Σίντνεϊ Λουμέτ: Ο τελευταίος Αμερικανός μοραλιστής - αφιερωματα , θεματα || cinemagazine.gr
12:45
25/6

Σίντνεϊ Λουμέτ: Ο τελευταίος Αμερικανός μοραλιστής

Ένας από τους τελευταίους εκπροσώπους μιας ένδοξης εποχής για το αμερικανικό σινεμά, γεννήθηκε σαν σήμερα στις 25 Ιουνίου 1924.

Από τον Λουκά Κατσίκα

Όταν τέσσερις δεκαετίες πριν το Χόλιγουντ αποφάσιζε να αποκτήσει κοινωνική συνείδηση, να διατυμπανίσει τις φιλελεύθερες πεποιθήσεις του και να αναζητήσει τις ιστορίες του μέσα από τις αντίξοες ζωές των απλών ανθρώπων, ο Σίντνεϊ Λουμέτ βρισκόταν εκεί για να απαθανατίσει την στιγμή. Γεννημένος στην Φιλαδέλφεια, από πατέρα ηθοποιό του οποίου τα βήματα δεν άργησε να ακολουθήσει, ο Λουμέτ μετακόμισε μόνιμα στη Νέα Υόρκη για να σπουδάσει υποκριτική και εξασκήθηκε στο συγκεκριμένο επάγγελμα μέχρι να κατανοήσει σε βάθος τη μεθοδολογία του.

Μετά από μια βραχύβια θητεία στην ηθοποιία, ωστόσο, ο ανήσυχος νεαρός γοητεύτηκε σταδιακά από το θέατρο, έβαλε την σκηνοθετική του υπογραφή σε μερικές παραστάσεις και με την πρώτη ευκαιρία που του παρουσιάστηκε μεταπήδησε πίσω από την κάμερα για λογαριασμό της τηλεόρασης. Εκεί τελειοποίησε την τεχνική του κατάρτιση, εφηύρε το ρεαλιστικό και άμεσο ύφος που έμελλε να χαρακτηρίσει το μετέπειτα έργο του και, μόλις αισθάνθηκε έτοιμος, γύρισε στα 1957 την πρώτη του ταινία, σε ηλικία 33 ετών.

Με το νευρώδες δικαστικό δράμα «Οι 12 Ένορκοι», ο Λουμέτ φανέρωσε εξαρχής τις ικανότητές του στο να αξιοποιεί κινηματογραφικά ακόμη και τους πιο περιοριστικούς χώρους δράσης (στην συγκεκριμένη ταινία επρόκειτο για μια ασφυκτική αίθουσα), να υπηρετεί το σενάριο που είχε στα χέρια του και, κυρίως, να δουλεύει εξαιρετικά με τους ηθοποιούς του, αποσπώντας πρώτης τάξεως ερμηνείες από αυτούς.

Με το ξεκίνημα της δεκαετίας του ’60, ο Λουμέτ κατόρθωσε να γίνει ένας από τους πιο αξιοσέβαστους επαγγελματίες στον τομέα της σκηνοθεσίας και ταυτόχρονα ένας θαρραλέος και ασυμβίβαστος δημιουργός, μεταφέροντας στη μεγάλη οθόνη σπουδαία όσο και «δύσκολα» θεατρικά έργα (όπως το «Μακρύ Ταξίδι της Μέρας στη Νύχτα» του Ευγένιου Ο’ Νιλ, το 1962 ή τον «Γλάρο» του Άντον Τσέχοφ, το 1968) ή θίγοντας ακανθώδη και φύσει αντι-εμπορικά θέματα: τις συνέπειες του πολέμου και της ανθρώπινης κτηνωδίας στον «Ενεχυροδανειστή» (1964), τον φόβο ενός πυρηνικού ολοκαυτώματος στο «Fail-Safe» (1964), την κατάχρηση εξουσίας και τη μιλιταριστική υστερία στον «Λόφο» (1965).

Από το «Σέρπικο» στην «Ετυμηγορία»

Η πραγματικά σπουδαία περίοδος του Σίντνεϊ Λουμέτ εγκαινιάζεται, εντούτοις, με τις αρχές της δεκαετίας του ’70 και ολοκληρώνεται στα πρώτα χρόνια του ’80. Μέσα από ένα σερί ταινιών που ξεκίνησε με το «Σέρπικο» του 1973, άγγιξε δυο χρόνια μετά το αποκορύφωμά της με την «Σκυλίσια Μέρα» (ίσως το καλύτερο φιλμ του) και με το «Δίκτυο» (1976) και συνεχίστηκε επάξια με το «Τον Έλεγαν Πρίγκηπα της Πόλης» (1981) και την «Ετυμηγορία» (1982), ο σκηνοθέτης καυτηρίασε με τον φακό του την διαφθορά των θεσμών, την ιδεολογική κατάπτωση και την ηθική κρίση στην καρδιά μιας σύγχρονης Αμερικής, η οποία φανέρωνε την πιο κυνική και αμοραλιστική πλευρά της.

Καθώς η σκληρή αστική πραγματικότητα έπαιρνε θέση πρωταγωνιστή και δυνάστη στα πανίσχυρα δράματά του, ο Λουμέτ ξετρύπωνε ψήγματα ανθρωπιάς και ελπίδας πίσω από ατομικές πράξεις ηρωισμού. Όταν κάθε καλοσύνη έμοιαζε να έχει χαθεί από προσώπου γης, ο σκηνοθέτης επανεφεύρισκε την δυνατότητα για το καλύτερο μέσα από καθημερινούς και ανεπιτήδευτους χαρακτήρες οι οποίοι αγωνίζονταν να μην συμβιβαστούν, να μην ξεπουληθούν και να μην αφήσουν κανέναν να τους πάρει τα σημαντικά πράγματα στα οποία πίστευαν.

Μετά την «Ετυμηγορία», η φιλμογραφία του Λουμέτ άρχισε, δυστυχώς, να χάνει την οξυδέρκειά της και να μοιάζει με απόηχο των αλλοτινών σπουδαίων ταινιών του, έστω κι αν υπήρξαν φωτεινές αναλαμπές όπως το θαυμάσιο «Τρέχοντας στο Κενό» του 1988 ή το αξιοπρεπέστατο «Πριν ο Διάβολος Καταλάβει ότι Πέθανες» του 2007, που στάθηκε η τελευταία ταινία του.

Τέσσερις φορές υποψήφιος για Όσκαρ, ο Σίντνεϊ Λουμέτ δεν κατόρθωσε να κρατήσει ποτέ του το πολυπόθητο αγαλματάκι Καλύτερου Σκηνοθέτη, παρ’ όλο που οι ταινίες του μπόρεσαν μέσα στα χρόνια να συγκεντρώσουν τον εντυπωσιακό αριθμό των 50 υποψηφιοτήτων. Η παρακαταθήκη που άφησε, ωστόσο, πίσω του συνοψίζεται στη σπάνια ικανότητα με την οποία πήρε μερικές από τις πιο απαισιόδοξες και ανησυχητικές πτυχές της αληθινής ζωής και τις μετέφρασε σε εμψυχωτική και διαχρονική τέχνη.

ΟΛΕΣ ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
  • Σίντνεϊ Λουμέτ: Ο τελευταίος Αμερικανός μοραλιστής
  • Σίντνεϊ Λουμέτ: Ο τελευταίος Αμερικανός μοραλιστής