Τα έχει κάνει όλα: δολοφόνος, εραστής, πρωθυπουργός, απατεώνας, επιθεωρητής, κατάσκοπος, πρεζόνι, τέρας...και η λίστα δεν θα'χε τελειωμό. Με αφορμή τα γενέθλιά του, το cinemagazine.gr γιορτάζει τις καλύτερες ερμηνείες του Γκάρι Όλντμαν!
Από τον οσκαρούχο Ουίνστον Τσόρτσιλ ή τον δολοφόνο του Κένεντι στο «JFK» Λι Χάρβεϊ Όσβαλντ, μέχρι τον επιθεωρητή Γκόρντον στην τριλογία «Dark Knight» του Νόλαν και τις ειρωνικές καρικατούρες κακών όπως στα «Πέμπτο Στοιχείο», «Χάνιμπαλ», ο Γκάρι Όλντμαν - ένα αλάνι της υποκριτικής - έχει δώσει διαπιστευτήρια μιας καριέρας που δεν κυνήγησε με εμπορικά κριτήρια, αλλά με καλλιτεχνικό πάθος.
Μπορεί στη διάρκεια αυτής της καριέρας πολλές επιλογές να ήταν άστοχες και επιπόλαιες, μας στενοχωρεί που προλογίζει την συνταξιοδότησή του με το φινάλε του τηλεοπτικού «Slow Horses», αλλά τίποτα δεν μπορεί να αμαυρώσει τον Σίριους Μπλακ του «Χάρι Πότερ»!
Ειδικά αν αναλογιστεί κανείς τις παρακάτω ερμηνείες.
«Σιντ και Νάνσι» (1986) του Άλεξ Κοξ
Ο πρώτος μεγάλος ρόλος του Γκάρι Όλντμαν ως Σιντ Βίσιους των Sex Pistols στην καλτ ταινία του Άλεξ Κοξ, ανταποκρινόταν πλήρως τόσο στο παρουσιαστικό όσο και στην ιδιάζουσα προσωπικότητα του ηθοποιού. Βουτώντας με τόλμη και αγριάδα στον χαρακτήρα του Βίσιους και στην πολυτάραχη σχέση του με τη Νάνσυ Σπάντζεν, μία σχέση που περιγράφεται ως συμβόλαιο θανάτου, ο Όλντμαν χωρίς να είναι φανταχτερός, μαγνητίζει το βλέμμα και ενσαρκώνει ιδανικά το πνεύμα της πανκ. Καταστροφικός και ρομαντικός, ο Γκάρι Όλντμαν ως Σιντ Βίσιους είναι πάνω απ' όλα αληθινός.
«Τεντώστε τ’ Αυτιά σας» (1987) του Στίβεν Φρίαρς
Μπορεί να μην ήταν προφανής επιλογή, αλλά στο «Τεντώστε τ’ Αυτιά σας» ο Όλντμαν στο ρόλο του γνωστού, πνευματώδη, γκέι θεατρικού συγγραφέα Τζο Όρτον («Loot») αποδεικνύεται χαμαιλέοντας. Ο Φρίαρς, φρέσκος μετά το «Ωραίο μου Πλυντήριο» με τον Ντάνιελ Ντέι Λιούις, ανασυνθέτει την καταστροφική ερωτική σχέση του Όρτον με τον Κένεθ Χάλιγουελ (ένας επίσης εξαιρετικός Άλφρεντ Μολίνα) που κατέληξε στη δολοφονία του. Το 1967 ο Χάλιγουελ σκότωσε τον Όρτον και στη συνέχεια αυτοκτόνησε. Με φόντο τα swinging ‘60s, o Όλντμαν επενδύει στο ρόλο τη χαρισματική, λαμπερή ασυδοσια του χαρακτήρα και σε πλήρη αντιδιαστολή με την εικόνα του αποκαλύπτει ένα εντελώς διαφορετικό πρόσωπο.
«Δράκουλας» (1992) του Φράνσις Φορντ Κόπολα
Ξεχάστε τους υπόλοιπους. Ο Δράκουλας του Όλντμαν είναι ένα ρομαντικό τέρας, που διασχίζει «ωκεανούς χρόνου» για να ξαναβρεί στη Μίνα (Γουινόνα Ράιντερ) την αιώνια αγάπη και λύτρωση. Βρίσκοντας τα ελαφρυντικά σε ένα καταραμένο, γοητευτικό πλάσμα ο Κόπολα καθοδήγησε τον Όλντμαν σε μία νέα προσέγγιση του κλασικού τέρατος και μέσα από την αισθητική που παραπέμπει σε πίνακες του Κλιμτ, την οργιώδη φαντασία της Εϊκο Ισιόκα στα κοστούμια και τις τεταμένες συγχορδίες του Βόιτσεκ Κίλαρ, ο Όλντμαν «ανασταίνει» ερμηνευτικά τον θρυλικό ζωντανό-νεκρό του σινεμά και της λογοτεχνίας, προκαλώντας ταυτόχρονα τρόμο και συμπάθεια.
