Ο Γιώργος Γούσης, ο βραβευμένος στις Νύχτες Πρεμιέρας δημιουργός (για την μικρού μήκους «Ο Χειροπαλαιστής»), μιλά στο ΣΙΝΕΜΑ cinemagazine.gr για τα τρυφερά «Μαγνητικά Πεδία», την ελληνική ταινία του καλοκαιριού με πρωταγωνιστές την Έλενα Τοπαλίδου και τον Αντώνη Τσιοτσιόπουλο που προβάλλεται ήδη στις αίθουσες.
Πώς ξεκίνησε το ταξίδι των «Μαγνητικών Πεδίων»;
Δεν ήταν κάτι τρομερά προσχεδιασμένο. Ο «Χειροπαλαιστής» που δούλευα παράλληλα γυριζόταν σε στάδια, ήθελε τον χρόνο του άλλωστε όπως κάθε ντοκιμαντέρ. Μεσολάβησαν επίσης και δυο χρόνια καραντίνας, οπότε προέκυψε ένα δημιουργικό κενό χρόνου. Πήρα την υποτροφία από το ARTWORKS και αποφάσισα πως όσο ξαφνικά ήρθαν αυτά τα λεφτά, έτσι να τα διαθέσω. Σκεφτήκαμε, λοιπόν, με τους συνεργάτες μου να κάνουμε αυτό το πείραμα, αυτό το ταξίδι με σκοπό να ανακαλύψουμε μία ταινία. Δεν γνωρίζαμε καν το μέγεθος της, όταν ξεκινήσαμε. Αντιληφθήκαμε πως έχουμε μία μεγάλου μήκους όταν ολοκληρώσαμε τα γυρίσματα. Το ένα έφερε το άλλο, τίποτα δεν ήταν προγραμματισμένο.
Όλο αυτό προϋποθέτει και μία εμπιστοσύνη των συνεργατών στο πρόσωπό σου.
Σίγουρα, αλλά μπήκαμε σ’ αυτό το παιχνίδι μην έχοντας να χάσουμε κάτι. Κανείς δεν περίμενε τίποτα από εμάς. Εμείς πήγαμε εκεί για να παίξουμε και σταθήκαμε τυχεροί. Γυρίσαμε πίσω με κάτι.
Η εμπιστοσύνη αυτή δεν είχε κάποιο βάρος δηλαδή μιας και το πρότζεκτ ήταν όλο συνεργατικό και συνδημιουργικό.
Τελείως. Δεν είχε το βάρος των ονείρων. Δεν αναμέναμε κάτι πολύ συγκεκριμένο.
Και η αναλογική εικόνα της ταινίας; Υπαγορεύτηκε από το μπάτζετ φαντάζομαι.
Ναι, μας διευκόλυνε σε πολλά σημεία, το γύρισμα θα γινόταν πιο γρήγορα έτσι. Πέρα, όμως, από τους τεχνικούς λόγους, το αποτέλεσμα το είχαμε δοκιμάσει και μας ικανοποιούσε εικαστικά. Ταίριαζε σ’ αυτό που θέλαμε να κάνουμε. Επίσης η λογική της ταινίας, το γεγονός πως δεν υπήρχε δηλαδή οριστικό σενάριο, ήταν μία επιλογή που κάναμε έτσι κι αλλιώς πέρα από το μπάτζετ.
Αντώνης Τσιοτσιόπουλος, Έλενα Τοπαλίδου, Γιώργος Γούσσης
Είχες από την αρχή στο μυαλό σου μια συνεργασία με την Έλενα Τοπαλίδου και τον Αντώνη Τσιοτσιόπουλο;
Είχα δουλέψει με την Έλενα το καλοκαίρι του 2020 σε ένα βίντεο κλιπ χρησιμοποιώντας την ίδια κάμερα. Εκεί είχαμε δοκιμάσει το look της ταινίας και είχαμε συμφωνήσει τότε πως θα ξανασυνεργαστούμε. Μετά προέκυψε η ιδέα, τα χρήματα και σχεδιάστηκε όλο πάνω στους συγκεκριμένους ηθοποιούς. Επειδή ξέραμε πως θα έβγαινε αρκετά αυτοσχεδιαστικό, πολλά δομικά στοιχεία ήταν δικά τους με στόχο να αισθάνονται οι ίδιοι πιο άνετα.
