Η ιερή απλότητα του Χένρι Φόντα - αφιερωματα , θεματα || cinemagazine.gr
10:55
16/5

Η ιερή απλότητα του Χένρι Φόντα

Μπαίνοντας στην δεκαετία του ‘50 – έχουμε βέβαια παρακάμψει πολλά – ο Φόντα θα είναι στο ωκεανικό «Πόλεμος και Ειρήνη» (1956) του Κινγκ Βίντορ μαζί με την Όντρεϊ Χέμπορν και την ίδια χρονιά θα κάνει και το «13 Εγκλήματα Ζητούν Ένοχο» του Χίτσκοκ που λίγοι έχουν δει και ξέρουν πόσο λάθος κάνουν οι πολλοί. Την επόμενη χρονιά έρχονται οι «12 Ένορκοι» που το έχετε δει και ξέρετε περί τι μεγέθους ομιλούμε, κάνει κι ένα υπεραγαπημένο έλασσον γουέστερν με τον Άντονι Μαν σκηνοθέτη και τον Άντονι Πέρκινς συμπρωταγωνιστή, το «Tin Star».  Το ‘62 πρωταγωνιστεί στην καλύτερη ταινία πολιτικής/δημοκρατικής διαδικασίας που έγινε ποτέ, το «Advise & Consent» του Ότο Πρέμινγκερ και το ‘64 είναι ο Πρόεδρος των ΗΠΑ στο άγνωστο «Fail Safe», το θρίλερ πυρηνικού τρόμου του Σίντνεϊ Λιούμετ, που έκανε το προκλητικό σφάλμα να βγει τη χρονιά του «Dr. Strangelove» - που έχει το ίδιο θέμα. Ως γνωστόν από τέτοιες αντιπαραθέσεις δεν βγαίνεις νικητής. Να το ψάξετε όμως, είναι ωραιότατο.

Το ‘68 ο Λεόνε εμπνέεται το αδιανόητο. «Αυτά» τα γαλάζια μάτια, σου λέει, είναι παγωμένο ατσάλι, ο Φόντα θα παίξει τον Κακό. Το «Κάποτε στη Δύση» είναι ένα αριστουργηματικό «μπαλέτο θανάτου», όπως άριστα έχει γραφτεί, και ο Φόντα, με το παράξενο, ανάλαφρο περπάτημα, το κρύο στην ψυχή και τον στερεωμένο αμοραλισμό είναι μάλλον ο καλύτερος κακός σε γουέστερν κι από τους καλύτερους στην ιστορία γενικώς. Την ίδια χρονιά, ποιος το θυμάται, κρατά έναν κρίσιμο ρόλο στον θαυμάσιο «Στραγγαλιστή της Βοστώνης» μαζί με τον Τόνι Κέρτις.

Κάμποσες ταινίες, πολύ θέατρο (ποτέ δεν το εγκατέλειψε) και αρκετά προβλήματα υγείας αργότερα, στη δύση μιας καριέρας επαρκώς σπουδαίας ώστε το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου να τον έχει στην 6η θέση των μεγαλύτερων της κλασικής εποχής, θα έρθει μια απροσδόκητη «Χρυσή Λίμνη» (1981). Γράμμα της μετανοήσασας κόρης στον όχι καλύτερο μπαμπά του κόσμου, το έργο θα έφερνε τον Φόντα για μοναδική φορά παρτενέρ της Κάθριν Χέμπορν αλλά και συμπρωταγωνιστή της κόρης (που είχε ήδη δύο Όσκαρ και περισσότερες υποψηφιότητες από τον μπαμπά). Θα ήταν επίσης ένας εισπρακτικός θρίαμβος, θα έφερνε το πρώτο του Όσκαρ (από τέσσερεις υποψηφιότητες), παρότι είχε ήδη πάρει ένα τιμητικό την περασμένη χρονιά, αλλά πιο πολύ θα ήταν μια καταλυτική ερμηνεία επίδειξης ισχύος του «αυθόρμητου» (αν μπορεί να υπάρξει κάτι τέτοιο) στυλ παιξίματος σε μια εποχή που η Μέθοδος θριάμβευε.

Είναι σαφές πως σαν τον Χένρι Φόντα δεν υπήρξαν πολλοί, του απολογούμαι που δεν συμπεριέλαβα κάμποσους τίτλους ακόμα. Σαφέστερη όμως περισσότερο είναι απεικόνιση του χαρακτήρα του αμερικανικού δέοντος που συνόψισε άρα και η σημασία του ως σπονδύλου στην ραχοκοκκαλιά μιας ωραίας, περασμένης εποχής του κινηματογράφου μας.