Συνέντευξη: Οι πρωταγωνιστές του ντεμπούτου της Σελίν Σονγκ μιλούν για τις «Περασμένες Ζωές» τους
Οι Γκρέτα Λι, Τίο Γιού και Τζον Μαγκάρο μιλούν στο ΣΙΝΕΜΑ cinemagazine.gr και στον Γιάννη Βασιλείου για τον τρόπο που οι «Περασμένες Ζωές» ανατρέπουν τις συμβάσεις, για το άγχος που τούς προκάλεσε η πρεμιέρα της ταινίας, για το αν οι ίδιοι θα έλεγαν στον Χε Σανγκ «πήγαινε μίλα της» και για τις αγαπημένες τους ρομαντικές ιστορίες του σινεμά.
Σίγουρα αυτές τις μέρες, ανοίγοντας εγχώριες κινηματογραφικές σελίδες και σχετικά sections δημοφιλών ιστοσελίδων, θα έχετε πέσει πάνω σε κάτι που γράφτηκε για τις «Περασμένες Ζωές», το τρυφερό, αυτοβιογραφικό ντεμπούτο της Σελίν Σονγκ. Δικαίως, αν μας ρωτάτε, δεν πρόκειται για έναν θρίαμβο του μηχανισμού του hype, είναι μια ταινία που καταφέρνει να (επι)κοινωνήσει όσα έχει να πει περί πεπρωμένου, έρωτος και άλλων δαιμονίων με έναν τρόπο που παρακάμπτει τις (όποιες) εγκεφαλικές αναστολές μας και χτυπάει την πόρτα του θυμικού.
Η ταινία ξεκινά με την εικόνα τριών ανθρώπων σε ένα μπαρ, μιας γυναίκας και δυο ανδρών -κομπολόι μετά χανδρών, για να παραφράσουμε τον Μητσάκη και την Άννα Χρυσάφη -, για να γυρίσει πίσω στον χρόνο και να μας συστήσει τη Νόρα και τον Xε Σανγκ, δυο παιδιά στην Κορέα που γνωρίζονται, ερωτεύονται, όπως μπορεί να ερωτευτεί κάποιος σε τόσο νεαρή ηλικία, και ξαναβρίσκονται σε δυο διαφορετικές φάσεις στη ζωή τους, την πρώτη μέσω διαδικτύου και τη δεύτερη από κοντά, στη Νέα Υόρκη, όπου η Νόρα συγκατοικεί, πια, με την Αμερικανό σύζυγό της, τον Άρθουρ. Τους ήρωες υποδύονται οι Γκρέτα Λι, Τίο Γιού και Τζον Μαγκάρο, που είναι πολύ πιθανό να αναγνωριστούν και οσκαρικά, όταν έρθει η ώρα των υποψηφιοτήτων. Και το αξίζουν, καθώς η προσέγγισή τους εναρμονίζεται με την ανατροπή της φόρμας που έχουμε στο κεφάλι μας για ιστορίες οι οποίες, στα χαρτιά τουλάχιστον, συνιστούν έναν «καταραμένο έρωτα» - η ταινία είναι τόσο πέρα από αυτό. Συνομιλήσαμε και με τους τρεις με αφορμή την κυκλοφορία της ταινίας στις ελληνικές αίθουσες.
Τζον στις περισσότερες ταινίες ο χαρακτήρας που υποδύεσαι είναι ο τρίτος άνθρωπος, ένας «κακός λευκός άνδρας» που εμποδίζει τους ήρωες να ζήσουν την αγάπη τους.
