«Παραμένω πάντα ανοιχτή στις πιθανότητες που μου προσφέρει η ζωή»: Μια συζήτηση με τη Ζιλιέτ Μπινός
Απολαμβάνει τους καρπούς μιας πλούσιας σε εμπειρίες ζωής, παραμένει ένας από τους πολύτιμους ερμηνευτικούς θησαυρούς του σινεμά και σήμερα γιορτάζει τα 60 της χρόνια. Χρόνια της πολλά!
Μερικά χρόνια πριν, στη διάρκεια μιας συνέντευξης που παραχώρησε για λογαριασμό ενός αυστριακού περιοδικού, ο Ζεράρ Ντεπαρντιέ άρχισε να μιλά με τον πιο χολερικό τρόπο για την Ζιλιέτ Μπινός. «Μπορεί κάποιος να μου εξηγήσει γιατί αυτή η γυναίκα απολαμβάνει σταθερά μεγάλης εκτίμησης;», αναρωτιόταν γεμάτος απαξίωση. «Είναι το απόλυτο τίποτα!». Τα νέα έφτασαν γρήγορα στα αυτιά της ηθοποιού. «Τι του έχω κάνει ώστε να ξεσπάει εναντίον μου με τόσο βίαιο τρόπο;» ήταν η εύλογη απορία της. «Δε με γνωρίζει προσωπικά, δεν έχουμε συνεργαστεί ποτέ».
Λίγο καιρό αργότερα, η τύχη τα έφερε έτσι ώστε ο Ντεπαρντιέ και η Μπινός να συναντηθούν σε ένα κατάστημα στο Παρίσι, ενώ έκαναν τα ψώνια τους. Αποφασισμένη να του μιλήσει, εκείνη τον πλησίασε χωρίς δεύτερη σκέψη και του ζήτησε εξηγήσεις, όχι με θυμό αλλά με χαμόγελο και διάθεση συμφιλίωσης. Μάλλον αφοπλισμένος από τη φιλική συμπεριφορά της, ο υπερμεγέθης Ζεράρ της ζήτησε συγγνώμη. «Μη με συμμερίζεσαι», της είπε.«Μερικές φορές ξεστομίζω τις μεγαλύτερες ανοησίες».
Το παραπάνω παράδειγμα αρκεί για να δώσει μια σύντομη αλλά αντιπροσωπευτική περιγραφή του ανθρώπου που είναι η Μπινός. Σε πείσμα μιας σχετικής στρυφνότητας που είθισται να καλλιεργούν οι ηθοποιοί του δικού της διαμετρήματος, η ίδια διακρίνεται από ζεστασιά κι από ευγένεια. Ίσως επειδή όχι μόνο η προσωπική πορεία της, αλλά και ολόκληρη η καριέρα της, υπήρξαν ένα είδος εσωτερικής διαδρομής που πήρε ένα δειλό και εσωστρεφές κορίτσι από χωρισμένους γονείς και το μεταμόρφωσε σε μια αποφασιστική γυναίκα. «Ημουν μοναχικό παιδί», συμφωνεί και η ίδια στη διάρκεια μιας κουβέντας που είχαμε προ διετίας στο Φεστιβάλ Βερολίνου. «Από πολύ μικρή ηλικία αισθανόμουν ως παρείσακτη και γι’ αυτό καλλιέργησα από νωρίς τον τρόπο τού να στηρίζομαι στα δικά μου πόδια».
Το αμέσως επόμενο βήμα για τη Μπινός ήταν το να συλλέξει όσο το δυνατόν περισσότερες και πιο σφοδρές εμπειρίες. Μόλις ολοκλήρωσε την εφηβεία της, πήρε μια βαλίτσα στο χέρι και ταξίδεψε σε διάφορα μέρη του κόσμου. Στα 21 της χρόνια, και δίχως πρότερη ερμηνευτική κατάθεση, έπεισε τον Ζαν-Λικ Γκοντάρ να της εμπιστευτεί έναν ρόλο στο αιρετικό «Χαίρε Μαρία» του 1985. Τρία χρόνια αργότερα, η εύθραυστη όσο και αισθησιακή παρουσία της στην «Αβάσταχτη Ελαφρότητα του Είναι» του Φίλιπ Κάουφμαν, την πετυχημένη κινηματογραφική διασκευή στο βιβλίο του Μίλαν Κούντερα, της εξασφάλισε τον τίτλο του ερωτικού συμβόλου. Ακολούθησαν συνεργασίες με καταξιωμένους δημιουργούς όπως ο Λουί Μαλ, ο Αμπάς Κιαροστάμι, ο Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ, ο Μίκαελ Χάνεκε, «μερικούς από τους οποίους δεν δίσταζα να παίρνω τηλέφωνο η ίδια και να τους προσεγγίζω με σκοπό να δουλέψουμε μαζί. Από καθαρή εκτίμηση στο έργο και στο όνομά τους».
