Napalm D' Or: Ο Μάης του '68 και το Φεστιβάλ Καννών που δεν έγινε ποτέ - αφιερωματα , θεματα || cinemagazine.gr
9:54
8/5

Napalm D' Or: Ο Μάης του '68 και το Φεστιβάλ Καννών που δεν έγινε ποτέ

Πενήντα χρόνια μετά, ο Μάης τoυ 1968 μπoρεί τελικά να μην άλλαξε τoν κόσμo, μπoρεί να μην άλλαξε καν τo σινεμά, αλλά πρόλαβε να καρφώσει μια κόκκινη σημαία στo σπoυδαιότερo κινηματoγραφικό φεστιβάλ τoυ κόσμoυ κηρύσσοντας πρόωρα τη ληξη του. Αυτό ειναι τo Χρoνικό (ακόμη) μιας ημιτελoύς επανάστασης.

Από τον Κωνσταντίνο Σαμαρά

Ο τοίχος του γαλλικού Μάη είχε τη δική του ιστορία: πάνω του γράφτηκαν συνθήματα που μας παρακινούσαν να γίνουμε ρεαλιστές, δηλαδή να ζητήσουμε το ακατόρθωτο. Που απαιτούσαν η φαντασία να αναλάβει την εξουσία, η ανία να θεωρηθεί αντιεπαναστατική και οι εργάτες να συνειδητοποιήσουν ότι δεν έχουν ανάγκη τα αφεντικά τους. Σαράντα χρόνια μετά ο τοίχος μοσχοπουλήθηκε ήδη σε δημοπρασία, τα συνθήματα αξιοποιήθηκαν ως διαφημιστικά σλόγκαν και οι οργισμένοι φοιτητές που τα έγραψαν περνούν ποικιλοτρόπως την κλιμακτήριό τους. Για ποιο «πνεύμα του Μάη του 68» να μιλάμε, λοιπόν;

Ισως γι αυτό που ο Νικολά Σαρκοζί χαρακτήρισε ως παρακμιακό, εξαγγέλλοντας δημοσίως την ώρα της οριστικής εξάλειψής του. Κάτι που σημαίνει ότι, όσο κι αν καταβρέξεις τους δρόμους μιας πόλης με αρωματικό χώρου, ο μπαρουτοκαπνισμένος αέρας των οδοφραγμάτων θα αρνείται να υποχωρήσει. Και κάπως έτσι θα επιβιώνει κουτσά-στραβά η μνήμη μιας απεργίας που γέννησε έναν φοιτητικό ξεσηκωμό, ο οποίος με τη σειρά του δεν γέννησε μια επανάσταση, αλλά σίγουρα το πιο υπέροχο απονενοημένο διάβημα της σύγχρονης ιστορίας. Ανάμεσα στους θύτες του, τους συνδικαλιστές και τους φοιτητές, τους παραδοσιακούς κομμουνιστές και τους μαοϊκούς, τους σιτουασιονιστές και τους αναρχικούς, μια μερίδα ανθρώπων παθολογικά ερωτευμένων με τις κινούμενες εικόνες θα έγραφαν την ιστορία του δικού τους Μάη.

Η υπόθεση Ανρί Λανγκλουά

Εάν υπάρχουν δύο ταινίες που να προφητεύουν με ανατριχιαστική διαύγεια το ξέσπασμα του Μάη, αυτές είναι η «Κινέζα» και το «Weekend», αμφότερες γυρισμένες το 1967 από τον Ζαν Λικ Γκοντάρ. Στην πρώτη, μερικοί ενθουσιώδεις μαοϊκοί φοιτητές αποφασίζουν να ξεκινήσουν την επανάσταση από ένα διαμέρισμα, διαβάζουν με στόμφο τσιτάτα από το Κόκκινο Βιβλίο και κινούνται στους ρυθμούς του τραγουδιού «Μάo Μάo», αλλά χάνουν την πρώτη τους μεγάλη μάχη - «είναι η αρχή ενός μεγάλου δρόμου», θα αποφανθεί ο Γκοντάρ. Στη δεύτερη, η βεντέτα της νουβέλ βαγκ θα κηρύξει το «τέλος του σινεμά» μέσα σε ατέλειωτα μποτιλιαρίσματα, σωρούς νεκρών και αστούς-κανίβαλους. Εξαιρετικά ευαίσθητος σεισμογράφος της εποχής, η κάμερα του Γκοντάρ αφουγκράζεται μια έκρηξη που ψάχνει αφορμή για να πραγματοποιηθεί.

