Ο Αλεξάντρ Ντεσπλά μιλά για τις καινούργιες ταινίες των Γουές Άντερσον και Γκιγιέρμο Ντελ Τόρο - cinemagazine.gr
11:40
22/5

Ο Αλεξάντρ Ντεσπλά μιλά για τις καινούργιες ταινίες των Γουές Άντερσον και Γκιγιέρμο Ντελ Τόρο

Ο ακούραστος και πολυγραφότατος, δις οσκαρούχος, συνθέτης, που μένει ασίγαστος τον καιρό της καραντίνας εξακολουθώντας τον τρελό ρυθμό του, μίλησε στο indiewire για τις πολυαναμενόμενες συνεργασίες του αλλά και πολλά άλλα.

Από τον Ηλία Δημόπουλο

Ακόμα και αν δεν σε ξετρελαίνει η δουλειά του ο Ντεσπλά είναι οπωσδήποτε από τους ελάχιστους εκείνους που κρατούν τη σημαία της κινηματογραφικής μουσικής ψηλά. Ειδικά σε μια εποχή που το είδος του soundtracking που προσφέρει ο Γάλλος των 11 υποψηφιοτήτων για Όσκαρ (και των δύο βραβείων), εκλείπει. Και την κρατά πολλαπλά. Από τη μια στυλιστικά προσφέροντας τη λογική του μελωδικού θέματος κι από την άλλη εργασιακά δουλεύοντας σε φρενήρεις ρυθμούς. Σε περίπου 30 χρόνια καριέρας ο Γάλλος με το μισό ελληνικό αίμα στις φλέβες του, πλησιάζει τον απίστευτο αριθμό των 200 credits.

Οι ποσοτικές αυτές επιδόσεις δεν καταλαβαίνουν από πανδημίες, «πρακτικά δεν άλλαξε κάτι για μένα, απλά μου λείπουν οι φίλοι μου. Στο στούντιο δεν σταμάτησα να πηγαίνω», δηλώνει. Η ποιότητα από την άλλη διασφαλίζεται πολύπλευρα. Από την κουλτούρα της ανατροφής, τις μουσικές του συνήθειες και, βέβαια, τις (μόνιμες) συνεργασίες του με πληθώρα δημιουργών (Άντερσον, Ντελ Τόρο, Κλούνι, Μπίγκελοου).

Πρώτος τη τάξει, εύλογα λόγω επικαιρότητας, ο Γουές Άντερσον. Με τον Ντεσπλά να δηλώνει κατενθουσιασμένος από το «French Dispatch», με μόνη του στεναχώρια «ότι δεν είμαστε τώρα στη νότια Γαλλία να το παρουσιάζουμε στο Φεστιβάλ των Καννών». Ο Ντεσπλά, χωρίς να αποκαλύπτει κρίσιμες λεπτομέρειες, περιέγραψε την ταινία του Άντερσον σαν τη μεγαλύτερη και πιο φιλόδοξη που έχει κάνει ως τώρα, με περισσότερους χαρακτήρες, ιστορίες, τοποθεσίες». Διαβλέπει μάλιστα σ' αυτήν ένα πνεύμα ντανταϊστικό, αν και το έργο δεν σχετίζεται με την εποχή του κινήματος, γεγονός που τον έστρεψε στη δισκοθήκη του γυρίζοντάς τον πίσω στις συνθέσεις του Σατί και του Ντεμπισί. Ευτυχούμε ήδη.

Όμως την ώρα που άκουγε αυτά (στο ξεχασμένο αλλά πολύτιμο «Βαμμένο Πέπλο» οι επιρροές του Σατί είναι δηλωμένες), δούλευε παράλληλα και σε δύο ταινίες ακόμα. Η πιο επείγουσα των δύο ήταν η καινούργια του Τζορτζ Κλούνι για το Netflix, το «Midnight Sky». Η ταινία αφηγείται την ιστορία ενός επιστήμονα στην Αρκτική που προσπαθεί να αποτρέψει μια ομάδα αστροναυτών από το να επιστρέψει σε μια κατεστραμμένη Γη. «Ευτυχώς ο Τζορτζ είχε ολοκληρώσει τα γυρίσματα και το μοντάζ κι έτσι ήταν τέλειος ο συγχρονισμός για να μπορέσω να δουλέψω πάνω του», λέει.

Μια πολύ ενδιαφέρουσα εργασιακή λογική που αποκάλυψε ο συνθέτης στην συνέντευξη, είναι η αδυναμία του να εργαστεί προτού έχει δει εικόνα του φιλμ που πρέπει να επενδύσει. «Μια κόλλα χαρτί είναι μια κόλλα χαρτί, δεν περιέχει φως, ηθοποιούς, κινήσεις της κάμερας, εναλλαγές. Χρειάζομαι έστω ένα cut εργασίας για να μπορέσω να αρχίσω να δουλεύω πάνω σε μια τανία». Ευτυχώς που τον βοηθά ο εξαιρετικά γρήγορος ρυθμός δουλειάς του, μιας και στην πράξη αυτή η λογική δεν του δίνει τελικά πάνω από 6 εβδομάδες για να παραδώσει το score του από το μηδέν.

Η άλλη συνεργασία που έτρεξε επειγόντως αυτό το διάστημα, δεν είναι άλλη από το «Πινόκιο» του Γκιγιάρμο Ντελ Τόρο, ενός ακόμα από τους όχι και λίγους που συνιστούν μόνιμους...εργοδότες του συνθέτη. «Εδώ αυτό που με συνάρπασε ήταν η ευκαιρία να κάνω κάτι που έκανα στη Γαλλία, πριν έρθω στο Χόλιγουντ: Να γράψω τραγούδια. Ο Γκιγιέρμο έχει κάνει μια υπέροχη δουλειά στο stop motion animation, όμως εμένα με συγκινεί ακόμα περισσότερο η ευκαιρία και η δυσκολία του να γράψω 7-8 τραγούδια. Σε βοηθά όμως πολύ το να έχεις ηθοποιούς που μπορούν να τραγουδήσουν».

Ο Ντεσπλά μίλησε για πολλά, για την αγάπη του για το Ρολάν Γκαρός και την ευκαρία που έχασε φέτος ο αγαπημένος του Ναδάλ να πάρει το 13ο τρόπαιο, ΔΕΝ μίλησε για την ιστορία με την «Black Widow» («την μία ήμουν προσδεμένος στο άρμα της παραγωγής, την επομένη ήμουν ξεκομμένος», είχε πει τότε - τον αντικατέστησε ο Λορν Μπάλφι), είπε για την ανάγκη του να υπάρχει μια αίσθηση ελευθερίας στην δημιουργία του σάουντρακ, για τον σταθερό φόβο του πριν ξεκινήσει μια σύνθεση, για ταινίες, συνθέτες, την αγάπη του για το ιταλικό '50-'60 και σκηνοθέτες όπως ο Ροσελίνι και ο Βισκόντι, «με τους οποίους ποτέ δεν θα μπορέσω να συνεργαστώ...». Όχι όμως ότι (θα 'πρεπε κιόλας να) παραπονιέται.

Μπορείτε να διαβάσετε όλη την συνέντευξη εδώ