Αποχαιρετισμός σε έναν ιδιαίτερα προσφιλή κωμικό ηθοποιό, που κόσμησε το θέατρο, την τηλεόραση και τον κινηματογράφο των ΗΠΑ, χωρίς ποτέ να θελήσει να παίξει το παιχνίδι των σχέσεων και των υποσχέσεων της βιομηχανίας.
Είναι κάποιοι ηθοποιοί που «σου κάθονται καλά» από την αρχή. Δεν θεωρούνται γίγαντες της ερμηνευτικής τέχνης, δεν έπαιξαν σε μνημεία της, δεν βραβεύθηκαν από τους ομοτέχνους τους. Αλλά σου κάθονται καλά. Κι όχι μόνο σε σένα, αλλά και σε κάμποσους ακόμα που αυτόχρημα είναι συγγενικές ιδιοσυγκρασίες απλά και μόνο επειδή «κάθεται και σε εκείνους καλά». Ο Τσαρλς Γκρόντιν ήταν (και παραμένει) ακριβώς αυτό. Ένας ηθοποιός, κυρίως κωμικός αλλά με μια έκτακτη στρυφνή φλέβα, που περίπου από όπου πέρασε άφησε την επίγευση που κάνει έναν ρόλο αξέχαστο. Και μια κωμική ιδιοσυγκρασία, ανέκφραστα ευφυή, σε πλήρη ανεπάρκεια σήμερα.
Μέχρι να φτάσουμε στο πραγματικό πυρήνα αυτού του κειμένου, στο 1988 δηλαδή, ας πούμε τα πρέποντα. Ο Τσαρλς Γκρόντιν γεννήθηκε στο Πίτσμπουργκ, μπήκε στο Πανεπιστήμιο του Μαϊάμι, το παράτησε σύξυλο επειδή είδε το «Μια Θέση στον Ήλιο» («ερωτεύτηκα την Τέιλορ και ο Κλιφτ έκανε την ηθοποιία να μοιάζει τόσο εύκολη...») και σπούδασε Υποκριτική υπό την καθοδήγηση θρύλων όπως ο Λι Στράσμπεργκ και η Ούτα Χάγκεν, την οποία κατά τα λεγόμενα του ιδίου «εξόργιζε» τακτικά κι εκείνη τον εκδικούνταν επί τρία χρόνια. Το ίδιο έκανε και αργότερα ως τακτικός θαμώνας αμερικανικών talk shows: Τσάντισε τον Τζόνι Κάρσον, που τον «έκοψε», λατρεύτηκε από τον Ντέιβιντ Λέτερμαν, που πρέπει να τον κάλεσε πάνω από 40 φορές.
Ήθελα να παίξω τον εραστή της Τζέσικα Λάνγκ στο «Κινγκ Κονγκ». Δεν ήθελα να είμαι ο υπεύθυνος για τον θάνατο του πιο αγαπητού ζώου στην ιστορία του σινεμά μετά τον «Μπάμπι». Αλλά ήθελαν να παίξω τον κακό
Είναι το παιδάκι που παίζει τύμπανα στις «20.000 Λεύγες Κάτω από τη Θάλασσα» (1954, αν θυμόμαστε καλά στην σύναξη της αρχής), έπρεπε όμως να περάσουν κάποια χρόνια (και κάμποση τηλεόραση) για να έρθει το 1968 και να υποδυθεί έναν εκ των γιατρών στο «Μωρό της Ρόζμαρι» - πρώτο δείγμα της υπόγειας κακοήθειας που μπορούσε να βγάλει, αργότερα ενσωματωμένη ως κεντρικό στοιχείο του κωμικού χαρακτήρα του. Το '70 ήταν στο «Catch 22» του Νίκολς, τρία χρόνια πριν είχε κοπεί ο ρόλος του στον «Πρωτάρη». Το 1972 έρχεται μία από τις μεγαλύτερες επιτυχίες και το πρώτο μπαμ, στο «Heartbreak Kid», της Ιλέιν Μέι, περίλαμπρης παρτενέρ του Μάικ Νίκολς στα λαμπρά χρόνια της κωμωδίας του '50, πρώτιστου ονόματος του αμερικανικού θεάματος και μητέρα της Τζίνι Μπερλίν την οποία κακονυμφεύεται ο Γκρόντιν στο «Heartbreak Kid» για χάρη, προφανώς, της Σίμπιλ Σέπερντ.
Στην δεκαετία του '70 συν-συγγράφει το Paul Simon Special για τον περίφημο τραγουδοποιό και τότε σταρ των νεοϋορκέζικων πραγμάτων, και κερδίζει το Έμμι, παίζει στο «Ας Περιμένει ο Παράδεισος» του Μπίτι, παίζει και στο ενοχλητικά προφητικό «Real Life» του Άλμπερτ Μπρουκς (την δημιουργική φιλμογραφία του οποίου αξίζει να ανακαλύψει κανείς) και υποδέχεται τις δύο δεκαετίες που θα αφήσουν το στίγμα του στην ιστορία του Χόλιγουντ.
Το '80 ο Γκρόντιν εργάζεται ακατάπαυστα. Παίζει στο «It's My Turn», ανάμεσα στην Τζιλ Κλέιμπουργκ και τον Μάικλ Ντάγκλας, στην «Γυναίκα που Ζαρώνει» δίπλα στην Λίλι Τόμλιν (από τους συνσεναριογράφους στο Paul Simon Special, άλλη προσωπικότητα και τούτη), το ντεμπούτο του πρόσφατα χαμένου Τζόελ Σουμάχερ αυτό, συναντά τον Τσέβι Τσέις (επίσης Paul Simon Special!) και την Γκόλντι Χον στο «Σαν τον Παλιό Καιρό...» (Νιλ Σάιμον σενάριο), είναι στο απολαυστικό «Great Muppet Caper» (δείτε πιο κάτω τον φόρο τιμής της Μις Πίγκι), περνά μια βόλτα από την «Γυναικάρα με τα Κόκκινα» του Τζιν Γουάιλντερ, είναι στην περίφημη αποτυχία του «Ishtar», της Ιλέιν Μέι (άραγε θα επανεκτιμηθεί ποτέ τούτο;) και...1988.