Το συμβολικό άνοιγμα της πυριτιδαποθήκης θα γίνει τον Φεβρουάριο του 1968 από τον κόσμο του γαλλικού σινεμά. Ή μάλλον από τον Αντρέ Μαλρό, υπουργό πολιτισμού της δεξιάς κυβέρνησης Ντε Γκολ, που θα κάνει το ολέθριο λάθος να καθαιρέσει τον Ανρί Λανγκλουά, αντικαθιστώντας τον με τον Πιερ Μπαρμπέν. Τι εστί Λανγκλουά; Ο πατέρας της Cinematheque Francaise (της Γαλλικής Ταινιοθήκης), ο αρχιερέας των ολοήμερων προσκυνημάτων που πραγματοποιούσε στις αίθουσές της η γενιά της νουβέλ βαγκ, «ο δράκος που φυλάει τους θησαυρούς μας» σύμφωνα με τον Ζαν Κοκτό. Ο Λανγκλουά δεν ήταν μόνο ένας ασυναγώνιστος screening-maker (όπως χαρακτήριζε τον εαυτό του) και ο άνθρωπος που διέσωσε δεκάδες σπάνιων ταινιών, αλλά πάνω απ όλα η ανέγγιχτη ιερή αγελάδα για όσους έμαθαν σινεμά στο άτυπο πανεπιστήμιό του. Αυτοί θα αποφάσιζαν να τον υπερασπιστούν με νύχια και με δόντια: με επίτιμο πρόεδρο τον Ζαν Ρενουάρ και διακεκριμένα μέλη μεταξύ άλλων τους Γκοντάρ, Ρενέ, Τριφό και Ριβέτ, η εκτάκτως ιδρυθείσα Επιτροπή Αμυνας της Γαλλικής Ταινιοθήκης θα κηρύξει πόλεμο μέχρις εσχάτων. Θα ευαισθητοποιήσει τις εφημερίδες, θα συλλέξει υπογραφές από σκηνοθέτες όλου του κόσμου (Τσάπλιν, Ροσελίνι, Λανγκ, Κουροσάβα και πολλοί άλλοι) και θα αποφασίσει να θέσει την Ταινιοθήκη σε αχρησία με κάθε λογής αντάρτικες μεθόδους. Μέσα σε ελάχιστες μέρες, οργανώνεται μια διαδήλωση τριών χιλιάδων ατόμων η οποία και διαλύεται βίαια από την αστυνομία.

Ο Λανγκλουά έχει αρχίσει να μετατρέπεται σε οσιομάρτυρα και ο πρώην ποιητής Αντρέ Μαλρό σε τυπικό εκφραστή μιας αυταρχικής διακυβέρνησης. Αυτός είναι λοιπόν ο πολιτισμός που θέλει ο Ντε Γκολ; Η Επιτροπή Αμυνας διαχειρίζεται άψογα τον ούριο άνεμο που χαρίζει η κοινή γνώμη, εντείνει τις κινητοποιήσεις και αποσπά την υποστήριξη πολιτικών ανδρών όπως ο Μιτεράν. Η επόμενη μεγάλη διαδήλωση θα καταλήξει σε επεισοδιακή κατάληψη της Ταινιοθήκης, αποδεικνύοντας ότι το παιχνίδι έχει αρχίσει να παίρνει ευρύτερες διαστάσεις.

Το λιγότερο που μπορεί να κάνει πια ο Μαλρό είναι να υποχωρήσει. Στις 22 Απριλίου 1968 η Γαλλική Ταινιοθήκη επιστρέφει στο προγενέστερο καθεστώς και ο Λανγκλουά στη θέση που έδινε νόημα στη ζωή του. «Η Cinematheque είναι φτωχή και ελεύθερη» θριαμβολογεί ο Φρανσουά Τριφό, ο οποίος παράλληλα με τον υπέρ Λανγκλουά αγώνα πρόλαβε να γυρίσει τα «Κλεμμένα Φιλιά». Μόνο που έξω από τις κινηματογραφικές αίθουσες, οι ολοένα και πιο δυνατές ιαχές στους παρισινούς δρόμους δεν αφήνουν περιθώρια για επανάπαυση.