Τζον: Εντάξει φαντάζομαι ότι ακόμα και τώρα κάποιοι θεατές ίσως δουν τον χαρακτήρα σαν το πρόσωπο που σαμποτάρει τη σχέση των δύο κεντρικών ηρώων. Το βασικό ήταν το γράψιμο, η Σελίν Σονγκ έγραψε τον χαρακτήρα με έναν πολύ τρυφερό τρόπο. Υποθέτω θα μπορούσα να υπερτονίσω την πλευρά της ζήλιας, αλλά ποτέ δεν τον είδα έτσι. Τον προσέγγισα σαν κάποιον που προσπαθεί να είναι ένας υποστηρικτικός και τρυφερός σύζυγος και πιστεύω ότι έτσι πρέπει να είναι οι σύγχρονες σχέσεις. Στα μάτια μου η ιδέα ότι ένας σύζυγος πρέπει να είναι αρρενωπός και ζηλιάρης είναι πολύ λάθος. Στις πιο υγιείς σχέσεις που ξέρω, οι άνθρωποι δεν είναι έτσι. Θέλεις να δεις τον άνθρωπό σου να εξελίσσεται, να μεγαλώνει, να πετυχαίνει. Διάβασα λοιπόν το σενάριο, είδα και τη σχέση της Σελίν με τον σύζυγό της, τον Τζάστιν, και αποφάσισα να τον προσεγγίσω έτσι. Εννοείται ότι υπάρχουν αισθήματα ζήλιας, δυσφορίας και ανασφάλειας, άνθρωποι είμαστε, αλλά σημασία έχει ο τρόπος που τα εκφράζεις. Αν στην περίπτωση της Νόρα ο Άρθουρ ενεργούσε διαφορετικά, δεν θα ήταν ένας καλός σύζυγος για εκείνη.
Γκρέτα εσύ είσαι το alter ego της Σελίν στην ταινία σε αυτή την πολύ προσωπική ιστορία. Πόσο δύσκολο ήταν για σένα να την κάνεις δική σου υπό το διαρκές βλέμμα της Σελίν;
Γκρέτα: Χμ. Ναι, η ιστορία έχει αυτοβιογραφικά στοιχεία, ταυτόχρονα, όμως, παρεκκλίνει από την πραγματικότητα. Η Σελίν είναι πολύ γλυκιά και έδωσε και στους τρεις μας τη δυνατότητα να κάνουμε τους χαρακτήρες δικούς μας. Και οι τρεις μας βρήκαμε προσωπικά στοιχεία στους ρόλους μας. Εγώ, ας πούμε, είμαι επίσης παντρεμένη με έναν λευκό άνδρα. Το κλειδί για να μην νιώθουμε πίεση, ήταν η έγνοια μας. Η έγνοια για να πούμε την ιστορία της Σελίν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Και μας άρεσε που το σενάριο ανατρέπει τις συμβάσεις μιας ερωτικής ιστορίας, θα προσέξατε ότι δεν υπάρχει κακός στην ταινία. Θα ήταν πιο εύκολο για μένα, αν είχα έναν κακό σύζυγο στην ταινία. Εδώ, όμως, είναι όλοι καλοί άνθρωποι και το δράμα τους μας γίνεται εντονότερο.
Η Νόρα αναφέρεται συχνά σε βραβεία που πρόκειται να κερδίσει. Υπάρχει αρκετή οσκαρική συζήτηση για την ταινία και αναρωτιέμαι αν υπήρξε κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων που να σκέφτηκες «να η ευκαιρία να αποδείξω ότι η Γκρέτα Λι και το Όσκαρ μπορούν να αναφέρονται στην ίδια πρόταση».
Γκρέτα:(Γελάει) Όχι, όχι, ποτέ. Κι εγώ και όλοι οι υπόλοιποι είχαμε εστιάσει στο πώς θα πούμε καλύτερα αυτή τη μικρή και προσωπική ιστορία. Και να σου πω την αλήθεια, τότε βλέπαμε αυτό που κάνουμε σαν ρίσκο. Δεν υπάρχει θέαμα, δεν ακολουθεί τις επιταγές και τις τάσεις της αγοράς, δεν μοιάζει με τίποτα που πέτυχε στο box-office εδώ και χρόνια. Ήταν διαφορετική ταινία, ένα κρυφό, εκλεκτό «πλάσμα» που έπρεπε όλοι να φροντίσουμε. Αν με ρώταγες πριν το Σάντανς και το Βερολίνο, θα σου έλεγα ότι θα αισθανόμουν τυχερή αν την έβλεπαν δέκα άνθρωποι και τους άρεσε. Λογάριασε και ότι ένα μεγάλο μέρος της είναι στα κορεατικά, όχι στην αγγλική γλώσσα που μιλούν οι περισσότεροι. Και στην Αμερική οι ταινίες με υπότιτλους σπάνια πετυχαίνουν στο box-office. Οπότε εκ των πραγμάτων όχι, δεν φανταζόμουν ότι θα μπορούσε να είναι οσκαρικός διεκδικητής. Κανείς δεν το φανταζόταν.
