Essential Cinema #111: «Crash» (1996) του Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ - αφιερωματα , θεματα || cinemagazine.gr
17:15
18/9

Essential Cinema #111: «Crash» (1996) του Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ

Τo cinemagazine συγκεντρώνει μερικές από τις κορυφαίες ταινίες που έγιναν ποτέ και γράφει αναλυτικά γι’ αυτές. Σήμερα το θαρραλέο, αλλόκοτο υβρίδιο του οραματιστή Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ, η απρόοπτη σύγκρουση του «Crash»

Από τον Γιάννη Δεληολάνη

Με αφορμή την προβολή του «Crash» στις 26ες Νύχτες Πρεμιέρας δημοσιεύουμε το παρακάτω απόσπασμα ενός από τα πιο πολυδιαβασμένα κείμενα που έγραψε ο συνάδελφος Γιάννης Δεληολάνης (1965-2014) για το περιοδικό ΣΙΝΕΜΑ (#74, Δεκέμβριος 1996). 

Δοκιμή σύγκρουσης

«Η εικόνα του ακίνητου κόσμου που αντίκριζα, με τις χιλιάδες των οδηγών να κάθονται με παραίτηση μέσα στα αμάξια τους κατά μήκος της λεωφόρου και του ορίζονται, έμοιαζε σαν ένα μοναδικό όραμα αυτού του μηχανικού τοπίου, μια πρόσκληση να εξερευνήσουμε τις οδογέφυρες του νου μας». (Crash, σελ. 46)

Το φιλοσοφικό υπόλειμμα που οι ταινίες του Κρόνενμπεργκ αφήνουν πίσω, σαν βραδυφλεγείς εκρηκτικοί μηχανισμοί, προορισμένοι να ανοίξουν νέα μονοπάτια αντίληψης, έρχεται πάντα με τη μέθοδο ενός παρατεταμένου (ίσου με τη διάρκεια της ταινίας του, συγκεκριμένα) ψυχολογικού σοκ. Παράξενο κομπλιμέντο, αλλά ο Καναδός έχει κάνει την απώθηση τέχνη και σχολείο ταυτόχρονα.

Οι ιστορίες του συμβαίνουν κατά σύστημα «έξω από το συνηθισμένο», κι όμως, τα σκοτεινά του ψυχογραφήματα διαπερνούν την συνείδηση του θεατή με την επιβλητική δύναμη μιας πλατύτερης αλληγορίας. Αυτή είναι η δύναμη της ωριμότητας του –μια ωριμότητα που έχτιζε από ταινία σε ταινία- και ταυτόχρονα το σημάδι ενός μετρ στην ψυχολογία της σκηνοθεσίας.

Όνειρα από σκοτεινές προεκτάσεις της σεξουαλικότητας, διατρέχουν τα 20 χρόνια ανάμεσα στις «Ανατριχίλες» και το «Crash»

Ένας συνεπής μα συνεχώς εξελισσόμενος κόσμος φιλοσοφικών (κυρίως) εμμονών αναδύεται αβίαστα από το έργο του 48χρονου δημιουργού. Υπογράφοντας ο ίδιος τα σενάρια του (δυο εξαιρέσεις για τη «Νεκρή Ζώνη» και το «M. Butterfly») και ελέγχοντας αποτελεσματικά κάθε αισθητική λεπτομέρεια της εικόνας του, ο κινηματογραφιστής πετυχαίνει μια καθαρή μετάβαση του οράματός του στο κοινό.

Μέσα σε αυτή την υπερ- εικόνα μπορεί κανείς εύκολα να ακολουθήσει τους δραματικούς στοχασμούς του Κρόνενμπεργκ, να αναγνωρίσει τις παλιές ιδέες σε μια –οπωσδήποτε- πιο ραφιναρισμένη μορφή.  Αναμνήσεις από τα κακοποιά πρόσωπα της τεχνολογίας και το ανήσυχο πάντρεμά τους με το ανθρώπινο σώμα, αλλά και όνειρα από σκοτεινές προεκτάσεις της σεξουαλικότητας, διατρέχουν τα 20 χρόνια ανάμεσα στις «Ανατριχίλες» και το «Crash» -αντίλαλοι ενός έργου που, διόλου συμπτωματικά, συναντάει το μυθικό υπόβαθρο του «Crash».

