο Δάσος». Προβολή στο Cine Άνεσις.

Από μικρός, λίγο πριν με πάρει ο ύπνος, έδινα φανταστικές συνεντεύξεις στον εαυτό μου, και ένα από τα συνηθισμένα θέματα ήταν “τα αγαπημένα”: ο αγαπημένος μου δίσκος, το αγαπημένο βιβλίο, η αγαπημένη μου ταινία, κοκ. Οι ερωτήσεις αλλάζουν με τον καιρό, σοβαρεύουν, και όσο μεγαλώνω τόσο δυσκολεύομαι να τις απαντώ με σιγουριά.

Δεν έχω ένα αγαπημένο ντοκιμαντέρ ή μια αγαπημένη σκηνή… Έχω πολλά και πολλές, και μπορώ να πω, ότι η πιο αγαπημένη μου σκηνή είναι η επόμενη! Η επόμενη που θα με συγκινήσει, θα με κάνει να βουρκώσω, να νιώσω αυτό το πνίξιμο στο λαιμό, να χαμογελάσω, να χαρώ, να βρω ελπίδα, να μάθω κάτι καινούριο, ειδικά κάτι που θα με βοηθήσει να πολεμήσω τον κυνισμό μου. Ειδικά το κυνισμό μου απέναντι στο “ντοκιμαντέρ”.

Για μένα υπάρχουν δύο είδη κινηματογράφου: το fiction και το non-fiction*. (*Και ίσως άλλο ένα για ό,τι βρίσκεται ανάμεσα και προκαλεί τα σύνορα - όπως το Jaguar του Jean Rouch για παράδειγμα ή το Death to 2020 στο NETFLIX). Τα ντοκιμαντέρ, όπως τα ξέρουν οι περισσότεροι, ανήκουν στο non-fiction. Και εκεί έχει χώρο για όλους, ακόμα και για την τηλεόραση. Όλα αυτά (τα πολλά…) τα γράφω, επειδή δεν μπορώ να σας περιγράψω την επόμενη φορά που θα συγκινηθώ - από μία “non-fiction” σκηνή - οπότε θα σας περιγράψω την πιο πρόσφατη.

Είναι από την εκπομπή TALKING HEADS (Hoofdzaken) της Ολλανδικής δημόσιας τηλεόρασης VPRO, όπου ο οικοδεσπότης Marko Suds, ενώ κουρεύει τους καλεσμένους του, συζητάει μαζί τους για προσωπικά τους θέματα. Οι καλεσμένοι είναι από 6 έως 12 ετών και στην συγκεκριμένη σκηνή η μικρούλα Annemarie μιλάει για τον πατέρα της, ο οποίος είναι κατάκοιτος στο νοσοκομείο μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο και επικοινωνεί μόνο ανοιγοκλείνοντας τα βλέφαρά του. Ο Suds την ρωτάει: “μπορείς να τον κοιτάξεις και να του δώσεις να καταλάβει ότι τον αγαπάς, με τα μάτια σου;”. Το κοριτσάκι απαντάει ναι, και του δείχνει πως (φωτό). Λίγο πριν είχε περιγράψει με ποιο τρόπο καταλαβαίνει ότι ο πατέρας της είναι χαρούμενος όταν την βλέπει: ”όταν είναι χαρούμενος έχει τα μάτια του ορθάνοιχτα”.

Τα ντοκιμαντέρ είναι σχέσεις, και όπως στις σχέσεις, όσο πιο ειλικρινή τόσο πιο αυθεντικά.

Υ.Γ. Όσο το σκέφτομαι, διαπιστώνω ότι είναι πάρα πολλές οι αγαπημένες μου σκηνές, και μερικές φορές τις βρίσκω ακόμα και σε μέτριες ταινίες. Επίσης ομολογώ ότι ακόμα δίνω φανταστικές συνεντεύξεις στον εαυτό μου.

Talking Heads (Hoofdzaken) S01E01 from keplerfilm. on Vimeo.