Ο Γκιγιέρμο ντελ Τόρο έχει γενέθλια και το cinemagazine τιμά την αχαλίνωτη φαντασία και το απαράμιλλο ταλέντο ενός σπουδαίου παραμυθά του σύγχρονου σινεμά.
Από τους ελάχιστους σκηνοθέτες της γενιάς του '90 που δεν επιτρέπουν στον όρο «οραματιστής» να ακούγεται καταχρηστικός, ο Μεξικανός οσκαρούχος βρίσκεται σε μια όμορφη και δημιουργική καμπή της καριέρας του. Καθώς περιμένουμε με αγωνία τον «Φρανκενστάιν» του, ο δημιουργός που έφερε το ποιητικά τρομακτικό του υποσυνείδητο σε κουβέντα με την ισπανική ιστορία, αλλά και τα κινηματογραφικά είδη, είναι εδώ, ταινία-ταινία, και το cinemagazine σας τις παρουσιάζει.
«Cronos» (1993)
Το «Cronos», μια παραλλαγή του βαμπιρικού μύθου αρκετά διαφορετική από ό,τι έχουμε συνηθίσει, πρωτοπροβλήθηκε στο Φεστιβάλ Καννών το 1993 και σάρωσε στη συνέχεια τα κινηματογραφικά βραβεία της χώρας του. Ο τότε 29χρονος θαυμαστής των ταινιών της αγγλικής Hammer ολοκλήρωσε το δύο εκατομμυρίων δολαρίων ντεμπούτο του με δωρεές και υπέρογκες χρεώσεις σε πιστωτικές κάρτες. Πέραν του ότι κατόρθωσε να το κάνει να μοιάζει σα να κόστισε τα διπλάσια, η σίγουρη σκηνοθεσία και η κατάδηλη αγάπη και γνώση για το ταλαίπωρο σινεμά τρόμου γρήγορα του χάρισαν το διαβατήριο για το Χόλιγουντ, αποζημιώνοντάς τον με τη δυνατότητα να βάλει σε εφαρμογή ακριβά εφηβικά όνειρα, όπως το Hellboy, τα οποία πραγματοποιούσε με παιδικό ενθουσιασμό αντίστοιχο ενός Πίτερ Τζάκσον. Θανάσης Πατσαβός
«Mimic» (1997)
Το χολιγουντιανό εισιτήριο του Γκιγιέρμο ντελ Τόρο, μία ταινία που παραπέμπει σε ένα ευφάνταστο «Alien» στη Νέα Υόρκη, δεν εξαργύρωσε αντίστοιχα το ταλέντο του. Το «Mimic» θύμα ενδεχομένως της επιδημίας που θέλει τις εμπορικές επιταγές του στούντιο να μην συνάδουν με τη δημιουργικότητα των σκηνοθετών, ασχολείται εμμονικά με έναν αρχέγονο φόβο (αυτόν για τις κατσαρίδες) και έχει τη Μίρα Σορβίνο, φρέσκια μετά το Όσκαρ της για την γουντιαλενική «Ακαταμάχητη Αφροδίτη», να παραδίδεται στο κόνσεπτ με ελάχιστη πειθώ. Μία χαμένη ευκαιρία για κάτι εντελώς ανανεωτικό σε ένα ταλαιπωρημένο κινηματογραφικό είδος, που ώθησε όμως τον ντελ Τόρο σε μία εμπνευσμένη επιστροφή σε ιδέες (και εκτέλεση) - αυθεντικό κτήμα του - τέσσερα χρόνια μετά. Πάνος Γκένας
«Στη Ράχη του Διαβόλου» (El Espinazo del Diablo, 2001)