My beloved Charles Grodin was a fabulous friend to moi onscreen and off. Debonair, handsome, talented, charming – and great taste! I’ll miss him dearly. pic.twitter.com/V4o2CxKZnM
— Miss Piggy (@MissPiggy) May 18, 2021
Έκανε τρεις ταινίες εκείνη τη χρονιά, όμως «Ο Διώκτης του Μεσονυκτίου» του Μάρτιν Μπρεστ θα έμενε στην ιστορία. Δίπλα στον Ρόμπερτ Ντε Νίρο (στην μόνη απολαυστική του κωμωδία), ο Γκρόντιν, ο Τζόναθαν Μαρντούκας για «εμάς» έκτοτε, ήταν το στέμμα μιας θαυμάσια ταινίας. Μια ελαφριάς ταινίας που ποτέ δεν θα έβρισκε την πρέπουσα «σοβαρή» αναγνώριση (αν και το σταθερά εκπληκτικό National Board of Review θα το έβαζε στις 10 ταινίες της χρονιάς), αλλά για όσους μεγάλωναν τότε πρέπει να ήταν μια από εκείνες τις ταινίες που είδαμε 72 φορές. Ανάμεσα στις κλασικές σκηνές, ο Γκρόντιν έφτανε στο deadpan κολοφώνα του, στο πως δηλαδή κρατούσε συγκροτημένο, ασύσπαστο πρόσωπο εμπρός σε κάθε δυσκολία, στο πως εκφέροντας οτιδήποτε κατάφερε να κάνει έναν ρόλο - ρόλο ανθολογίας. Η ταινία, μυστηριωδώς, δεν έκανε τίποτα φοβερά εισιτήρια, όμως (σαν τον «Μεγάλο Λεμπόφσκι») απέκτησε ένα φανατικό κοινό ακολούθων. Και ο Γκρόντιν ήταν ο πρώτος μεταξύ ίσων.
Μετά τον «Διώκτη» ο Γκρόντιν έγινε «οικείο πρόσωπο» που λένε και στις ΗΠΑ, οπότε ο «Μπετόβεν», ένας γλυκύτατος (ογκώδης) σκυλάκος του Αγίου Βερνάρδου είχε ανθρώπινο αντίπαλο στο πρόσωπό του, σε μια ταινία που έγινε μεγάλη οικογενειακή επιτυχία - και γνώρισε και σίκουελ. Κάπου εκεί, στα μέσα του '90 ο Γκρόντιν αφήνει το σινεμά, ασχολείται κυρίως με την τηλεόραση, με την συγγραφή (έχει γράψει κάμποσες ανεκδοτολογικές αυτοβιογραφίες!), για να επιστρέφει απαλά τελευταία εμφανιζόμενος στο «Όσο Είμαστε Νέοι» του Μπάουμπακ, την «Ταπείνωση» του Λέβινσον, το «Comedian» του Χάκφορντ (ξαναβρίσκοντας και τον Ντε Νίρο) και «Imperfect Murder» του Τζέιμς Τόμπακ - που ο υπογράφων ατυχώς (ή ίσως και ευτυχώς) δεν έχει δει - ανάμεσα στην Σιένα Μίλερ και τον Άλεκ Μπόλντγουιν.
Μέσα στα χρόνια ο Γκρόντιν έπαιξε και στο Μπρόντγουεϊ, έγραψε και σκηνοθέτησε θεατρικά, άφησε και μια θεατρική εποχή στο «Same Time Next Year» μαζί με την Έλεν Μπέρνστιν, αν και παρακάμφθηκε στην κινηματογραφική εκδοχή, αφού πήρε τη θέση του ένας άλλος παράπλευρος θαυμάσιος, ο Άλαν Άλντα. Υπήρξε επίσης ενδιαφέρων κοινωνικοπολιτικός σχολιαστής, μετά χιούμορ πάντα, στην τηλεόραση, μεταξύ άλλων και στο «60 Minutes» αλλά και το δικό του, ομώνυμο, σόου στο CNBC. Δεν μετακόμισε ωστόσο ποτέ «στην καρδιά των πραγμάτων» στο Λος Άντζελες, όντας για μεγάλο διάστημα και σκοπίμως άνεργος για να μεγαλώνει με τα παιδιά του.
Ήταν προφανώς ένας ωραίος τύπος ο Τσαρλς Γκρόντιν, οι κωμικοί ηθοποιοί που κάνουν ελάχιστα και συνάμα μέγιστα ήταν ανέκαθεν σπάνιοι, κι εκείνος το συνόδευε με ένα χιούμορ εκστοσμισμένο με τον πιο επίπεδο τρόπο, μια ευφράδεια ενδεικτική ευφυών ηθοποιών, οικονομία κινήσεων, χαμηλά ντεσιμπέλ κι ένα φρύδι που μπορούσε να γίνει σημείο ακόμα και επικινδυνότητας λίγο πριν σκάσει το punchline του (έτσι ακόμα αποτελεσματικότερου) αστείου που προοικονόμησε. Μελαγχολικό νέο που όμως θα εξισορροπηθεί καθώς εύλογα θα αναστηθεί σήμερα κιόλας στα ιδιωτικά μας σινεμά.
«See you in the next life», Jonathan.