Ο Διάδοχος
Le Successeur
Ο Ελίας είναι ο νέος καλλιτεχνικός διευθυντής ενός οίκου υψηλής ραπτικής στο Παρίσι. Όταν ενημερωθεί για τον θάνατο του πατέρα του, με τον οποίο δεν διατηρούσε καμία σχέση εδώ και χρόνια, θα αναγκαστεί να επιστρέψει στη γενέτειρά του στον Καναδά, προκειμένου να τακτοποιήσει τα κληρονομικά.
Έξι χρόνια μετά το συνταρακτικό «Μετά το Χωρισμό» - μια από τις πιο τρομακτικές μη horror ταινίες της τελευταίας δεκαετίας – ο Γάλλος Ξαβιέ Λεγκράν επιστρέφει με ένα φιλμ καμουφλαρισμένο σε οικογενειακό δράμα, όπου τα πάντα εξυπηρετούν απόλυτα το είδος, μέχρι τη στιγμή που η ταινία μετατρέπεται σε καθαρόαιμο θρίλερ για γερά νεύρα.
Ο Ελίας (Γκροντάν) βρίσκεται, επαγγελματικά, στην καλύτερη φάση της ζωής του. Μετά τον θάνατο του ιδρυτή του οίκου Ορσινό, ο Ελίας αποτελεί το ανερχόμενο αστέρι, τον νέο «πρίγκιπα» της υψηλής ραπτικής. Ο ίδιος δεν βιώνει τούτη την επιτυχία το ίδιο ξέγνοιαστα, ιδιαίτερα από τη στιγμή που μερικοί επίμονοι πόνοι στο στήθος έχουν κάνει την εμφάνισή τους. Όταν μάθει για τον θάνατο του αποξενωμένου πατέρα του, θα ταξιδέψει μέχρι το Μόντρεαλ προκειμένου να οργανώσει την κηδεία, αλλά και να μάθει, μεταξύ άλλων, το ιατρικό του ιστορικό, προκειμένου να εξακριβώσει αν πάσχει από κάποια κληρονομική καρδιακή ασθένεια. Σύντομα θα συνειδητοποιήσει πως ο πατέρας του, του έχει κληροδοτήσει κάτι πολύ χειρότερο.
Δεν είναι εύκολο να μη προδώσουμε το τι ακριβώς συμβαίνει κατά τη διάρκεια τούτου του φιλμ, όμως θα προσπαθήσουμε να είμαστε όσο πιο μετρημένοι γίνεται, διότι αξίζει να βιώσετε μόνοι σας την εμπειρία της εν λόγω ταινίας στη μεγάλη οθόνη.
Το σενάριο βασίζεται στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Αλεξάντρ Ποστέλ, όμως η προσαρμογή του δια χειρός Λεγκράν αποτελεί μια αδυσώπητη εμπειρία. Ο Γάλλος δημιουργός έχει αποδείξει πως μπορεί να χειριστεί εξαιρετικά το θέμα της πλοκής, δίχως να ξεφεύγει ποτέ το παραμικρό στην αφηγηματική του πορεία, πράγμα διόλου εύκολο αν κρίνουμε δηλαδή και από την γενικότερη τάση στο σύγχρονο σινεμά, οπού τα καλά σενάρια μοιάζουν να βρίσκονται σε έλλειψη.
Η επιτυχία του «Διαδόχου» βασίζεται ολότελα στον αποτελεσματικό συνδυασμό σεναρίου/σκηνοθεσίας με τα δυο τους να αλληλοσυμπληρώνονται σε υπερθετικό βαθμό, δημιουργώντας προσδοκίες που διαρκώς συστρέφονται, εκτονώνονται και επαναπροσδιορίζονται με τρόπους δραματικά ρεαλιστικούς. Πρόκειται για ένα φιλμ όπου τα πάντα λειτουργούν όπως ακριβώς θα έπρεπε. Δεν υπάρχει τίποτα το περιττό, καμία σκηνή που να περισσεύει ή να μην εξυπηρετεί πιστά την αφήγηση, τη δράση και την αντίδραση των ηρώων.
Ο Λεγκράν έχει γράψει ένα υποδειγματικό σενάριο και το ίδιο υποδειγματική είναι και η σκηνοθεσία του, που δεν σε αφήνει να πάρεις ανάσα, ανά στιγμές, κατασκευάζοντας ένα ασφυκτικά κλειστοφοβικό περιβάλλον για έναν ήρωα – εξαιρετικός ο Γκροντάν – οι πράξεις του οποίου τίθενται υπό διαρκή αμφισβήτηση. Εδώ ακριβώς βρίσκεται και η σεναριακή αξία του φιλμ, στο γεγονός ότι υπάρχει ένα τεράστιο ηθικό διακύβευμα το οποίο καλείται να διαχειριστεί ο Ελίας, μιας ιδιότυπη, πραγματιστική συνθήκη από την οποία δεν υπάρχει επιστροφή, δεν γίνεται να παραμείνεις ο ίδιος άνθρωπος στο πριν και στο μετά της, τα πάντα έχουν πια αλλάξει και οφείλεις να επιλέξεις το είδος του ανθρώπου που θες και μπορείς να είσαι από εδώ και πέρα.
Το ιδανικό είναι να πάτε να δείτε αυτήν την ταινία δίχως να γνωρίζετε τίποτα περισσότερο, πέρα από όσα σας γράψαμε εδώ για αυτήν. Το μόνο που μπορούμε να προσθέσουμε με βεβαιότητα είναι πως δεν πρόκειται για ένα ακόμη τετριμμένο, οικογενειακό δράμα. Από εκεί και πέρα να μην έχετε καμία σιγουριά για το τι (νομίζετε πως) παρακολουθείτε.