Κατά τον γράφοντα το αριστούργημα του Μεξικανού, μια ταινία που περιέχει δοσομετρημένα, διαλεκτικά και διαβολικά έξυπνα την Ιστορία, την ματιά του Ντελ Τόρο στην παιδική ηλικία, το γοτθικό στοιχείο και τα φαντάσματα. Τα οποία στο βιβλίο του Ντελ Τόρο είναι μέσα μας, είναι γραμμένα στην ιστορική, πολιτική και εθνκή μας ταυτότητα. Μπορεί να ζεις μαζί τους και να μην το ξέρεις, μπορεί να τα συναντάς και τρομάζεις, μπορεί και να αγωνιστείς μιας ζωή να τα ξεπεράσεις. Κομψτέχνημα σκηνοθετικού τόνου, ένας δημιουργός στο ατρόμητο απόγειο των εκφραστικών του μέσων. Ηλίας Δημοπουλος
«Blade II» (2002)
Με κόμικ ευαισθησία κι αντίστοιχο στιλ, το «Blade II» φλερτάρει με τα όρια των φιλοδοξιών του, ικανοποιώντας το target group του με ένα σενάριο που εισάγει (μελό)δραμα στη δράση και βία στα όρια του σπλάτερ. Πολεμικές τέχνες και αιμοτοχυσία θολώνουν την εικόνα μπροστά από καλοφτιαγμένα ντεκόρ, σε ένα απροσδόκητα πληθωρικο και μοιραία άνισο κοκτέιλ που αφιερώνει το b-όραμά του στην υπερβολή. Ένα πολυμορφικό υβρίδιο άμεσης εφηβικής action fantasy ικανοποίησης. Γιάννης Δεληολάνης
«Hellboy: Ο Ήρωας της Κόλασης» (Hellboy, 2004)
Προλέγοντας μια μανία που κυριεύει σήμερα το blockbuster, το super-hero flick του Γκιγιέρμο Ντελ Τόρο ήρθε στην μοντέρνα νεότητα του είδους και φωταγώγησε μια πορεία που έπρεπε να ακολουθηθεί. Παντρεύοντας την προσωπική φαντασία με την μαστοριά ειδικών εφφέ που έχουν ανθρώπινη αντί προγραμματική σφραγίδα, συνδέοντας horror κόσμους με την γραφική νουβέλα και αφηνόμενος σε μια αξιαγάπητη «τεμπελιά» που ουδεμία σχέση φέρει με το σημερινό τεντωμένο κομφούζιο, ο διαβολάκος του Πέρλμαν, που τρώει νάτσος κι ακούει soul για να χαλαρώσει, είναι ένα genre έργο για σούπερ ήρωα που μπορείς να ενδώσεις. Φυσικά, απέτυχε εισπρακτικά. Ηλίας Δημόπουλος
«Ο Λαβύρινθος του Πάνα» (El Laberinto del Fauno, 2006)
Ένα ορφανό κορίτσι, μία χώρα παραδομένη στον εμφύλιο, οι προαιώνιοι μύθοι, η αδυσώπητη Ιστορία και ένα κινηματογραφικό αριστούργημα. Η αρχέγονη φαντασία συγκρούεται με την ιστορική συγκυρία και ο Γκιγιέρμο ντελ Τόρο υπογράφει ένα ρομαντικό, πολιτικό παραμύθι αφιερωμένο στην τέχνη που μπορεί να μετουσιώσει φαντασμαγορικά τα αδιέξοδα του λαβύρινθου της ζωής. Τρόμος και χιούμορ, αθωότητα και σκοτάδι, ο πολυβραβευμένος, δημοφιλής «Λαβύρινθος του Πάνα» αποτελεί κινηματογραφική κορωνίδα της φιλμογραφίας του ντελ Τόρο και ο λόγος για τον οποίο αποτελεί τον πιο αγαπητό σύγχρονο παραμυθά του σελιλόιντ. Πάνος Γκένας
«Hellboy II: Η Χρυσή Στρατιά» (Hellboy II: The Golden Army, 2008)
