Η Σάλι Πότερ βρέθηκε στην Αθήνα με αφορμή τη νέα της ταινία «The Party», αλλά και ένα πλήρες αφιέρωμα στο έργο της που πραγματοποιείται αυτές τις μέρες στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος. Και το ΣΙΝΕΜΑ δεν έχασε ευκαιρία να τη συναντήσει.
Εδώ και λίγες μέρες το απολαυστικό «Party» της Σάλι Πότερ κυκλοφορεί στις ελληνικές αίθουσες, την ίδια περίοδο που η Ταινιοθήκη της Ελλάδος σε συνεργασία με την Feelgood Entertainment οργανώνουν αφιέρωμα στο έργο της ανατρεπτικής Βρετανίδας δημιουργού. Η παρουσία της Πότερ στην Αθήνα με αυτή τη διπλή αφορμή αποτελεί την τέλεια ευκαιρία προκειμένου το κοινό να έρθει συνολικά σε επαφή με μια πολυσυλλεκτική φιλμογραφία, η οποία ξεκινά από το «The Gold Diggers» (1983), ένα ορόσημο του φεμινιστικού κινηματογράφου που γυρίστηκε από ένα εξ ολοκλήρου γυναικείο συνεργείο, συνεχίζεται με το ιδιαίτερα επιτυχημένο «Οrlando» (1992), βασισμένο στο ομώνυμο βιβλίο της Βιρτζίνια Γουλφ και περνά μέσα από εξίσου σημαντικές δημιουργίες όπως τα «Tango Lesson» (1996) και «Yes» (2004).
Απολύτως αναμενόμενα ωστόσο, το μεγαλύτερο μερίδιο της προσοχής πέφτει στο «Party» την όγδοη και πιο πρόσφατη μεγάλου μήκους δημιουργία της, η οποία σηματοδοτεί την πρώτη φορά που η 68χρονη σκηνοθέτις δοκιμάζεται στο πεδίο της κωμωδίας. Πρόκειται για μια πικρή κοινωνική σάτιρα με πρωταγωνιστές τους Κριστίν Σκοτ Τόμας, Μπρούνο Γκανζ, Εμιλι Μόρτιμερ, Τίμοθι Σπολ και Πατρίτσια Κλάρκσον, η οποία παρουσιάστηκε στο τελευταίο Φεστιβάλ Βερολίνου (διαβάστε την άποψή μας για την ταινία εδώ).
Τα βραβεία είναι τόσο σκουπίδια στην πραγματικότητα. Το να βάζεις ταινίες που γυρίστηκαν με εντελώς διαφορετικές προθέσεις, τελείως άλλη φιλοσοφία, γούστο ή προέλευση να διαγωνίζονται μεταξύ τους είναι σα να συγκρίνεις μήλα με πορτοκάλια.
Τα γυρίσματα του «Party» έμελλε να συμπέσουν με τις φορτισμένες ημέρες του δημοψηφίσματος για το Brexit, γεγονός που για πολλούς προσέδωσε στην ταινία έναν χαρακτήρα προφητικό, καθώς σχολιάζει με μαύρο χιούμορ τη σημερινή βρετανική κοινωνική και πολιτική ζωή. Η ίδια η Σάλι Πότερ χαρακτηρίζει το «Party» ως «μία τραγωδία σε περιτύλιγμα κωμωδίας, όπου η εορταστική συγκέντρωση μερικών φίλων κλιμακώνεται γρήγορα σε ένα βίαιο ξέσπασμα».
Ωστόσο εμείς βρήκαμε την ευκαιρία να συναντηθούμε μαζί της στην Αθήνα, με σκοπό να συζητήσουμε μαζί της τις ιδιαιτερότητες του «Party» και το πόσο διαφοροποιείται σε σχέση με την υπόλοιπη φιλμογραφία της, το συχνά παραγνωρισμένο είδος της κωμωδίας, το Brexit, την υποεκπροσώπηση των γυναικών στην κινηματογραφική βιομηχανία καθώς επίσης το τι μπορεί να αναμένουμε από την τεράστια συζήτηση που έχει ανοίξει εξαιτίας των αποκαλύψεων γύρω από τα σκάνδαλα σεξουαλικής παρενόχλησης στο Χόλιγουντ.
Τo «Party» είναι η πρώτη σας ταινία που εκτυλίσσεται κυρίως σε κλειστούς χώρους, ενώ την ίδια στιγμή είναι και όσο πιο κωμωδία γίνεται, συγκρινόμενη με την υπόλοιπη φιλμογραφία σας. Πόσο απαιτητικές αποδείχθηκαν αυτές οι δύο νέες συνθήκες για εσάς;
Λοιπόν, επίτηδες ήθελα να κάνω κάτι ιδιαίτερα μινιμαλιστικό που όμως να εμπεριέχει συναισθηματικό και πολιτικό υλικό στο μέγιστο δυνατό βαθμό. Ήταν συναρπαστικό να γράφω με γνώμονα όλη η δράση να λαμβάνει χώρα σε περιορισμένο χώρο και πραγματικό χρόνο, άρα όλα θα ήταν εκτεθειμένα και τίποτε δε θα μπορούσε να κρυφτεί πίσω από ειδικά εφέ ή όμορφα εξωτερικά σκηνικά. Για το γύρισμα, χρησιμοποιήσαμε αρκετά ευρυγώνιους φακούς, καθώς επίσης και έναν πολύ ασυνήθιστο περισκοπικό φακό, για τον οποίο ο διευθυντής φωτογραφίας μου, Αλεξέι Ροντιόνοφ, μου εξήγησε πως υπάρχουν μόνο 16 τέτοιοι φακοί παγκοσμίως. Αυτός ο πανέμορφος φακός (σ.σ. θυμίζει αρκετά τα περισκόπια που χρησιμοποιούν τα υποβρύχια) μας έδινε τη δυνατότητα να έχουμε πχ την κάμερα πολύ χαμηλά στο πάτωμα, χωρίς να χρειαστεί να σκάψουμε το έδαφος για να την τοποθετήσουμε.
