Γαλάζιο Μονοπάτι - ταινιες , παιζονται τωρα || cinemagazine.gr

Γαλάζιο Μονοπάτι

The Blue Trail

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

2025
    ΠΑΡΑΓΩΓΗ: Βραζιλία, Μεξικό, Χιλή, Ολλανδία
    ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Γκαμπριέλ Μασκάρο
    ΣΕΝΑΡΙΟ: Γκαμπριέλ Μασκάρο, Τιμπέριο Αζούλ, Μουρίλο Χάουζερ, Εϊτόρ Λορέγκα
    ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Ντενίζ Βάινμπεργκ, Μιριάμ Σοκάρας, Ροντρίγκο Σαντόρο
    ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Γκιγιέρμο Γκάρζα
    ΜΟΥΣΙΚΗ: Μέμο Γκουέρα
    ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 85'
    ΔΙΑΝΟΜΗ: Weird Wave
    Γαλάζιο Μονοπάτι

Στην Βραζιλία ενός ανησυχητικά γνώριμου μέλλοντος, οι ηλικιωμένοι αποσύρονται ένδοξα από την κυκλοφορία, τίθενται στην νομική κηδεμονία των οικείων τους και κλείνονται σε μια Αποικία που το Κράτος έφτιαξε για να…γιορτάσει την συνεισφορά τους. Όμως η 77χρονη Τερέζα έχει άλλη άποψη για την ελευθερία της. Μια επιστολή ελπίδας προς το άλλο κοινό που ενδιαφέρεται ακόμα για τον κινηματογράφο, διάστικτη από την ελπίδα ότι ο άνθρωπος που εννοεί την ανεξαρτησία του δεν εγκλωβίζεται. Αργυρή Άρκτος στο Φεστιβάλ του Βερολίνου.

Από τον Ηλία Δημόπουλο

Το πιο ωραίο πράγμα με τη θέαση, όπως και με την ακρόαση ακόμα πιο πολύ, αλλά και την ανάγνωση, είναι η ελευθερία να κρατήσει κανείς εκείνο που χρειάζεται. Μαζί με την ελευθερία αυτή συνυφαίνεται και η δυνατότητα να περιηγηθεί (ή και να ακροβατήσει) φαντασιακά κανείς στις αισθησιακές παραπομπές εικόνας-ήχου και του παντρέματός τους και να βιώσει μια ταινία, αν όχι πολλαπλάσια ποσοτικά, οπωσδήποτε πολλαπλασιασμένα ποιοτικά.

Άσκησα μια μικρή κριτική εδώ στην ταινία του Μασκάρο, καθώς στο πρώτο της 45λεπτο, μαζί με ευτυχείς στιγμές, πορεύονται και ορισμένες κάμψεις αναίτιες, στίξεις σινεμά λιγότερο εμπνευσμένες (για τον γράφοντα). Εκεί εμείς θα χρειαστεί να «ενώσουμε τις τελείες». Όμως στο δεύτερο μισό της, θεμελιωμένα και σε στιγμιότυπα του πρώτου μέρους, η ταινία βαδίζει ολοταχώς το μονοπάτι της. Εξαιτίας των ποικιλόμορφων νύξεων, η ταινία μεθά ολοένα και υγιέστερα, κορυφώνοντας διπλά, πρώτα σε μια μονομαχία…ψαριών κι έπειτα σε ένα τελικό πλάνο που γεννιέται φυσικά όσο και χρειαζούμενα.

Μέχρις ότου φτάσουμε εκεί, και προκειμένου να μην λειτουργεί παραπλανητικά και το κείμενο, έχουμε μια ταινία καθαρού νατουραλισμού, ναι μεν μελλοντολογικής ιστορίας, αλλά στην πράξη πλήρως αναγνωρίσιμα (δηλαδή άφτιαχτα) σύγχρονης, με ένα λοξοκοίταγμα βέβαια στην Βραζιλία του Μπολσονάρο, όχι πολύ διαφορετική στην ουσία της από την Ιαπωνία που παρουσίασε ο Χαγιακάουα στο -πιο καλλιεπές- «Plan 75», το οποίο επίσης παρατήρησε το πώς ο σύγχρονος Καπιταλισμός εννοεί ότι άπαξ και συνταξιοδοτηθούμε δεν υπάρχει καμμία διάθεση να πληρώνει για εμάς. Η παρουσία της Ντενίζ Βάινμπεργκ δεν περιέχει τίποτα ωραιοποιητικό, καθώς και τίποτα «χαριτωμένο», όπως ας πούμε θα έκανε, καλόκαρδα ίσως, μια χολιγουντιανή ταινία. Το προνόμιο εδώ, πράγματι με γεμάτο το απουσιολόγιο της αίθουσας αφού ο πιο πολύς κόσμος δεν επιθυμεί και πολλή πραγματικότητα στις ταινίες του, είναι μια αφήγηση στα ίσα, μια ισοτιμία προς το (παν)αξιότιμο της ηλικιωμένης που παραμένει διαυγής και ικανή, εν αντιθέσει με τις πεποιθήσεις του υποκριτικού Κράτους.

Από την άλλη όμως, βοηθούσας μιας εικονογραφίας που όσο προχωρά το έργο όλο και εμπλουτίζεται, και με την ανεκτίμητη στήριξη ενός σάουντρακ που γεμίζει τα κενά με μια μαγεμένη ατμοσφαιρικότητα, η οποία με την σειρά της υποβοηθά την συνοχή της ιστορίας, γρήγορα αισθάνεσαι μεταφερμένος σε έναν άλλο κόσμο, μια γεωγραφία έτσι κι αλλιώς κατάφορτη (ο Αμαζόνιος είναι ένας πλανήτης από μόνος του), υπεραισθησιακή, κάποτε και ευθέως παραισθησιακή, κάπως σα να βρέθηκες νύχτα σε ερειπωμένο λούνα παρκ και τα παλιά παιχνίδια του άναψαν μεμιάς να κερδίσουν την στοργή σου. Από τη μέση και μετά η ταινία λειτουργεί σαν ρολόι, πάντα με διόλου συνήθεις ήχους ειδοποιήσεων, και όσο αρχίζεις να ταυτίζεσαι με την ηρωίδα (στο κάτω-κάτω την ελευθερία της γυρεύει, εύκολη η αποστολή), άλλο τόσο διχάζεσαι εκούσια ανάμεσα στην ανησυχία μην και κάτι στραβώσει στο τέλος και την ευεξία ότι δεν μπορεί ο Μασκάρο να το έφτιαξε έτσι για να πενθήσει στο τέλος. (Το κατά πόσον η Τέχνη εδώ αποσπάται από τον πολιτικό ρεαλισμό είναι μια αντιαισθητική, όσο και ακριβής, παρατήρηση.)

Καθώς λοιπόν η ιδεολογία του έργου είναι χαραγμένη στην φόρμα της, η ισορροπία είναι έκδηλη, το φως κερδίζει τον ζόφο, η ζωή παραμένει ανίκητη και η ανάγκη μας για ελευθερία (ελευθερία εσωτερική, ελευθερία αυτοδιοίκησης, όχι ελευθερία να κάνουμε ό,τι γουστάρουμε σε βάρος των άλλων) επιβεβαιώνεται βασιλεύουσα. Μια καλή ταινία προστέθηκε στα κιτάπια.

ΟΛΕΣ ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
  • Γαλάζιο Μονοπάτι
  • Γαλάζιο Μονοπάτι