Μισέλ Πικολί (1925-2020): Η σημασία του να είναι κανείς σοβαρός - αφιερωματα , θεματα || cinemagazine.gr
16:23
18/5

Μισέλ Πικολί (1925-2020): Η σημασία του να είναι κανείς σοβαρός

Πλήρης ημερών έφυγε μια φυσιογνωμία του ευρωπαϊκού σινεμά, ένας από τους πιο ακούραστους εργάτες του κι ένας ηθοποιός που αρίστευσε  στην οικονομία των ερμηνειών του.

Από τον Ηλία Δημόπουλο

Ο Πικολί ήταν ο ηθοποιός που πλήρως συνειδητά, όπως γράφει και στην αυτοβιογραφία του, θεωρούσε «ότι ο ηθοποιός πρέπει να κάνει ένα βήμα πίσω στην ερμηνεία», να επιτρέπει στον χαρακτήρα να πάρει τον χώρο του, «να είναι εμπιστευτικός με τον ρόλο του». Κι ήταν ακριβώς αυτή του η ιδιοσυγκρασία που και πληθώρα ρόλων του ταίριαξε γάντι και μια τεράστια γκάμα σκηνοθετών τον χρειάστηκε στο σινεμά της.

Ο Πικολί έπαιξε σε περισσότερες από 200 ταινίες (και 50 θεατρικά), και παρά το γεγονός πως οι ακαδημαϊκές βραβεύσεις δεν βρήκαν στο πρόσωπό του ιδανικό ενσαρκωτή (ένα βραβείο ερμηνείας στις Κάννες, το 1980, όλο κι όλο, δεν κέρδισε ποτέ του ούτε Σεζάρ!), είναι de facto σαφές ότι μια ποικιλία χαρακτήρων και σκηνοθετών βρήκε αυτό που χρειαζόταν.

Συνεργάστηκε με σχεδόν όλους τους μεγάλους Γάλλους σκηνοθέτες (Γκοντάρ, Μελβίλ, Ρενουάρ, Σαμπρόλ, Μαλ, Σοτέ, Λελούς) – με τον Γκοντάρ να του δίνει πρακτικά το βήμα στη διασημότητα με την «Περιφρόνηση» (1963). Ως τότε αριθμούσε ήδη δεκάδες ρόλων (το ντεμπούτο του είναι στα τέλη του ’40 – άρα οκτώ (!) δεκαετίες μπροστά στον φακό), απ’ τις οποίες διαλέγει κανείς προφανώς έναν Μελβίλ («Ο Χαφιές»), τον «Θάνατο στον Κήπο» του Μπουνιουέλ (συνεργάστηκαν αρκετές φορές) και το «Γαλλικό Καν-Καν» του Ρενουάρ.

Από την «Περιφρόνηση» όμως κι έπειτα ξεκινά μια λαμπρή περίοδος που πρακτικά δεν μετριάστηκε ποτέ, έστω και αν είναι οι δεκαετίες του ’60 και του ’70 που περιέχουν τις περισσότερες μεγάλες στιγμές. Η συνεργασία του με τον Μπουνιουέλ θα κορυφωθεί με την «Ωραία της Ημέρας», όμως βρίσκεται και στα «Ημερολόγιο μιας Καμαριέρας», «Φάντασμα της Ελευθερίας», «Ο Γαλαξίας» και «Κρυφή Γοητεία της Μπουρζουαζίας».

Ιδιαίτερη η συνεργασία με τον Κλοντ Σοτέ, ειδικά στο καταπληκτικό «Les choses de la vie», που θα τον φέρει δίπλα και στη Ρόμυ Σνάιντερ με την οποία θα ξανασυναντηθούν, μεταξύ άλλων, και στο κύκνειο άσμα της, την «Περαστική του Σαν Σουσί». Παρτενέρ και της Ντενέβ κάμποσες φορές, μετά την «Ωραία της Ημέρας», και στις «Δεσποινίδες του Ροσφόρ» του Ντεμί και στην «Υποταγή» του Αλαίν Καβαλιέ (1968), που είναι μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα διασκευή μυθιστορήματος της Φρανσουάζ Σαγκάν – από την ίδια τη συγγραφέα.

Ο Πικολί βρέθηκε επίσης στο ατυχές κι αγαπημένο «Τοπάζ» του Άλφρεντ Χίτσκοκ, πρύτανης ενός μεγαλειώδους καστ ευρωπαίων καρατεριστών, έπαιζε στην σκηνοθεσία (!) του Πίτερ Ουστίνωφ «Lady L», θα είναι παρών στο «Μεγάλο Φαγοπότι» του Φερέρι (μεγάλη απόλαυση), στο ντεμπούτο του Κώστα Γαβρά «Βαγόνι Δολοφόνων», ενώ με το -απολύτως ξεχασμένο- «Πήδημα στο Κενό» του Μπελόκιο κατάφερε να διακριθεί στο φεστιβάλ των Καννών το 1980.

Το ’90 ξεκίνησε εντυπωσιακά - και ενδεικτικά της πλαστικότητας και της ζήτησης του ηθοποιού. «Μιλού του Μάη» για τον Λούι Μάλ, «Ωραία Καυγατζού» για τον Ριβέτ, «Σχοινοβάτης» για τον Νίκο Παπατάκη.

Καθώς τα χρόνια θα περνούν ο Πικολί θα μένει σε μια πρώτη γραμμή που κανείς από τους εγχώριους αντιπάλους του της χρυσής εποχής (Ντελόν, Μπελμοντό, Τρεντινιάν) δεν θα είναι ανάλογα (αριθμητικά και ποιοτικά) παρών. Ο Πικολί θα βρει τον Ρουίζ στη «Γενεαλογία ενός Εγκλήματος», τον Ολιβέιρα στο «Γυρίζω Σπίτι» (και τα δύο με την Ντενέβ), τον Αγγελόπουλο στη «Σκόνη του Χρόνου». Ήταν ακόμα και στο «Holy Motors» του Καράξ, σε μια καλλιτεχνική σχέση που είχε ξεκινήσει σχεδόν 30 χρόνια πριν, το 1986, με την «Δική μας Νύχτα».

Ελαφρύ το χώμα, μαζί του χάνεται η υλική υπόσταση μιας ψηφίδας του ένδοξου παζλ μιας σπουδαίας εποχής κινηματογράφου.