Ταινίες των Όσκαρ: «Τα Καλύτερα Χρόνια της Ζωής Μας» (1946) του Γουίλιαμ Γουάιλερ - αφιερωματα , θεματα || cinemagazine.gr
9:44
23/2

Ταινίες των Όσκαρ: «Τα Καλύτερα Χρόνια της Ζωής Μας» (1946) του Γουίλιαμ Γουάιλερ

Στην τελική ευθεία της 93ης απονομής θυμόμαστε ταινίες που έστρωσαν τον δρόμο τους με βραβεία και τις ζωές μας κινηματογραφικές αναμνήσεις.

Από τον Ηλία Δημόπουλο

Είναι δύσκολο να πείσεις ή έστω να παροτρύνεις μια γενιά εκ του ασφαλούς ευαισθητοποιημένη, για την κοινωνική σημασία έργων όπως αυτό που ήρθαν αμέσως μετά τη λήξη του Β' Πολέμου (αυτό είναι το πρώτο και το καλύτερο), είναι όμως ακόμα δυσκολότερο σ' ένα κινηματογραφικό γούστο αλλοτροιωμένο να «περάσεις» το αισθητικά κεφαλαιώδες τους. Ωστόσο ταινίες όπως τούτο το χρειάζονται επιτακτικά – κι ας αποτύχεις.

Ο Αλσατός Γουάιλερ, γεννημένος σ' ένα κομμάτι γης που άλλοτε ανήκε στην Γερμανία και σήμερα πια στην Γαλλία, ήρθε νεαρότατος στην Αμερική και ως λοχαγός βρέθηκε στις επάλξεις του πολέμου να κινηματογραφεί πάνω σε μαχητικά αεροσκάφη ντοκιμαντέρ για τους συμμάχους. Έχασε μεγάλο μέρος της ακοής του μάλιστα σε ατύχημα κατά την διάρκεια των κινηματογραφήσεων αυτών. Ο Γουάιλερ δεν ήταν τυχαίος άνθρωπος και δεν ήταν και ο οποιοσδήποτε σκηνοθέτης. Ήταν ένας από αυτούς που έλεγε λίγα κι έκανε πολλά για να τα υποστηρίξει και είναι κι ένας από τους σκηνοθέτες που μπορεί να αψηφά ο περιστασιακός θεατής αλλά δημιούργησαν ολοκληρωμένο, αξεπέραστο σινεμά.

Το σχέδιό του ήταν πως αμέσως μετά τον πόλεμο θα έφτιαχνε ένα έργο για το τραύμα του πολέμου, ένα έργο αφιερωμένο σ' αυτούς που πολέμησαν για έναν τρόπο ζωής, μιαν ελευθερία, μια δημοκρατία (δυστυχώς δεν εννοείται «η» αλλά «μια» στην περίπλοκη εποχή μας) κι επέστρεψαν σε μια χώρα που δεν ήξερε και δεν ήθελε να προνοήσει για την ένταξή τους. Φυσικά η τέχνη, όσο κι αν θα θέλαμε να ήταν διαφορετικά, δεν αλλάζει τον κόσμο· λίγα χρόνια μετά ο πόλεμος του Βιετνάμ θα μαρτυρούσε ξανά το ίδιο πρόβλημα. Έτσι, ανακοίνωσε στην παραγωγό RKO και τον Σαμ Γκόλντγουϊν το πλάνο του: «Τα Καλύτερα Χρόνια της Ζωής Μας» θα έπρεπε και να είναι και να δείχνουν ρεαλιστικά.

