Ακίνητο Ποτάμι
Still River
Η πιο ώριμη στιγμή στη μέχρι τώρα φιλμογραφία του Άγγελου Φραντζή ξεχωρίζει για τη φιλοδοξία και τις ιδέες της, κινούμενη επιδέξια ανάμεσα στο φιλμ μυστήριου και το υπαρξιακό δράμα.
Όλα ξεκινούν με μία νεαρή γυναίκα να εκμυστηρεύεται στον σύντροφό της την υγρή φαντασίωση που είχε με κάποιον άγνωστο άντρα, κατά τρόπο ανάλογο με εκείνον όπου η Νικόλ Κίντμαν είχε αφήσει κάγκελο τον Τομ Κρουζ στο «Μάτια Ερμητικά Κλειστά». Μόνο που εδώ, στη νέα ταινία του Άγγελου Φραντζή («Το Όνειρο του Σκύλου», «Σύμπτωμα») το σκηνικό δεν είναι η Νέα Υόρκη και η φαντασίωση δεν οδηγεί σε μια παράτολμη περιπλάνηση του πρωταγωνιστή στις αθέατες γωνιές της πόλης, εκεί όπου η λαγνεία συναντά τον ελιτίστικο αποκρυφισμό. Στο «Ακίνητο Ποτάμι», η προαναφερθείσα εκμυστήρευση δίνει έναυσμα για μια σφοδρή σύγκρουση μεταξύ λογικής και πίστης, μεταξύ του ορθολογικού και του πνευματικού κόσμου. Με το κομβικό ερώτημα εδώ, τελικά, να συνοψίζεται στο αν υπάρχει χώρος στον κόσμο μας - και στο μυαλό μας - για θαύματα.
Η μυσταγωγική απλότητα με την οποία ο Φραντζής προσεγγίζει εδώ ζητήματα λογικής, πίστης, απιστίας και ανθρώπινου δεσμού γενικότερα, αποτελεί από μόνη της μια κατάκτηση που σπανίως συναντάμε στο ελληνικό σινεμά.
Για να γίνουμε (επιτέλους) πιο συγκεκριμένοι και να αφήσουμε το μυστήριο για την ταινία που το έχει μπόλικο, η υπόθεση περιστρέφεται γύρω από τον Πέτρο (Ανδρέας Κωνσταντίνου) και την Άννα (Κάτια Γκουλιώνη), ένα ζευγάρι που άφησε πρόσφατα την Ελλάδα για μια βιομηχανική πόλη της Σιβηρίας λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων του πρώτου. Κάποια στιγμή, εκείνη θα ανακαλύψει ότι είναι έγκυος, παρά το γεγονός ότι οι δυο τους έχουν καιρό να κάνουν σεξ. Η λογική του Πέτρου λέει ότι η Άννα τον απάτησε, εκείνη όμως το αρνείται κατηγορηματικά, αρχίζοντας να πιστεύει ότι το παιδί που έχει στην κοιλιά της είναι προϊόν θαύματος. Ωστόσο, το μόνο που δείχνει να καταφέρνει η στροφή της προς τη θρησκεία είναι η παγίωση του μεταξύ τους χάσματος.
Μία γρήγορη αναδρομή στην ιδιαίτερη φιλμογραφία του Άγγελου Φραντζή αρκεί για να θυμηθούμε ότι οι μεταφυσικές ανησυχίες και η υπαρξιακή αντιπαραβολή του ατόμου με επιβλητικές κάθε φορά εκδοχές του φυσικού τοπίου αποτελούν προβληματικές στις οποίες επιστρέφει όλο και πιο επίμονα τα τελευταία χρόνια, με χαρακτηριστικότερα παραδείγματα τα «Μέσα στο Δάσος» και «Σύμπτωμα». Εδώ ωστόσο, στην πέμπτη μεγάλου μήκους ταινία του, μια διεθνή συμπαραγωγή στην οποία κεντρικό ρόλο παίζει η «δική μας» και εξαιρετικά δραστήρια Heretic Outreach, ο Έλληνας δημιουργός μορφοποιεί το σενάριο του Σπύρου Κρίμπαλη σε ένα σύμπαν υποβλητικό και αυθεντικά κινηματογραφικό, ελέγχοντας σχεδόν απόλυτα τις διαστάσεις και τις απαιτητικές ισορροπίες του.
Στην πιο ώριμη δημιουργία του μέχρι σήμερα, ο Φραντζής βρίσκει τον τρόπο να καλιμπράρει τις ιντριγκαρόδικες ιδέες που συχνά έχει με τη δεδομένη εκφραστική του δεξιοτεχνία, στο σώμα ενός φιλμ ικανού να σε κερδίσει σε όλους σχεδόν τους τομείς του. Το παγερό, κατάλευκο τοπίο στο οποίο εγκαταλείπεται το πρωταγωνιστικό ζεύγος αποτελεί ιδανικό πλαίσιο ανάδειξης της ιστορίας καθώς και των αμιγώς υπαρξιακών θεματικών που πηγάζουν από αυτή. Η φωτογραφία του Σιμόν Μποφίλ βρίσκεται σε εκφραστική αρμονία με τη μουσική του Coti K. Η Κάτια Γκουλιώνη, στην πιο μεστή της παρουσία στη μεγάλη οθόνη μέχρι τώρα, κουμπώνει άψογα με τον Ανδρέα Κωνσταντίνου, δίνοντάς μας ένα από το πλέον αξιομνημόνευτα κινηματογραφικά δίδυμα της τελευταίας δεκαετίας στο ελληνικό σινεμά. Το βασικότερο όμως είναι ότι όλα τα επιμέρους στοιχεία που συνθέτουν το «Ακίνητο Ποτάμι» είναι οργανικά δεμένα, σε ένα αποτέλεσμα συνεκτικό που δεν κλωτσάει στο μάτι και δεν απειλεί να σε πετάξει εκτός της πλοκής κάθε λίγο και λιγάκι. Κάτι που ας μην ξεχνάμε ότι αποτελεί χαρακτηριστική παθογένεια της εγχώριας κινηματογραφίας, ακόμα και στις πιο ενδιαφέρουσες εκδοχές της.
Ενδεικτικό είναι άλλωστε ότι από το μεταφυσικό κομμάτι στο οποίο βυθίζεται ολοένα και περισσότερο ο χαρακτήρας της Άννας, απουσιάζουν στοιχεία εκφραστικής υπερβολής. Με άλλα λόγια, η μυσταγωγική απλότητα με την οποία ο Φραντζής προσεγγίζει εδώ ζητήματα λογικής, πίστης, απιστίας και ανθρώπινου δεσμού γενικότερα (κάτι που περιλαμβάνει και τα δυναμικά της τοπικής θρησκευτικής κοινότητας η οποία αγκαλιάζει την Άννα) αποτελεί από μόνη της μια κατάκτηση που σπανίως συναντάμε στο ελληνικό σινεμά. Και ακόμα κι αν δεχτούμε ότι π.χ. η διάρκεια της ταινίας ήθελε ένα ελαφρύ τριμάρισμα ή ότι στο φινάλε συνωστίζονται τουλάχιστον δύο πολύ καλές ευκαιρίες για κατακλείδα της ιστορίας πριν πέσουν τελικά οι τίτλοι τέλους, τίποτα δεν αφαιρεί από το «Ακίνητο Ποτάμι» το παράσημο να συγκαταλέγεται στις πιο πλήρεις, αμιγώς κινηματογραφικές και εν τέλει αξιομνημόνευτες ελληνικές ταινίες της τελευταίας 20ετίας.