Ο Hellboy και οι συνεργάτες του αποκαλύπτουν τον κρυφό πόλεμο που είναι έτοιμος να ξεσπάσει ανάμεσα στον κόσμο μας κι εκείνον της φαντασίας, καθώς ο auteur του «Πάνα» επιχειρεί να δώσει υπόβαθρο σε ένα ισχνό και σχηματικό στόρι. Μπορεί να μην τα καταφέρνει πάντα, αλλά η ατμόσφαιρα παλιού Χόλιγουντ συνδυάζεται έξοχα με τα αποστομωτικής και άγριας ομορφιάς πλάσματα που γεννά η φαντασία του ντελ Τόρο, σε αυτό το εικαστικό μεγαλούργημα που και καρδιά έχει και άφθονο χιούμορ επιφυλάσσει. Θοδωρής Δημητρόπουλος
Το Δαχτυλίδι της Φωτιάς (Pacific Rim, 2013)
Με οδηγό τις παιδικές του εμμονές - τα τέρατα της ιαπωνικής μυθολογίας, με τον Γκοτζίλα να πρωτοστατεί - συν λοιπές προσμίξεις από την ποπ κουλτούρα των βιντεογκέιμ και τα μοδάτα ρομπότ Transformers, o ντελ Τόρο φτιάχνει μια υπερπαραγωγή μεγατόνων για το κοινό των πολυσινεμά. Τίμιο στην πρωτότυπη σύλληψή του, το «Pacific Rim» είναι μία ογκώδης, εκκωφαντική, θεαματική, άρτια στα 3D εφέ της κατασκευή που μάχεται όλα τα χολιγουντιανά μπλοκμπάστερ μαζί. Άντα Δαλιάκα
Πορφυρός Λόφος (Crimson Peak, 2015)
Ο ντελ Τόρο δείχνει μετά το «Pacific Rim» πως προσπαθεί να ξεφύγει από τις ταινίες είδους, θέλοντας να μετουσιώσει την εμφανή αγάπη του στο gothic και τα τέρατα σε κάτι πιο οικουμενικό και μεγαλόπνοο, όπως είχε ξανακάνει στο παρελθόν με το «Στη Ράχη του Διαβόλου». Στον «Πορφυρό Λόφο», όμως το gothic κυριαρχεί και όλη η ταινία μοιάζει με μια γιορτή που στήθηκε σε ένα τραπέζι όπου μεγαλουργούν ένας σκηνοθέτης, ένας καλλιτεχνικός διευθυντής και ένας ενδυματολόγος – από το τραπέζι όμως λάμπει δια της απουσίας του ο σεναριογράφος. Στην επόμενη ταινία του, οι κινηματογραφικές αναφορές θα μεταλλαχθούν σε κάτι αξιοθαύμαστο. Τάσος Μελεμενίδης
Η Μορφή του Νερού (The Shape of Water, 2017)
Η ταινία που κέρδισε τα Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας, Σκηνοθεσίας, Μουσικής και Καλλιτεχνικής Διεύθυνσης φέτος, βουτά στο κλασικό σινεμά με πολλούς τρόπους: από την τηλεόραση του Ρίτσαρντ Τζένκινς που προβάλλει αυτά που θα έπαιζε σήμερα το TCM, το διαμέρισμα της δράσης που βρίσκεται πάνω από μία μεγαλοπρεπή αλλά παρακμάζουσα κινηματογραφική αίθουσα ως και ολόκληρες σκηνές όπως αυτή της ρετρό εξομολόγησης της Σάλι Χόκινς που φέρνει στο νου το «Pennies from Heaven» του Χέρμπερτ Ρος που κι αυτό με τη σειρά του τιμούσε τα αμερικανικά μιούζικαλ των 30ς. Και βέβαια υπάρχει η βασική πλοκή. Μία γυναίκα προσπαθεί να σώσει ένα τέρας. Τα τέρατα έσωσαν τη ζωή του Γκιγιέρμο ντελ Τόρο σε νεαρή ηλικία και αυτός ανταποδίδει τη χάρη με ένα γλυκό παραμύθι για τους φοβισμένους και ηττημένους αυτού του κόσμου, έχοντας ως όπλο τη γνήσια σινεφιλία του. Τάσος Μελεμενίδης