Από μια άποψη, ο Κρόνενμπεργκ ταξίδευε ομαλά προς την κινηματογράφηση του «Crash», έστω κι χρειάστηκε έξι μήνες για να πρωτοδιαβάσει τη νουβέλα του Μπάλαρντ. Τα βιβλία του συγγραφέα, όπως τα έργα του σκηνοθέτη, απωθούν τα μάτια δίχως πείσμα. Και όπως θα έλεγαν στα παραμύθια (κάποια παραμύθια, τέλος πάντων), το πείσμα μεγάλωσε κι έγινε σενάριο, κατάληξη όντως ονειρεμένη για ένα μυθιστόρημα που φάνταζε απροσπέλαστο για τον κινηματογραφικό φακό.

Μετά από το τόλμημα της μεταφοράς του «Γυμνού Γεύματος» του Γουίλιαμ Μπάροουζ στον οθόνη, ο Κρόνενμπεργκ θα μπορούσε να πει ότι η μεταγραφή του «Crash» ήταν παιχνιδάκι. Το «Γεύμα», θρασύ και ριψοκίνδυνο, ανταποκρινόταν τόσο στις δημιουργικές εμμονές του Καναδού όσο και στο ουσιαστικό πνεύμα του βιβλίου του Μπάροουζ. 

Mercedes Bends

Καθώς οι ουλές πολλαπλασιάζονται στη σάρκα του, το βύθισμά του στη φαντασίωση επιταχύνεται

«Αν και βρισκόμουν επτά μέτρα μακριά από το αυτοκίνητο, όρθιος δίπλα σε έναν ηχολήπτη, οι μοναδικές καμπυλότητες του κορμιού και της προσωπικότητας της έμοιαζαν να μεταμορφώνουν το συντριμμένο αμάξι. Το αριστερό της πόδι αναπαυόταν στο έδαφος, ενώ η κολώνα της πόρτας ευθυγράμμιζε ξανά τον εαυτό της όσο και τη βάση του ταμπλό για να αποφύγει το γόνατό της, λες και ολόκληρο το αυτοκίνητο είχε παραμορφωθεί γύρω από την μορφή της σε μια χειρονομία υποταγής». («Crash», σελ. 87)

Μια γκαλερία τραυμάτων ορίζει τις σεξουαλικές φαντασιώσεις αλλά και τα όρια των ηρώων του «Crash» και όλα τους προέρχονται από τις δυνατότητες της πρόσκρουσης του αμαξώματος στο σώμα του επιβάτη κατά τη στιγμή της σύγκρουσης. Αυτή η καταλυτική στιγμή, όπου η προσωπικότητα και το ερωτική περίβλημα της συντρίβονται σε μια γεμάτη δυνατότητες απώλεια, ισοδυναμεί για τους ήρωες του «Crash» με τον απόλυτο οργασμό.

Δεν είναι, όμως, μόνο το σώμα του ανθρώπου που σβήνει ηδονικά μέσα στην ορμητική παραμόρφωση, αλλά κι εκείνο του αμαξιού. Όσον αφορά την ταινία, τα αυτοκίνητα λειτουργούν σαν σώματα, με ένα αισθησιακό δυναμικό που μετριέται σε μονάδες πόνου. Οι αυτο – μαζοχιστές του Βον δε χρειάζονται το σαδιστή τους – την ερωτική του θέση στο παιχνίδι παίρνει το όχημα τη στιγμή της μετουσίωσης από ψυχρό μέταλλο σε μια βίαιη αγκαλιά, το συμβολικό δευτερόλεπτο της οργασμικής σύγκρουσης.

