Πέντε Νύχτες στου Φρέντυ 2
Five Nights at Freddy’s 2
Σίκουελ της εμπορικά (και μόνο) επιτυχημένης ταινίας τρόμου του 2023, που διαθέτει αρετές απούσες από το πρωτότυπο, αλλά «σκοντάφτει» σε ένα τεμπέλικο σενάριο τηλεοπτικής λογικής, γραμμένο πιθανότατα μέσω διαδικασίας brainstorming.
Έχει περάσει ένας χρόνος από τα αιματηρά γεγονότα που έλαβαν χώρα στην πιτσαρία Freddy’s και ο Μάικ Σμιντ (Τζος Χάτσερσον) προσπαθεί να διαχειριστεί το σοκ και να αφήσει πίσω του την τραυματική αυτήν εμπειρία. Συγχρόνως, θέλει να ξεκαθαρίσει τη σχέση του με τη Βανέσα (Ελίζαμπεθ Λέιλ), η οποία αδυνατεί να ξεφύγει από το «φάντασμα» του πατέρα της (Μάθιου Λίλαρντ). Παράλληλα, η αδελφή του Μάικ, Άμπι (Πάιπερ Ρούμπιο), δε γνωρίζει τι πραγματικά συνέβη εκείνο το βράδυ και προσπαθεί απεγνωσμένα να έρθει ξανά σε επαφή με τους ανιματρόνικ φίλους της. Σύντομα ένα σκοτεινό μυστικό της πιτσαρίας θα έρθει στην επιφάνεια και ο τρόμος θα επιστρέψει.
Όσοι είχαμε δει στο «The Wind» (2018), το σκηνοθετικό ντεμπούτο της Έμα Τάμι, όχι απαραίτητα μια καλή ταινία αλλά οπωσδήποτε μια ενδιαφέρουσα νέα φωνή και μια πάντα καλοδεχούμενη μίξη ταινίας τρόμου με γουέστερν, φαρμακωθήκαμε με το «Five Nights at Freddy’s», την πρώτη της στουντιακή ταινία τρόμου και διασκευή του ομότιτλου βιντεοπαιχνιδιού. Το σκηνοθετικά αδιάφορο εκείνο θέαμα, με την πλήρη σοβαροφάνεια, την τετριμμένη θεματολογία και τα φτηνά jump scares, δεν διέθετε τίποτα που να θύμιζε την επιδέξια διαχείριση της ατμόσφαιρας και του τόνου στο ντεμπούτο της δημιουργού. Η ετυμηγορία του box-office, ωστόσο, ήταν διαφορετική, κι έτσι πήραμε σίκουελ, το οποίο, μάλιστα, κλείνει με cliffhanger που υπόσχεται τρίτο μέρος.
Τα καλά νέα είναι ότι, σε σύγκριση με το πρώτο φιλμ, το «Five Nights at Freddy’s 2» παρουσιάζει (μικρά) σημάδια βελτίωσης. Υπάρχει ενδιαφέρουσα θεματική, έστω και χιλιοφορεμένη – η διαχείριση του τραύματος, η δίψα της σύγχρονης δυτικής κοινωνίας για ιστορίες αληθινών εγκλημάτων – και το gore στοιχείο είναι παρόν σε μερικές βινιέτες τρόμου που μένουν στη μνήμη. Ο κεντρικός «κακός» του δεύτερου αυτού κεφαλαίου εντυπώνεται στο νου χάρη στη σκηνοθετική διαχείριση, στο χτίσιμο από το σενάριο και στην καλή δουλειά που έχει γίνει στο κομμάτι των ειδικών εφέ. Οι ερμηνείες είναι όλες από το πάνω ράφι, ακόμη κι αν οι περισσότεροι χαρακτήρες είναι εντελώς μονοδιάστατοι.
Από την άλλη, αυτό το σίκουελ δεν αποφεύγει ορισμένες από τις παγίδες του σύγχρονου στουντιακού σινεμά τρόμου. Το βασικό πρόβλημα έγκειται στο σενάριο, το οποίο είναι γραμμένο με τηλεοπτική λογική, ανοίγοντας πολλές διαφορετικές υποπλοκές. Αυτές ενώνονται στην τελευταία πράξη, μέχρι τότε όμως οι μεταβάσεις από υποπλοκή σε υποπλοκή είναι άτσαλες και απότομες. Οι διάλογοι είναι γεμάτοι exposition, το twist γύρω από τον χαρακτήρα του Μάικλ είναι εντελώς γελοίο και προχειρογραμμένο, ενώ η επιστροφή του Μάθιου Λίλαρντ κρίνεται εντελώς αχρείαστη, καθώς ο (αγαπημένος) ηθοποιός συμμετέχει σε μια μόνο σκηνή flashback η οποία δε συνεισφέρει τίποτα σημαντικό στην πλοκή. Σε μικρό πέρασμα έχουμε και τον Σκιτ Ούλριχ («Scream» reunion με άλλα λόγια, παρότι οι δύο ηθοποιοί δε μοιράζονται σκηνές), ο οποίος όμως περιορίζεται σε ρόλο exposition.
Συνολικά, το «Five Nights at Freddy’s 2» είναι ένα σίκουελ τρόμου χωρίς ιδιαίτερο λόγο ύπαρξης, που όμως η πιτσιρικαρία που κατακλύζει τα multiplex διψώντας για ταινίες του είδους θα εκτιμήσει. Φτιαγμένο περισσότερο με τη λογική filler επεισοδίου τηλεοπτικής σειράς, «σετάροντας» τη μεγάλη σύγκρουση της τρίτης ταινίας, το φιλμ μάλλον πρέπει να μας κάνει να αποχαιρετήσουμε οριστικά όποιες ελπίδες ενδεχομένως τρέφαμε ακόμη για την εξέλιξη της Έμα Τάμι στο επόμενο μεγάλο σκηνοθετικό όνομα του σινεμά τρόμου.