Βρίσκω πως υπάρχει μία πολύ ενδιαφέρουσα αόρατη γραμμή σεναρίου και αυτοσχεδιασμού, φανταστικών και βιωματικών στοιχείων στην ερμηνεία τους. Πώς γινόταν η προετοιμασία κάθε σκηνής;
Είχα ετοιμάσει μία σκαλέτα με περιγραφές και συνόψεις των σκηνών, εκεί ήταν καθαρό το τι θέλαμε να αντλήσουμε απ’ αυτές, ποιο ήταν δηλαδή το περιεχόμενό τους. Αναλύοντας στη συνέχεια το πρόγραμμα και επειδή ζούσαμε όλοι μαζί στο ίδιο ξενοδοχείο, συζητούσαμε την επόμενη μέρα προς τα που θέλαμε να πάει η σκηνή που θα γυρίζαμε, τι θέλαμε να πούμε και πως. Κάποιες φορές το γύρισμα έδινε διαφορετική έμπνευση για τη συνέχεια. Νομίζω, όμως, πως και διαλόγους να είχαμε γράψει, πάλι έτσι θα έβγαινε τελικά η ταινία.
Υπήρξε κάτι που χάθηκε ή ανακαλύφθηκε στο post production και στο μοντάζ;
Ξεσκαρτάραμε αρκετό υλικό σίγουρα, αφού καταλάβαμε πως πρόκειται για μεγάλου μήκους. Δεν άλλαξε η ταινία, αλλά άρχισε να αποκτά τον ρυθμό της. Αυτό που συνέβη στα γυρίσματα ήταν το εξής, την πέμπτη ημέρα αφού είχαμε ολοκληρώσει την σκηνή στα ραντάρ - όπου έκανε φοβερό κρύο και η Έλενα είχε παγώσει - αντιληφθήκαμε στο ξενοδοχείο πως δεν είχε γραφτεί τίποτα στην κασέτα. Μάλλον είχε πάθει κάτι η κάμερα από το κρύο. Χάσαμε λίγο την εμπιστοσύνη μας σ’ αυτή και ζούσαμε τις επόμενες μέρες με τον φόβο αν γράφει όντως ή όχι. Ευτυχώς δεν χάθηκε ξανά υλικό. Πάντως το γύρισμα στα ραντάρ ήταν καλύτερο την δεύτερη φορά!
Μίλησε μου για το αυτοκίνητο που οδηγεί η Έλενα, τον τρίτο χαρακτήρα της ταινίας. Ειδικά με την βαμμένη φούξια πόρτα του, μοιάζει λίγο με εύθυμο τραυματία.
Όπως και με τους δυο πρωταγωνιστές, δεν σκέφτηκα κάτι για το παρελθόν των χαρακτήρων, αλλά ούτε και για το μέλλον τους. Η ιδέα ήταν πως αυτό το αμάξι έπρεπε να έχει έναν δικό του χαρακτήρα ακόμα και για πρακτικούς λόγους, να μπορείς για παράδειγμα να το ξεχωρίσεις από μακριά καθώς διασχίζουν τα τοπία. Έπρεπε επίσης να μοιάζει λίγο με την Έλενα, να έχει μία μικρή παραξενιά, να έχει ένα όνομα, να έχει κι αυτό, όπως και τα υπόλοιπα αντικείμενα της ταινίας, μια ιστορία. Ακόμα κι αν είναι ψεύτικη.