Κάτω από τη μοιραία έλξη της τροχιάς τους, τα αυτοκίνητα αποκτούν ένα πλαστικό και ευκίνητο σώμα, αγκαλιάζουν και αγκαλιάζονται με μιας και «για πάντα» με τον πολλαπλό εραστή τους (ο επιβάτης, το άλλο αμάξι, ο άλλος επιβάτης).

(...) Αν όμως το αμάξι είναι αυτό που μυστικά μεταμορφώνεται σε ένα ζωντανό κορμί, δεν παύει να παραμένει άψυχο, ένα υπερ-φετιχοποιημένο «δωμάτιο» απόλαυσης. Η πραγματική σεξουαλικότητα των ηρώων του «Crash» έχει εκτοξευτεί σε ένα δίχως παρέκκλιση ταξίδι προς μια οριακή αλλαγή και, κατά αρκετά ταιριαστό τρόπο, το αμάξι στους πολλαπλούς ερωτικούς του ρόλους προσφέρει το όχημα αυτής της μεταφοράς.

Ακούγεται λιγάκι απίθανο, μα τελικά δεν είναι το φετίχ της μηχανής το πραγματικό θέαμα του «Crash». Πρόκειται για μια πλήρη εικόνα ενός τύπου ανθρώπου (άλλοι θα το έλεγαν πολιτισμό) σε μια οραματική παρακμή και το πέρασμά του σε ένα χαοτικό τύπο συνείδησης μέσα από τη σεξουαλική μύηση της σύγκρουσης. Πολύ λογικά, τα γεμάτα κατευθυντήριες πληγές κορμιά των υπερ – αρσενικών ηρώων του «Crash», όπως και οι σαγηνευτικές παθολογικές ανατομίες των υπερ – γυναικών του, είναι τα νέα σώματα με τα οποία οι νεοσσοί της ερωτικής τεχνοκαταστροφής προσπαθούν να «ντύσουν» τις πρωτόγνωρες επιθυμίες τους.

Καθώς οι ουλές πολλαπλασιάζονται στη σάρκα του, το βύθισμά του στη φαντασίωση επιταχύνεται. Το σώμα αρχίζει σιγά σιγά να αφήνει πίσω την παλιά του υπόσταση, καθώς μέσα από τον φρενήρη πόθο της παραμόρφωσης αποκτάει φανταστικές διαστάσεις.

Ένα καινούργιο αιδοίο, δημιουργημένο από τη μηχανική ορμή της πρόσκρουσης, φυτρώνει στο πόδι της Γκάμπριελ (Ροζάνα Αρκέτ), σε μια από τις πιο σουρεαλιστικές και τοξικές σκηνές του «Crash». Ο Μπάλαρντ (Τζέιμς Σπέιντερ) προχωράει στη λατρεία της γυναικείας φύσης με τον καθιερωμένο τρόπο, δημιουργώντας μια σκηνή πολύ παράλογη για να είναι τρομακτική, αλλά και υπερβολικά αλλόκοτη για να δείξει αστεία.

Μέσα από τα σκοτεινά νερά των φαντασιώσεων, ο κάθε ήρωας του «Crash» ξεχωριστά και όλοι μαζί πλησιάζουν στο να παράγουν την καταστροφική και απόλυτη σεξουαλικότητα, ένα τερα-σώμα συμβολικών πηγών και παθολογικών ηδονών.

Το αφηρημένο αυτό όνειρο – έκτρωμα των κορμιών τους αναδύεται σαν ένας θαμπός αντίλαλος άφθονων ταινιών του Κρόνενμπεργκ, από τις «Ανατριχίλες» και μέσω της «Μύγας» ως τους «Διχασμένους» και το «Γυμνό Γεύμα»...

CRASH
ΚΑΝΑΔΑΣ, 1996
Σκηνοθεσία και Σενάριο:
 Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ Μοντάζ: Ρόναλντ Σάντερς  Πρωταγωνιστούν: Τζέιμς Σπέιντερ, Χόλι Χάντερ, Ντέμπορα Κάρα Ούνγκερ, Ροζάνα Αρκέτ, Ελίας Κοτέας Μουσική: Χάουαρντ Σορ Διάρκεια: 100'