Τζον: Όπως τα λες, Γκρέτα. Δεν υπάρχει κάποια εκκωφαντική κορύφωση, δεν υπάρχει μεγάλη μάχη στην τελευταία πράξη. Όλοι πιστεύαμε ότι είναι μια υπέροχη ερωτική ιστορία, αλλά δεν ξέραμε αν θα το πίστευε και το κοινό. Για μένα είναι εκπληκτικό το πόσο καλά υποδέχτηκαν την ταινία και πόσο τους συγκινεί.
Γκρέτα: Ακόμα και στο Σάντανς θυμάμαι να έχω τόσο άγχος στην πρεμιέρα, νόμιζα ότι θα κάνω εμετό. Από τον φόβο μου ρώτησα την Σελίν αν είναι απαραίτητο να δείξουμε την ταινία. (Γέλια) Και η Σελίν μου απάντησε ψευτοσοβαρά ότι είναι μέρος της γενικής διαδικασίας να δείξουμε την ταινία στον κόσμο. Σε πραγματικό χρόνο δεν μπορούσα να καταλάβω πώς φαινόταν στο κοινό, γιατί δεν είναι μια ταινία που προκαλεί έντονες συναισθηματικές αντιδράσεις κατά τη διάρκεια της παρακολούθησης. Τελειώνει, λοιπόν, η ταινία και άκουγα αγκομαχητά, αναστεναγμούς, έβλεπα ανθρώπους να ψάχνουν τα πράγματά τους και σκέφτηκα έντρομη ότι τους χάσαμε, ότι η προβολή ήταν καταστροφική. Όταν συνειδητοποίησα ότι αυτοί οι ήχοι προέρχονταν από ανθρώπους που κλαίνε, σοκαρίστηκα. Αλλά, ακόμα και όταν σηκωθήκαμε και μας ζητωκραύγαζαν, έλεγα από μέσα μου «φυσικά και μας χειροκροτούν, είναι φίλοι και συγγενείς και άνθρωποι της παραγωγής». Δεν ηρέμησα ούτε όταν βγήκαν οι πρώτες καλές κριτικές, βρισκόμουν σε άρνηση, δεν μπορούσα να το πιστέψω.
Τίο εσύ πώς αντέδρασες όταν είδες πρώτη φορά την ταινία;
Τίο: Ήμουν ράκος, έκλαιγα ασταμάτητα στο τέλος. Προσπάθησα να συγκρατηθώ αλλά δεν μπορούσα. Και ναι μεν είσαι ενεργός στο πλατό και βρίσκεσαι στη σκηνή, αλλά δεν μπορείς να έχεις τη γενικότερη εικόνα. Απολάμβανα τις σκηνές που γύριζα με τον Τζον και την Γκρέτα, αλλά δεν είχα ιδέα πώς φαίνονται. Και ήταν άλλη αίσθηση να τις βλέπω έτσι, λαμβάνοντας και την ενέργεια του κοινού. Ο Τζον, ειδικά, έκανε υπέροχη δουλειά, η ειλικρίνεια του έβγαζε χιούμορ, χωρίς να είναι κωμική ερμηνεία και μου άρεσε να βλέπω τους θεατές να αντιδρούν θετικά σ’αυτό. Επίσης, στην τελευταία σκηνή, όταν μπαίνω στο Uber και αφήνω την Γκρέτα, δεν είχα ιδέα τι ακολούθησε. Βλέποντας την Γκρέτα να ξεσπά σε λυγμούς, ένιωσα σαν να μου έδωσαν γροθιά στο στομάχι, δεν μπορούσα πια να κρατήσω τα δάκρυα μου.