Δυσκολεύτηκε καθόλου η Έλενα με την αυτοναφορικότητα που έχει ο χαρακτήρας της;
Δεν την ρώτησα ποτέ να σου πω την αλήθεια. Δεν ξέρω αν αυτά που λέει στην ταινία είναι αληθινά. Το σίγουρο είναι πως συζητήσαμε αρκετές φορές πράγματα που αφορούσαν την ζωή της, αλλά στην ταινία και οι δυο ηθοποιοί εφευρίσκουν πράγματα. Μπορεί, λοιπόν να εκφράζει κάτι δικό της ή κάτι που έχει ακούσει από κάποιον άλλο. Ο φόβος της έκθεσης υπήρχε, αλλά και οι δυο λένε πράγματα που δεν ξέρεις τελικά αν είναι αλήθεια ή όχι.
Πόσο επηρέασε η εμπειρία που έχεις στα κόμικ το γύρισμα της ταινίας;
Να μην αφήνεις τον χρόνο να τρέχει. Αυτό νομίζω πως ήρθε από τα κόμικ στην ταινία, γιατί στα κόμικ μαθαίνεις να συμπυκνώνεις τις ατάκες και τις σκηνές. Αποφασίσαμε παρέα με τον Διευθυντή Φωτογραφίας μου, τον Γιώργο Κουτσαλιάρη, το στήσιμο των σκηνών και το μοντάζ τους. Στο κόμικ κάνεις το ντεκουπάζ πριν ζωγραφίσεις, οπότε και στο κάδρο ήξερα ακριβώς τι χρειαζόμουν. Αλλά πιστεύω πως αυτό είναι κάτι που έρχεται με την τριβή. Ένα ακόμη στοιχείο που έχουν τα κόμικ και το κρατήσαμε εδώ είναι πως οι δυο χαρακτήρες μας φορούν μία στολή. Η Έλενα και ο Αντώνης είναι ντυμένοι με συγκεκριμένα ρούχα και δεν αλλάζουν στην πορεία.
Πώς και αποφασίσατε να γυρίσετε τα «Μαγνητικά Πεδία» στην Κεφαλονιά; Ουσιαστικά αν δεν αναγνωρίσεις το τοπίο ή δεν το διαβάσεις κάπου, μπορεί να μην καταλάβεις τον τόπο των γυρισμάτων.
Ναι, γιατί δεν θέλαμε να παίξει ρόλο η Κεφαλονιά στην ιστορία τους. Θέλαμε να είναι κατά κάποιον τρόπο άτοπο, να έχει όμως την αίσθηση του νησιού, έναν χώρο στον οποίο εγκλωβίζονται και κάνουν κύκλους. Τα λιμάνια έχουν μία ιδιαίτερη ψυχαναλυτική σημασία, φεύγεις από το ένα λιμάνι και πας σε ένα άλλο. Η Κεφαλονιά προέκυψε γιατί κάναμε διακοπές εκεί και μας άρεσε πολύ. Έχει μεγάλα τοπία που εναλλάσσονται γρήγορα. Γυρίζεις την κάμερα από την άλλη μεριά και έχεις ένα εντελώς διαφορετικό φόντο. Όπως αντιλαμβάνεσαι είναι κάτι που βολεύει πολύ όταν γυρίζεις ένα road movie. Επίσης εκεί είχαμε τον Μαρίνο Σκλαβουνάκη, τον Διευθυντή Παραγωγής μας, τον άνθρωπο που που μας άνοιξε όλες τις πόρτες και λόγω μειωμένου μπάτζετ μας βοήθησε πολύ.
Πώς βλέπεις την έξοδο της ταινίας σε μια τόσο ιδιαίτερη περίοδο για τις αίθουσες; Η αλήθεια είναι πως πρόκειται για ταινία που ταιριάζει απόλυτα στο ανοιχτό πλαίσιο ενός θερινού.