Για τον λόγο αυτό κατασκεύασε ειδικά σκηνικά σε διαστάσεις πραγματικές κι όχι στουντιακές για να χωρούν οι μηχανές. Έτσι αυτομάτως η εικόνα θα είχε μια φυσική όψη, μακριά από την τυπική εικονογράφηση του κλασσικού Χόλιγουντ – στο οποίο ο Γουάιλερ είχε ήδη διαπρέψει και θα διέπρεπε για αρκετά χρόνια ακόμα. Διάλεξε σκόπιμα έναν ηθοποιό ερασιτέχνη, ένα πραγματικό βετεράνο του πολέμου που είχε χάσει τα χέρια του, για τον ρόλο του ακρωτηριασμένου στρατιώτη. Ο Χάρολντ Ράσελ θα γινόταν ο μοναδικός ηθοποιός στην ιστορία των Όσκαρ που θα έπαιρνε δύο Όσκαρ για τον ίδιο ρόλο, ένα για τον Β' Ανδρικό κι ένα τιμητικό που ορίστηκε καθώς όλοι πίστευαν πως είχε ελάχιστες πιθανότητες να πάρει το «κανονικό». (46 χρόνια μετά το έργο, το 1992, η ανελέητη ειρωνεία θα ήταν πως θα πουλούσε το Όσκαρ του για να πληρώσει τα ιατρικά έξοδα της συζύγου του).

Ο Γουάιλερ κάλεσε για διευθυντή φωτογραφίας τον Γκρεγκ Τόλαντ (τον φωτογράφο του «Πολίτη Κέιν»), έναν δάσκαλο του βάθους πεδίου, τους είδους της φωτογραφίας δηλαδή που κρατά σε πλήρη εστίαση όλο το κάδρο και το βάθος των προσώπων και αντικειμένων του. Ο Γουάιλερ ήξερε πως είναι ζήτημα όχι μόνο αισθητικής αλλά και ηθικής να μην υπάρχει φλουταρισμένο πρόσωπο, να μην υπάρχει ο παραμερισμός της αοριστίας για κανέναν από τους μάρτυρες. Σ' αυτήν την ταινία οι άνθρωποι θα έπαιρναν τη δόξα που δικαιούντο.

Στην ταινία θα πρωταγωνιστούσε ο Φρέντερικ Μαρτς, στον ρόλο ενός λοχία που επιστρέφει για να βρει στην δουλειά του στην τράπεζα (ο Μαρτς κατά σύμπτωση ήταν όντως τραπεζικός πριν την ερμηνευτική του καριέρα) έναν κόσμο ανερμάτιστο και κερδοσκοπικό. Θα έπαιρνε εδώ το δεύτερο του Όσκαρ. Μαζί του ο Ντέινα Άντριους, ανώτερος του Μαρτς στον στρατό, σμηναγός γαρ και παρασημοφορημένος, αλλά χωρίς μοίρα στον ήλιο στην «κανονική» ζωή στην οποία δεν μπορεί να βρει δουλειά. Η Μύρνα Λόι, πρώτο όνομα στους τίτλους του έργου (καθώς τεράστια σταρ τότε), θα ήταν η σύζυγος του Μαρτς. Η στιγμή που ο τελευταίος επιστρέφει στο σπίτι και συναντιούνται για πρώτη φορά είναι μια ένδειξη του μεγαλείου και της βαθιάς κατανόησης του Γουάιλερ στον άνθρωπο, μια σκηνή που σε συγκινεί με τον τρόπο, την ευγένεια της κάμερας, το στήσιμο των ανθρώπων και τον χρόνο που της χαρίζεται.

Απολύτως δίκαια, «Τα Καλύτερα Χρόνια της Ζωής Μας», τιτλοφορημένα με όλη την πικρία της (μιας ακόμα) χαμένης γενιάς που αναπόφευκτα ένα πόλεμος φέρνει, θα βομβάρδιζαν τα ταμεία (στην Αγγλία παραμένει μια από τις μεγαλύτερες εισπρακτικές επιτυχίες με πάνω από 20 εκατομμύρια θεατές!) και θα χάριζαν ενθουσιασμό στην κριτική που τα χαιρέτησε σαν αυτό που ήταν:

Ένα ανθρωπιστικό αντιπολεμικό πόνημα μετρημένου σπαραγμού και δηλωμένης πολιτικής στάσης υπέρ αυτών που πολέμησαν για να υπάρξουν ελεύθεροι, αν και ίσως προκλητικά επιλήσμονες, απόγονοι.

Μείνετε συντονισμένοι στο cinemagazine.gr για την κάλυψη των φετινών βραβείων Όσκαρ με καθημερινά θέματα, νέα, αφιερώματα και προβλέψεις!