Αν ήσουν φίλος του Χε Σανγκ, σαν αυτούς που συναντά για να μεθύσουν στην ταινία, τι θα του έλεγες όταν μάθαινες ότι σχεδιάζει να πάει στη Νέα Υόρκη για να συναντήσει τον παιδικό του έρωτα;
Τίο: (Γελάει) Οι Κορεάτες φίλοι είναι μεγάλοι σπασαρχίδες. Νομίζω θα ήμουν ενθαρρυντικός, θα του έλεγα «κάνε ό,τι νομίζεις καλύτερο». Πιστεύω ότι δεν πρέπει να αφήνουμε αναπάντητα ερωτήματα και εκκρεμότητες στη ζωή μας. Θα ήμουν η cheerleader του. (Γέλια)
Τζον: Εγώ θα του έλεγα μην το κάνει.
Γκρέτα: Νομίζω ότι και οι φίλοι του αυτό του λένε, να μην το κάνει.
Εσύ, Γκρέτα τι θα του έλεγες;
Γκρέτα: Εγώ θα του έλεγα να το κάνει.
Γνωρίζοντας ότι κατά πάσα πιθανότητα θα ραγίσει η καρδιά του;
Γκρέτα: Ναι, ακόμα κι έτσι θα του έλεγα να το κάνει. Είμαι τόσο σαδίστρια. (Γέλια)
Και μια τελευταία ερώτηση προς όλους. Ποια είναι η αγαπημένη σας ρομαντική ιστορία του σινεμά;
Τζον: Παραμένω πολύ κακός σε αυτές τις ερωτήσεις, ας απαντήσει κάποιος άλλος.
Γκρέτα: Θα ακουστεί πολύ βαρετή απάντηση, επειδή αρκετοί συγκρίνουν την ταινία μας μαζί της, αλλά θα πω την τριλογία «Before» του Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ. Αγαπώ πολύ αυτές τις ταινίες. Όταν ξεκινούσα την καριέρα μου στην υποκριτική, πήγα να δω μια από αυτές τις ταινίες μόνη μου σε ένα σινεμά που παίζει τη δική μας ταινία αυτή τη στιγμή που μιλάμε – πόσο καταπληκτικό είναι αυτό; Ξέρετε τι σκεφτόμουν τις προάλλες; Αφού έτσι κι αλλιώς συγκρίνουν την ταινία μας με την τριλογία του Λινκλέιτερ, δεν θα ήταν ωραίο να κάναμε κι εμείς μια τριλογία με τη δική μας ταινία; Θα μπορούσα να παίζω τη Νόρα μέχρι τα εκατό
Τίο: Ενδιαφέρουσα ερώτηση, γιατί αν με ρωτούσες για ρομαντικό φιλμ, η απάντηση μου θα ήταν διαφορετική. Θα διαλέξω δύο. Η μία είναι το «Διακοπές στη Ρώμη» με την Όντρεϊ Χεπμπορν και τον Γκρέγκορι Πεκ και η άλλη θα ήταν η «Μελωδία της Ευτυχίας», επειδή για μένα οι δύο κεντρικοί ήρωες είχαν μια συγκεκριμένη αντίληψη για τον τρόπο που πρέπει να ζουν τη ζωή τους, αλλά η δύναμη της αγάπης τούς άλλαξε. Αυτές είναι οι ρομαντικές ιστορίες που αγαπώ.
Τζον, τώρα που πήρες τον χρόνο σου, μήπως έχεις απάντηση;
Λοιπόν, αν έπρεπε να διαλέξω ερωτική ιστορία, θα έλεγα το «Όταν ο Χάρι γνώρισε τη Σάλι», γιατί είναι μια ταινία που βλέπω ξανά και ξανά, την βρίσκω πολύ αστεία. Αν έπρεπε να διαλέξω ζευγάρι, λόγω του πόνου του χωρισμού και της καλλιτεχνικότητας της ταινίας, θα έλεγα την «Αιώνια Λιακάδα ενός Καθαρού Μυαλού».
Η ταινία «Περασμένες Ζωές» προβάλλεται στις αίθουσες από την Tanweer.