«Λεόν» (1994) του Λικ Μπεσόν
Σε μία δεκαετία που κινδύνευσε να τυποποιηθεί σε ρόλους «κακών» («True Romance», «Το Πέμπτο Στοιχείο», «Air Force One»), o Όλντμαν στο «Λεόν» υποδύεται τον διεφθαρμένο αστυνομικό Νόρμαν Στάνσφιλντ ως αντίπαλο δέος του αθόρυβου, λιγομίλητου Λεόν (Ζαν Ρενό). Ο αθυρόστομος, μανιώδης με το κάπνισμα μπάτσος βάζει στη διαπασών κλασική μουσική και ο Όλντμαν αρπάζει την ευκαιρία να ερμηνεύσει έναν παράλογο, καρτουνίστικο χαρακτήρα με άνεση που ξεφεύγει από τα άχαρα κλισέ. Κυκλοθυμικός και σέξι, ο Στάνσφιλντ κάνει απλά τη δουλειά του. Όπως και ο Γκάρι.
«Κι Ο Κλήρος Έπεσε στον Σμάιλι» (2011) του Τόμας Άλφρεντσον
Η ατμοσφαιρική, βαρύτονη προσαρμογή του μυθιστορήματος του Τζον Λε Καρέ από τον Τόμας Άλφρεντσον («Άσε το Κακό να Μπει»), αναβαθμίζεται ακόμα περισσότερο από την ερμηνεία του Όλντμαν, που τον έφερε για πρώτη φορά υποψήφιο στα Όσκαρ στην κατηγορία Α' Αντρικού. Στο ρόλο που πρωτοδίδαξε ο Άλεκ Γκίνες, ο Όλντμαν δεν ακολουθεί την πεπατημένη της μίμησης αλλά προσδίδει στον Τζορτζ Σμάιλι, έναν υψηλόβαθμο πράκτορα της ΜΙ6, μια ήσυχη αξιοπρέπεια και ένα αίσθημα ευθύνης που γέρνει τους ώμους και κάμπτει τη φωνή. Ο Γκάρι Όλντμαν ως Σμάιλι προσωποποιεί το δράμα της διεθνούς πολιτικής και τις τραγικές επιπτώσεις της στον άνθρωπο, μέσα από μία υποδόρια αλλά μεγαλειώδη ερμηνεία.
«Η Πιο Σκοτεινή Ώρα» (2017) του Τζο Ράιτ
Η «Πιο Σκοτεινή Ώρα» σήμανε και την πιο λαμπερή ώρα του Όλντμαν. Μετά από δεκαετίες στο χώρο, το 2018 ήρθε η ώρα της οσκαρικής αναγνώρισης του Βρετανού ηθοποιού, ο οποίος απέσπασε στην πρόσφατη τελετή το Όσκαρ Α' Αντρικού ρόλου για την ερμηνεία του ως Ουίνστον Τσόρτσιλ στην ταινία του Τζο Ράιτ («Εξιλέωση», «Άννα Καρένινα»). Πέρα από το βαρύ μακιγιάζ, ο Όλντμαν κατάφερε να ξεπεράσει την οπτική ομοιότητα και επιδόθηκε σε ένα ρεσιτάλ ερμηνευτικού ελέγχου μέσα από βλέμματα, κινήσεις του σώματος και χροιά φωνής. Ετοιμοπόλεμος για το Όσκαρ, αφού είχε προηγηθεί πλήθος λοιπών βραβεύσεων, ο Όλντμαν ήταν το αδιαφιλονίκητο φαβορί. Όπως δήλωσε άλλωστε και ο συνυποψήφιός του Ντάνιελ Ντέι-Λιούις «Αυτή τη χρονιά θα καθήσω να χειροκροτήσω τον Γκάρι».
«Μανκ» (2020) του Ντέιβιντ Φίντσερ
Ο «άλλος» Μάνκιεβιτς. Μπορεί η αμφιλεγόμενη ταινία του Φίντσερ να στάθηκε αφορμή για πολλές συζητήσεις σχετικά με το πως αντιμετώπισε τον χαρακτήρα του Όρσον Γουέλς, κανείς όμως δεν μπορεί να αρνηθεί πως δικαίωσε παράλληλα κι έναν από τους σημαντικότερους «παίκτες» του κλασικού Χόλιγουντ. Ο Γκάρι Όλντμαν στον ρόλο του Χέρμαν Τζ. Μάνκιεβιτς ανακαλύπτει την τραγική φύση κάθε ξεχωριστής φωνής που το σύστημα αντιμετωπίζει ως δευτεραγωνιστή. Στα ασπρόμαυρα καρέ του Φίντσερ αναδύει στοιχεία αυτοαναφορικότητας και «εκρήγνυται» λεκτικά στην περίφημη σκηνή του δείπνου. Άλλη μία δίκαιη υποψηφιότητα στα Όσκαρ.