Μετά, η πρόκληση του να γράψεις κωμωδία προϋποθέτει από άποψη τεχνικής το να δίνεις τεράστια προσοχή στη δομή, το ρυθμό, την ανάπτυξη των χαρακτήρων κλπ. Ήταν πραγματικά συναρπαστικό όλο αυτό και - περιέργως πώς - μου ήρθε πολύ φυσικά. Ήταν σαν να βγαίνει από μέσα μου.
Πώς ακριβώς δηλαδή;
Ήταν σαν να είχα αφεθεί. Δεν ξέρω πώς αλλιώς να το περιγράψω. Για να πω την αλήθεια είχε κάτι το απελευθερωτικό όλο αυτό. Πραγματικά πιστεύω πως το γέλιο είναι ένας πολύ άμεσος τρόπος για να αγγίξεις σοβαρά θέματα. Είναι παράδοξο και αυτό ακριβώς είναι που το κάνει τόσο συναρπαστικό, επειδή εμπεριέχει την κάθαρση. Δεν είναι κάτι βαρύ και παρόλα αυτά αφυπνίζει. Κι αυτό είναι κάτι που παρατήρησα αναφορικά με το κοινό, την πρώτη φορά που είδα μαζί με πραγματικά πολύ κόσμο την ταινία στο Βερολίνο. Άκουγες δύο χιλιάδες κόσμο να γελάει δυνατά και βγαίνοντας έξω να λένε όλοι πως ένιωθαν τόσο καλά μετά την προβολή. Τότε είναι που ξέρεις πως το γέλιο αυτό είναι κάτι σαν φάρμακο. Φυσικά αυτός ο συνδυασμός τραγωδίας και κωμωδίας αποτελεί ένα πολύ παλιό σχήμα, που σε κάνει να μεταχειρίζεσαι σοβαρά ζητήματα με έναν φαινομενικά ελαφρύ τρόπο. Επομένως [το να γράψω κωμωδία] ήταν από τεχνικής άποψης δύσκολο και ήθελε πολλή δουλειά στο να δομηθεί, όμως ήταν κάτι πολύ ενδιαφέρον.
Η κωμωδία είναι ένα κλασσικό είδος, ιδιαίτερα δημοφιλές στον κόσμο. Ακόμα όμως και οι πραγματικά καλές κωμωδίες σπανίως καταφέρνουν να διεκδικήσουν σημαντικά βραβεία ή υποψηφιότητες. Έχετε κάποια εξήγηση για αυτό το παράδοξο;
Έχετε απόλυτο δίκιο, ως γενική τάση το είδος της κωμωδίας δεν παίρνεται στα σοβαρά. Μπορεί να το εκτιμούν, να το απολαμβάνουν ή και να γίνεται εμπορική επιτυχία - όπως αυτή εδώ η ταινία τηρουμένων των αναλογιών αφού πρόκειται για ανεξάρτητη παραγωγή - και πάλι όμως αυτό δε σημαίνει ότι θα το πάρουν στα σοβαρά. Όμως ξέρεις κάτι; Τα βραβεία είναι τόσο σκουπίδια στην πραγματικότητα. Το να βάζεις ταινίες να διαγωνίζονται μεταξύ τους είναι σα να συγκρίνεις μήλα με πορτοκάλια. Δε βγάζει κανένα νόημα το να συναγωνίζεται στο ίδιο πλαίσιο ένα φιλμ που γυρίστηκε με ένα ή με σαράντα εκατομμύρια προϋπολογισμό με άλλα που γυρίστηκαν με εντελώς διαφορετικές προθέσεις, τελείως άλλη φιλοσοφία, γούστο ή προέλευση.
Και είναι ένα διεφθαρμένο σύστημα από τη στιγμή που ξέρουμε - και ξέρω και προσωπικά επειδή είμαι μέλος της Αμερικανικής Ακαδημίας και ψηφίζω - ότι οι ταινίες των οποίων οι διανομείς ρίχνουν τα περισσότερα χρήματα στην προώθηση [έχουν καλύτερη αντιμετώπιση]. Πρόκειται για κάτι διακριτικά διεφθαρμένο, ως ένα βαθμό, μέσω του χρήματος και της επιπλέον προσοχής που πληρώνεται μέσω της προώθησης προς τα μέλη τα οποία ψηφίζουν. Επομένως τα βραβεία δε θα έπρεπε να λαμβάνονται τόσο σοβαρά υπόψη.
Νομίζω πως η σεξουαλική παρενόχληση αποτελεί σύμπτωμα του τρόπου διανομής της δύναμης και της εξουσίας συνολικά μέσα στην κοινωνία. Πρόκειται για ένα σημαντικό ζήτημα επειδή είναι ένας από τους βασικούς τρόπους υποταγής, εκφοβισμού και μείωσης εναντίον των γυναικών.
Και πέρα από τα βραβεία όμως, δε βρίσκουμε συχνά κωμωδίες να φιγουράρουν στις λίστες πχ με τις 100 καλύτερες ταινίες όλων των εποχών.
Το «Μερικοί το Προτιμούν Καυτό» είναι! Προσπαθώ να σκεφτώ και άλλες… το «Τραγουδώντας στη Βροχή» επίσης…
Από την πρεμιέρα της ταινίας στο Φεστιβάλ Βερολίνου