Ποτέ δεν θα μπορούσα να είμαι η γυναίκα που θα περιοριζόταν σε ένα σπίτι
Στην εκτός οθόνης ζωή της βίωσε, στο μεταξύ, πολλούς και έντονους έρωτες (ανάμεσά τους ο σκηνοθέτης Λεός Καράξ και οι ηθοποιοί Μπενουά Μαζιμέλ, Ολιβιέ Μαρτινέζ και Ματιέ Αμαλρίκ), αν και ουδέποτε έχει μιλήσει ανοιχτά γι΄ αυτούς. Και καθώς έφτασε με τον καιρό να αναγορευτεί σε ερμηνευτικό θεσμό της πατρίδας της, δεν δίστασε στην πορεία να πει πολλά θαρραλέα «όχι»: Προσπέρασε την ευκαιρία ενός πρωταγωνιστικού ρόλου στο «Τζουράσικ Παρκ» του Στίβεν Σπίλμπεργκ προκειμένου να παίξει στο «Τρία Χρώματα: Η Μπλε Ταινία» του Κριστόφ Κισλόφσκι. Αμέσως μετά το Οσκαρ Β' Γυναικείου ρόλου που κέρδισε το 1997 για τον «Αγγλο Ασθενή» απέκρουσε άκρως δελεαστικές προτάσεις από το Χόλιγουντ και επέστρεψε στην πατρίδα της, επειδή πίστευε ότι «ένας ηθοποιός χρειάζεται ταπεινότητα και επαφή με τις ρίζες του».
Αρνήθηκε να παραστεί σε δείπνο που παρέθετε ο Φρανσουά Μιτεράν ως αντίδραση, επειδή ο τότε Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας δεν είχε βοηθήσει οικονομικά την πολύπαθη ταινία της, «Οι Εραστές της Γέφυρας», που χρειαζόταν οπωσδήποτε τα χρήματα για να τελειώσει. Και όσον αφορά στις τέσσερις συνολικά φορές που κάποιος σύντροφος της είχε προτείνει να παντρευτούν, η απάντησή της υπήρξε αρνητική. «Απολαμβάνω την ανεξαρτησία μου», υπογραμμίζει χαμογελαστή. «Ποτέ δεν θα μπορούσα να είμαι η γυναίκα που θα περιοριζόταν σε ένα σπίτι ή θα προσαρμοζόταν σε μια οικιακή ρουτίνα».
Χρειάστηκε να αναθεωρήσει προσωρινά, παρ' όλα αυτά, όταν έγινε μητέρα δύο παιδιών; «Καλωσόρισα τη μητρότητα με ενθουσιασμό», παραδέχεται. «Γνώριζα, ωστόσο, ότι δεν υπήρχε περίπτωση να εγκαταλείψω το πάθος μου για το σινεμά, οπότε χρειάστηκε να συνδυάσω αυτά τα δύο τόσο ανόμοια πράγματα. Ευτυχώς που τα παιδιά μου έδειξαν κατανόηση. Έχουν αντίληψη του πόσο ιδιόρρυθμη περίπτωση μητέρας τους έχει τύχει».
Με πρόσφατη τη νέα της συνεργασία με την Κλερ Ντενί στο «Fire» και με γυρίσματα στο πολυαναμενόμενο «The Staircase» με τον Κόλιν Φερθ, η Ζιλιέτ Μπινός συνεχίζει εξακολουθητικά μια εργασιομανή τακτική την οποία ουδέποτε πρόδωσε. «Δεν είναι ακριβώς εργασιομανία», σπεύδει, εντούτοις, να με διορθώσει. «Προσπαθούσα να παραμένω πάντα ανοιχτή στις πιθανότητες που μου πρόσφερε η ζωή. Και, εκτός αυτού, η στασιμότητα είναι μια κατάσταση στην οποία ανέκαθεν αντιστεκόμουν». Η αλήθεια είναι ότι πολύ χαιρόμαστε γι' αυτό. Γιατί έτσι μπορούμε να την απολαμβάνουμε συχνότερα...
Διαβάστε ακόμη:
«Τι; Δεν με ακολουθείς στο Instagram;!»: Η Ζιλιέτ Μπινός μιλά στο ΣΙΝΕΜΑ