Το Μονοπάτι των Χαμένων Ψυχών (Nightmare Alley, 2021)
Οι συγκρίσεις με το πρώτο «Nightmare Alley» μπορεί να μοιάζουν αυτόματες για όσους έχουν γνώση της ταινίας του 1947. Στο μυαλό του Γκιγιέρμο ντελ Τόρο πάντως, το δικό του «Μονοπάτι των Χαμένων Ψυχών» δεν αποτελεί remake εκείνου του Έντμουντ Γκούλντινγκ, αλλά φρέσκια προσέγγιση στο ομώνυμο βιβλίο του Γουίλιαμ Λίντσεϊ Γκρέσαμ, στο οποίο και βασίζονται αμφότερα τα φιλμ. Όμως το σκηνοθετικό εγχείρημα του εραστή του φανταστικού μετά την οσκαρική «Μορφή του Νερού» διακρίνεται για ακόμα μία, πιο προσωπική πρωτιά: είναι το πρώτο του φιλμ από το οποίο απουσιάζει το υπερφυσικό στοιχείο. Για την ακρίβεια, «Το Μονοπάτι των Χαμένων Ψυχών», σχεδόν χλευάζει την όποια πίστη στο υπερφυσικό, αφηγούμενο την ιστορία ανόδου και πτώσης ενός πνευματιστή που με βατήρα την αφέλεια των πολλών βάζει πλώρη για τα χοντρά πορτοφόλια των λίγων και ισχυρών της Νέας Υόρκης. Τον υποδύεται ο Μπράντλεϊ Κούπερ, που στην εισαγωγική σκηνή τον παρακολουθούμε να ξεφορτώνεται ένα πτώμα, προτού δοκιμάσει την τύχη και τα ταλέντα του σε έναν περιπλανώμενο θίασο στην Αμερική των τελών του ‘30. Και αν η αρχή μιας ταινίας περιλαμβάνει πτώμα, είναι μάλλον απίθανο να μην υπάρξει άλλο στην πορεία. Ειδικά σε ένα φιλμ που αγαπάει ευλαβικά τη νουάρ μυθολογία, με τη σκοτεινιά του να διαχέεται παντού στην ατμόσφαιρα. Νεκτάριος Σάκκας
Πινόκιο του Γκιγιέρμο ντελ Τόρο (Guillermo del Toro's Pinocchio, 2022)
Ο Γκιγιέρμο ντελ Τόρο διαβάζει εκ νέου το παραμύθι του «Πινόκιο» και σκαλίζει στις ξύλινες επιφάνειες των πρωταγωνιστών του μία παραβολή για την αιώνια υστεροφημία των απανταχού ατάκτων. Σε έναν κόσμο σκοταδισμού, φασιστικού καθεστώτος και αγκυλωμένης θρησκοληψίας, ο Πινόκιο είναι ένα ζωντανό αέναο σύμβολο που δεν έχει «δεσμά», ένα «αληθινό αγόρι» απέναντι σε ανθρώπους-μαριονέτες. Συνδυάζοντας ξανά την ιστορία με το παραμύθι, ο ντελ Τόρο αφηγείται έναν μύθο που νομίζαμε πως γνωρίζαμε, μία ιστορία συγκαλυμμένου πένθους και πολιτικού λόγου σαν να περπατάμε ξανά στον «Λαβύρινθο του Πάνα». Το βέβαιο είναι πως το δικό του «μια φορά κι έναν καιρό» αποτέλεσε μία από τις καλύτερες ταινίες του 2022. Κι αυτό δεν είναι ψέμα. Πάνος Γκένας