Πέρσι, με κλειστά τα σινεμά, δεν είχαμε δεδομένα για τον αν ο κόσμος πάει ή όχι στους κινηματογράφους. Μετά, το καλοκαίρι, τα θερινά σινεμά και οι ελληνικές ταινίες που έκαναν πρεμιέρα σ’ αυτά κινήθηκαν πολύ καλά. Τον χειμώνα που μας πέρασε, ο κόσμος δεν προτίμησε την αίθουσα για διάφορους λόγους: διάθεση, χρήματα, κόβιντ… Δεν ξέρω αν πρέπει να απογοητευτώ από το τι συμβαίνει μέχρι στιγμής. Περιμένω να δω τι θα γίνει. Έχουμε, όμως, θετικό feedback. Είναι μία ταινία που θες να δεις, βγαίνεις με καλή διάθεση από την αίθουσα, θες να μιλήσεις γι’ αυτήν σε έναν φίλο. Περιμένω την αντίδραση του κόσμου. Νιώθω πως θα κερδίσουμε την πρώτη εντύπωση.
Για το φινάλε, θες να μου εκμυστηρευτείς αγαπημένα κινηματογραφικά ζευγάρια και road movies που έστησαν στο μυαλό σου συνειδητά - ή όχι - τα «Μαγνητικά Πεδία»;
Πιστεύω πως έχω εγκολπώσει αναφορές, χωρίς όμως να υπάρχει συνειδητή αναφορά. Για παράδειγμα οι ταινίες δρόμου του Κιαροστάμι, οι πρώτες του Κεν Λόουτς, το «Kings of the Road» και «Η Αλίκη στις Πόλεις» του Βιμ Βέντερς. Ουσιαστικά νιώθω πως αν δω μία τοποθεσία και μέσα από αυτή φανταστώ μία ταινία που μου αρέσει, τότε βρίσκομαι στο σωστό σημείο. Δεν έχω για παράδειγμα storyboards που ακολουθώ, πάω περισσότερο με το ένστικτο σε ένα σύμπαν που μου είναι οικείο. Για παράδειγμα η ιδέα της εικόνας ενός αυτοκινήτου με voice over, είναι κάτι χαρακτηριστικό στις ταινίες του Κιαροστάμι. Το κάναμε κι εμείς, γιατί αισθανόμαστε κοντά σε αυτό. Δεν ήταν όμως κάτι σχεδιασμένο.
Επίσης το ζευγάρι της ταινίας μας δεν είναι ερωτικό. Νομίζω πως μοιάζει αρκετά στην «Αλίκη στις Πόλεις». Σημασία στα «Μαγνητικά Πεδία» έχει η συντροφιά και αυτό που παράγεται εκείνη την στιγμή. Όχι το που θα πάει μετά.
INFO
Η ταινία «Μαγνητικά Πεδία» (7 υποψηφιότητες για Βραβεία Ίρις 2022) κυκλοφορεί ήδη στις αίθουσες από το Cinobo.
Διαβάστε τη γνώμη μας για την ταινία και δείτε που προβάλλεται εδώ.
Μαγνητικά Πεδία - Η έκθεση κόμικ
Με αφορμή την κυκλοφορία της ταινίας στους κινηματογράφους, 8 αγαπημένοι κομίστες φτιάχνουν τα δικά τους σκίτσα, εμπνευσμένα από τα Μαγνητικά Πεδία. Στην έκθεση κόμικ συμμετέχουν οι Παναγιώτης Πανταζής, Κανέλλος Μπίτσικας, Γεωργία Ζάχαρη, Στέλλα Στεργίου, Στέφανος Ρόκος, Δημήτρης Ρόκος, Σοφία Ροζάκη και Φωκίων Ξενος.
Η έκθεση θα φιλοξενείται στα θερινά σινεμά που προβάλλονται τα Μαγνητικά Πεδία, συγκεκριμένα την 1η εβδομάδα προβολών με τον παρακάτω προγραμματισμό, ενώ για τη 2η εβδομάδα, η έκθεση θα ακολουθήσει τις προβολές στα θερινά σινεμά:
Κυριακή 22/5 - Τετάρτη 25/5: Ριβιέρα (Βαλτετσίου 46)
Πέμπτη 26/5 - Κυριακή 29/5: Cine Αλεξάνδρα (Ηρώων Πολυτεχνείου 27, Κάτω Χαλάνδρι)